Ενα είναι βέβαιο... Οτι ο κ. Τσίπρας δεν θέλει να εγκαταλείψει την εξουσία, ακόµη και αν φύγει σε περιβάλλον πλήρους αποδοκιµασίας -και αυτός και οι σύντροφοί του-, κάτι που ήδη συµβαίνει. Στην προσπάθειά του να µείνει στην εξουσία, τον εξυπηρετεί το συµφέρον των βουλευτών του να διατηρήσουν τις «θέσεις εργασίας τους», τις οποίες κινδυνεύουν να χάσουν στο ενδεχόµενο εκλογών.

Οµως, πλέον διαφαίνεται έντονα η σαφής δυσαρµονία µεταξύ λαϊκού αισθήµατος και κυβερνητικής πλειοψηφίας. Μεταξύ, δηλαδή, του αποτελέσµατος που προέκυψε από τις δύο εκλογικές αναµετρήσεις του 2015 και της σηµερινής εκλογικής βούλησης της κοινής γνώµης. Και η διαπίστωση αυτή αναδεικνύει την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβέρνηση µειοψηφίας.

Στο Σύνταγµα που είχε συντάξει η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραµανλή, αµέσως µετά τη δικτατορία, σαφώς και προεβλέπετο αυτό το ενδεχόµενο της δυσαρµονίας και παρείχετο το δικαίωµα στον ανώτατο άρχοντα να αποκαταστήσει το χάσµα αυτό µεταξύ λαού και κυβερνώντος κόµµατος µε διάλυση της Βουλής και προκήρυξη εκλογών. Η δυνατότητα αυτή καταργήθηκε µε το πρωθυπουργοκεντρικό πολίτευµα που εγκαθίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, αναθεωρώντας το Σύνταγµα.

Σειρά δηµοσκοπήσεων την τελευταία διετία αποκαλύπτει τη δυσαρµονία αυτή µεταξύ της σηµερινής βούλησης του εκλογικού σώµατος και της πλειοψηφίας που είχε επιτύχει σε δύο εκλογικές αναµετρήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ. Πράγµα το οποίο σηµαίνει ότι η κυβέρνηση έχει χάσει τα ερείσµατά της στην ελληνική κοινωνία, γεγονός που αποκαλύπτεται και από την εκφρασµένη επιθυµία του λαού στην πολύ µεγάλη του πλειοψηφία να πάει η χώρα σε εκλογές, τις οποίες αρνείται ο κ. Τσίπρας. Πράγµατι, το ποσοστό των πολιτών που ζητεί να γίνουν άµεσα εκλογές κυµαίνεται από 65% έως 67%.

Μη ανατρέψιμη διαφορά 

Κατ’ αρχάς, έχουµε µία πλέον παγιωµένη διαφορά υπεροχής, επί δυόµισι χρόνια, της Νέας ∆ηµοκρατίας έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία κατά τις εκτιµήσεις όλων των δηµοσκόπων δεν ανατρέπεται πλέον. Ενδεικτικά αναφέρουµε ότι σε πρόσφατη έρευνα της Pulse, όσον αφορά µεν στις ευρωεκλογές η διαφορά, στην πρόθεση ψήφου, µεταξύ των δύο κοµµάτων ήταν 9 ποσοστιαίες µονάδες (Ν.∆. 31%, ΣΥΡΙΖΑ 22%) και η διαφορά αυτή αυξάνεται κατά 0,5% και γίνεται 9,5 ποσοστιαίες µονάδες στην πρόθεση ψήφου στις γενικές εκλογές (Ν.∆. 32,5%, ΣΥΡΙΖΑ 23%). Σε έρευνα της Metron Analysis όσον αφορά στις ευρωεκλογές, η διαφορά υπέρ της Ν.∆. είναι 7,3 ποσοστιαίες µονάδες (Ν.∆. 27,2%, ΣΥΡΙΖΑ 19,9%), ενώ στις βουλευτικές εκλογές η διαφορά αυτή αυξάνεται και γίνεται 10,2 ποσοστιαίες µονάδες (Ν.∆. 37,5%, ΣΥΡΙΖΑ 27,3%).

Σε δηµοσκόπηση της Interview, η διαφορά για τις εκλογές υπέρ της Ν.∆. είναι αυξηµένη στις 13,7 ποσοστιαίες µονάδες (Ν.∆. 36,4%, ΣΥΡΙΖΑ 22,7%). Για τις βουλευτικές εκλογές η διαφορά στην πρόθεση ψήφου είναι 10,5 µονάδες (Ν.∆. 34%, ΣΥΡΙΖΑ 23,5%). Τέλος, στην έρευνα της Opinion Poll καταγράφεται όσον αφορά στις ευρωεκλογές η µεγαλύτερη διαφορά, 17,1 µονάδες, µε τη Ν.∆. να έχει ποσοστό 33,7% και ο ΣΥΡΙΖΑ 16,6%. Για τις βουλευτικές εκλογές η διαφορά είναι στις 14,4 ποσοστιαίες µονάδες, µε τη Ν.∆. να ευρίσκεται στο 30,5% και ο ΣΥΡΙΖΑ στο 16,1%. Το ενδιαφέρον όσον αφορά στα στοιχεία της παραπάνω δηµοσκόπησης είναι ότι το κυβερνών κόµµα εµφανίζεται να βρίσκεται κάτω από το «ψυχολογικό» για τον ΣΥΡΙΖΑ κατώφλι του 20%.

Ενα άλλο στοιχείο που θεµελιώνει τη δυσαρµονία µεταξύ λαού και κυβέρνησης είναι η γενικότερη αποδοκιµασία του κυβερνητικού έργου και η µη ικανοποίηση γενικότερα της κοινής γνώµης από την κυβέρνηση.

Ενα γενικό ερώτηµα που υποβάλλεται στις έρευνες είναι η άποψη της κοινής γνώµης για το αν τα πράγµατα είναι προς τη σωστή ή τη λάθος κατεύθυνση. Είναι σαφές από τις απαντήσεις ότι αν υπερισχύει η άποψη περί λάθους, αυτό το χρεώνεται η κυβέρνηση. Για παράδειγµα, σε έρευνα της Pulse το 61% απάντησε ότι τα πράγµατα πορεύονται προς τη λάθος κατεύθυνση και αυτό συνιστά αποδοκιµασία της πολιτικής που ακολουθείται. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε έρευνα της Opinion Poll και φτάνει στο 71,4%, µε µόνο ένα 25,7% να θεωρεί ότι τα πράγµατα είναι σε σωστή κατεύθυνση.

Τα σχετικά ποσοστά στις µετρήσεις της Metron Analysis κυµαίνονται από 67% έως 69% (λάθος κατεύθυνση), ενώ στις έρευνες της Public Issue η άποψη ότι τα πράγµατα γίνονται λάθος συγκεντρώνει ένα ποσοστό 74%. Σχετική, βεβαίως, προς την παραπάