Το κόλπο για τα δάνεια του ΣΥΡΙΖΑ -Πώς απαλλάχθηκε το κυβερνών κόμμα από δικαστικές περιπέτειες;
Η αλλαγή που του εξασφάλισε την επέκταση και την προνομιακή ρύθμιση αποπληρωμής του δανείου που είχε λάβει το 2006 από την Εθνική Τράπεζα
Με ένα άηθες «γαϊτανάκι» με τους νόμους, την κατάρτιση και την «εργαλειοποίησή» τους, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός, Αλ. Τσίπρας, θέλησαν να δημιουργήσουν προβλήματα αξιοπιστίας και συγκρότησης στους πολιτικούς τους αντιπάλους, τη Ν.∆. και το ΠΑΣΟΚ, καλύπτοντας ταυτόχρονα τις δικές τους «μαύρες τρύπες» στα θέματα δανεισμού με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση. Τα «Π» αποκαλύπτουν σήμερα με λεπτομερειακό τρόπο τις μεθοδεύσεις και τα νομοθετικά «τερτίπια» του ΣΥΡΙΖΑ από το 2017, με τις διατάξεις και τις προβλέψεις του Νόμου 4472 και την εντός 20 ημερών εκπρόθεσμη διορθωτική τροπολογία, υπ. αριθμ. 1061, μέσα σε ένα νομοσχέδιο για την αλιεία. Στόχος η δημιουργία συνθηκών νομιμοποίησης της αναδιάρθρωσης των δικών του δανείων και η κάλυψη των «κενών» στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των κεντρικών γραφείων του σημερινού κυβερνώντος κόμματος επί της Πλατείας Κουμουνδούρου.
Η υπόθεση των δανείων των κομμάτων ανασύρθηκε το 2017, ύστερα από προσωπική παραγγελία της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Ξένης ∆ημητρίου. Οι αρμόδιοι οικονομικοί εισαγγελείς ανέλαβαν τον επανέλεγχο των δανείων των κομμάτων της περιόδου 2000-2011. Αποτέλεσμα ήταν ότι με την πρόσφατη παραγγελία τους για την άσκηση ποινικών διώξεων οι εισαγγελείς φέρονται να έκριναν ότι τα δάνεια των κομμάτων αυτών, για την περίοδο 2005-2011, που δόθηκαν με την εγγύηση μελλοντικών κρατικών επιχορηγήσεων, δεν διέθεταν επαρ-κείς εξασφαλίσεις. Αυτό επισύρει ενδεχόμενες κυρώσεις στα τραπεζικά στελέχη που τα υπέγραψαν και αντιμετωπίζουν κακουργηματικές κατηγορίες για απάτη και απιστία. Αντίστοιχα, ποινικές ευθύνες μπορεί να αποδοθούν και σε διευθυντικά στελέχη της Ν.∆. και του ΠΑΣΟΚ -εκείνης της περιόδου-, που κατηγορούνται ως ηθικοί αυτουργοί για τα ίδια αδικήματα.
Αντίθετα, για τα δάνεια του ΣΥΡΙΖΑ, η εισαγγελική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτά εξυπηρετούνται και ελήφθησαν υπό επαρκείς εγγυήσεις - για τον λόγο αυτόν τα στελέχη και ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ εξαιρέ-θηκαν της αντίστοιχης ποινικής δίωξης. Και αυτό μολονότι ο ίδιος ο κ. Τσίπρας στο από 14ης/12/2010 αίτημά του προς την Εθνική Τράπεζα (κατά το ερευνητέο, δηλαδή, χρονικό διάστημα) προέτρεπε ρητά τα τραπεζικά στελέχη να δουν το αίτημα του κόμματος για δανεισμό στη βάση της μελλοντικής κρατικής επιχορήγησης, με όχι αυστηρά χρηματοοικονομικά κριτήρια.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Βάσει του Ν. 3023/2002 (Αρθρο 7) «περί χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων», δεν απαγορευόταν, μέχρι το 2014, ο τραπεζικός δανεισμός των κομμάτων με εγγύηση (εκχώρηση ή ενεχυρίαση) των μελλοντικών τακτικών κρατικών χρηματοδοτήσεων. Αλλωστε, κατ’ αυτόν τον τρόπο ο τότε ΣΥΝ, που το 2009 είχε λάβει κρατική επιχορήγηση 6,5 εκατ. ευρώ με εκλογικό ποσοστό μόλις 4,5%, συντηρούσε και αναχρηματοδοτούσε τον δανεισμό του.
Επί των ημερών του Αντ. Σαμαρά στην πρωθυπουργία, καταργήθηκε για πρώτη φορά η δυνατότητα ενεχυρίασης των μελλοντικών κρατικών χρηματοδοτήσεων, δηλαδή η κύρια αιτία που δημιούργησε το πρόβλημα. Ετσι, στο Αρθρο 5ν. 4304/2014, με το οποίο αντικαταστάθηκε το Αρθρο 7 του Ν. 3023/2002, προβλέφθηκε ότι «απαγορεύεται η χορήγηση δανείων από τις τράπεζες προς τους δικαιούχους κρατικής χρηματοδότησης με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση πέραν του τρέχοντος οικονομικού έτους». Τα κόμματα δηλαδή θα μπορούν να δανείζονται στο εξής παρέχοντας ως ασφάλεια μόνο το ύψος της ετήσιας κρατικής χρηματοδότησής τους, χωρίς να «προεξοφλούν» την επιχορήγηση των επόμενων ετών.
Ακολούθησε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία το 2015, η Εξεταστική Επιτροπή για τα δάνεια των κομμάτων το 2016 και η έκδοση του σχετικού πορίσματος, έκτασης 965 σελίδων, το οποίο παραδόθηκε στον πρόεδρο της Βουλής τον Ιανουάριο του 2017. Το ίδιο έτος η εισαγ-γελέας του Αρείου Πάγου παραγγέλλει τη διενέργεια έρευνας στον οικονομικό εισαγγελέα Π. Αθανασίου «για τη διακρίβωση της τέλεσης ή μη αυτεπαγγέλτως διωκόμενων αδικημά-των», δίνοντάς του τη δυνατότητα να ανασύρει την έκθεση του εισαγγελέα Π. Καλούδη για τα δάνεια των κομμάτων, η οποία είχε μπει στο αρχείο από το 2013.
Υπό αυτές τις συνθήκες αποφασίστηκε, στις 19 Μαΐου 2017, από τον τότε υπουργό Εσωτερικών, Π. Σκουρλέτη, η νέα τροποποίηση του τότε ισχύοντος πλαισίου για τον δανεισμό των κομμάτων. Με το Αρθρο 39, παρ. 5 του νέου Ν. 4472/2017 προβλέφθηκε πλέον ότι «απαγορεύεται στους δικαιούχους της κρατι-κής χρηματοδότησης η εκχώρηση ή ενεχυρί-αση της απαίτησης για κρατική χρηματοδότηση προς τον σκοπό της χορήγησης νέων ή της αποπληρωμής υφιστάμενων τραπεζικών δανείων για ποσό που υπερβαίνει το 50% της κρατικής χρηματοδότησης του τρέχοντος οικονομικού έτους». Με αυτή την «παρέμβαση», για την εξασφάλιση δανεισμού ή την αποπληρωμή δανείων (όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση), περιορίστηκε κάθε δυνατότητα να καταστούν εξυπηρετούμενα τα δάνεια της Ν.∆. και του ΠΑΣΟΚ, καθώς το ύψος του δανεισμού τους ήταν και παραμένει μεγαλύτερο του 50% της ετήσιας επιχορήγησής τους.
Το πλήρως απαγορευτικό νέο πλαίσιο, όμως, ναι μεν έδινε μεγάλο όπλο στα χέρια των εισαγγελέων και της κυβερνητικής προπαγάνδας αντίστοιχα, έβαζε δε στο στόχαστρο, εκτός της Ν.∆. και του ΠΑΣΟΚ, και τον ίδιο τον ΣΥΡΙ-ΖΑ, που είχε χρησιμοποιήσει την ίδια πρακτική, αφού είχε επιτύχει τον δικό του δανεισμό, με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση. Ετσι, μόλις 20 ημέρες αργότερα, στις 8 Ιουνίου 2017, με την υπ’ αριθμ. 1061 εκπρόθεσμη τροπολογία, που κατατέθηκε πάλι από τον Π. Σκουρλέτη στις 18.15, στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με τίτλο «Κύρωση της τροποποιημένης συμφωνίας για την ίδρυση Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο», αντικαταστάθηκε εκ νέου το περιβόητο Αρθρο 7, παρ. 7 του Ν. 3023/2002, προκειμένου, όπως φάνηκε, να απαλειφθεί αποκλειστικά η φράση «...ή της αποπληρωμής υφιστάμενων τραπεζικών δανείων».
Ετσι, με τον Ν. 4475/2017 (ΦΕΚ Α 83/12-6-2017), που ψηφίστηκε τότε, η διάταξη διαμορφώθηκε ως εξής: «Απαγορεύεται η χορήγηση δανείων από τις τράπεζες προς τους δικαιούχους κρατικής χρηματοδότησης της περίπτωσης β της παρ. 1 του άρθρου 1, εφόσον, προς εξασφάλιση των δανείων αυτών, εκχωρείται ή ενεχυριάζεται είτε η κρατική χρηματοδότηση ενεχυριάζεται είτε η κρατική χρηματοδότηση που αφορά σε οικονομικό έτος μεταγενέστερο του έτους χορήγησης του δανείου είτε ποσοστό κρατικής χρηματοδότησης που υπερβαίνει το 50% της ετήσιας χρηματοδότησης του δικαιούχου». Από τη νέα αυτή διατύπωση, κυρίως δε από την αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας, σε αντιπαραβολή με την προηγούμενη αιτιολοσε αντιπαραβολή με την προηγούμενη αιτιολογική έκθεση του προ 20 μόλις ημερών νόμου Σκουρλέτη (Ν. 4472/2017), προέκυψε ότι οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις στον δανεισμό των κομμάτων αφορούν μόνο τα νέα δάνεια. Φαίνεται ότι κάτι ήξερε ο ΣΥΡΙΖΑ, που σε σχε-τική ανακοίνωσή του την 29η/3/2019 έλεγε ότι «οι εποχές που έβαζαν στο αρχείο σκοτεινές υποθέσεις τους, με μια τροπολογία, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί»...
Bεβαιώσεις και ερωτήματαγια τα πιστοποιητικά
Η ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ αυτής της πραγματικά ασύλληπτης και αριστοτεχνικής λεπτομέρειας, η οποία τότε είχε περάσει κάτω από τα ραντάρ του κοινοβουλευτικού ελέγχου, φάνηκε ξεκά-θαρα λίγους μήνες αργότερα. Συγκεκριμένα, τον Νοέμβριο του 2017, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ εξασφάλισε, με την υπ’ αριθμ. 0407037708/5007/24-11-2017 πρόσθετη πράξη, την επέκταση και την προνομιακή ρύθμιση αποπληρωμής του δανείου που είχε λάβει το 2006 από την Εθνική Τράπεζα, η οφειλή του οποίου ανερχόταν τότε στο ποσό των 7.139.674,19 ευρώ. Πού βρίσκεται η μεθόδευση προς όφελος αποκλειστικά της περίπτωσης του ΣΥΡΙΖΑ;
Αν ίσχυαν οι προηγούμενοι νόμοι, τόσο ο 4034/2014, επί πρωθυπουργίας Σαμα-ρά, όσο και ο Ν. 4472/2017, εμπνεύσεως Σκουρλέτη, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλ. Τσίπρας, που υπέγραψε τη σύμβαση αναδιάρθρωσης του παλαιού δανείου (2010), δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τη ρύθμιση-συμφωνία, αφού δεν θα ήταν δυνατή η εξασφάλιση της απαίτησης της τράπεζας, η οποία (σύμφωνα με τον όρο Β1.δ της από 24ης/11/2017 σύμβασης) βασίστηκε κυριαρχικά στην ενεχυρίαση της συνολικής ετήσιας τακτικής επιχορήγησης για τον ΣΥΡΙΖΑ των επόμενων ετών, 2019-2023. Και αυτό διότι, με το προηγούμενο νομικό πλαίσιο, ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να παράσχει ως εξασφάλιση για οφειλή 7.139.674,19 ευρώ το ήμισυ της κρατικής χρηματοδότησης του 2017, δηλαδή περίπου 1,8 εκατ. ευρώ, και εμπράγματη ασφάλεια επί του, ούτως ή άλλως προβληματικού ιδιοκτησιακά, ακινήτου της Κουμουνδούρου, ύψους 2,7 εκατ. ευρώ. ∆ηλαδή, συνολικά εγγυήσεις ύψους μόνο 4.500.000 ευρώ περίπου. Σημειωτέον ότι η φερό-μενη προσημείωση του κτιρίου της Κου-μουνδούρου δεν είχε πραγματοποιηθεί κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης το 2017. Αρα, ουδεμία εξασφάλιση θα υπήρχε. Και ο κ. Τσίπρας στην περίπτωση αυτή θα ήταν υπόλογος στους εισαγγελείς για τις ευθύνες που προέκυπταν μέσα από τον ίδιο νόμο που η κυβέρνησή του είχε συγκροτήσει και ψηφίσει στο Κοινοβούλιο για τον δανεισμό των κομμάτων, έναν μήνα πριν.
Εξάλλου από τα «ψιλά γράμματα» της ίδιας της σύμβασης προκύπτει σαφώς ότι η Εθνική Τράπεζα έδωσε μείζονα σημασία στη μελλοντική πενταετή κρατική χρηματοδότηση και ουδεμία σημασία στην προσημείωση του ακινήτου στην Κουμουνδούρου
Σχετικά, δε, με το ιδιοκτησιακό καθε-στώς των γραφείων του ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχει καταγγείλει επανειλημμένως η Ν.∆., ακόμη και από την περίοδο της Εξεταστικής του 2016 -πριν, δηλαδή, τη δανειακή σύμβαση του ΣΥΡΙΖΑ το 2017- και με συνεχείς κοινοβουλευτικές παρεμβά-σεις της, το κτίριο ανήκει από το 1990 στην ΕΑΡ (μη υφιστάμενο πλέον κόμμα) και στον τότε επικεφαλής της και σημε-ρινό υπουργό Ναυτιλίας, Φώτη Κουβέλη. «Καμία πράξη μεταβίβασης δεν πραγμα-τοποιήθηκε μεταξύ ΕΑΡ και ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ από την οποία να προκύπτει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει το εν λόγω ακίνητο και κανένας φόρος μεταβίβασης ή άλλος δεν έχει καταβληθεί», διαπίστωνε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τον Ιανουάριο του 2017
ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣΤον ∆εκέμβριο του 2010, ο Αλέξης Τσίπρας, ως πρόεδρος του Συνασπισμού, με επιστολή του προς τον τότε πρόεδρο της Εθνικής Τράπεζας, Β. Ράπανο, ζήτησε συμπληρωματικό δανεισμό και γενικότερα μια «ευρύτερη θεώρηση» της πολιτικής της τράπεζας απέναντι στο κόμμα του, που «δεν θα προσδιορίζεται αποκλειστικά με αυστηρά και μοναδικά χρηματοοικονομικά κριτήρια». Ηταν η εποχή κατά την οποία δεν μπορούσε να δώσει εμπράγματες εξασφαλίσεις στην ΕΤΕ (ήτοι, να προσημειώσει την πολυκατοικία της Πλ. Κουμουνδούρου), παρά ταύτα πέτυχε την ικανοποίηση του αιτήματός του, στο πλαίσιο της ακολουθούμενης πρακτικής τότε.
Τα χρόνια περνούσαν, τα δάνεια «έτρεχαν», οι δόσεις πληρώνονταν, ωστόσο η διασφάλιση μέσω του ακινήτου δεν προέκυπτε από πουθενά. Στις 21 Μαρτίου 2016, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, ως πρωθυπουργός πλέον, κατέθεσε ταυτόχρονα τρεις απλές επιστολές-περιλήψεις στο Υποθηκοφυλακείο Αθηνών, βεβαιώνοντας την επωνυμία με την οποία συμμετείχε στις εκάστοτε εκλογές το κόμμα του, με έδρα το ακίνητο «επί της Πλ. Ελευθερίας 1». Ταυτόχρονα ζητούσε, με αντίστοιχες αιτήσεις, την αλλαγή της επωνυμίας του κόμματος από «Ελληνική Αριστερά» (ΕΑΡ) σε «Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου», από «Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου» σε «Συνασπισμό της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας» και από «Συνασπισμό της Αριστεράς των Κι-νημάτων και της Οικολογίας» σε «Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς». Με τον τρόπο αυτόν ζήτησε για πρώτη φορά το 2016 να χορηγηθούν στον ΣΥΡΙΖΑ και τα σχετικά πιστοποιητικά ιδι-οκτησίας, τα οποία είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν τελικά έλαβε...
Συνεπώς, εύλογα προκύπτει το ερώτημα αν ο κ. Τσίπρας παρείχε όλα αυτά τα χρόνια, για τη λήψη ή αποπληρωμή των δανείων του κόμματός του, εμπράγματη ασφάλεια επί του ακινήτου της Κουμουνδούρου.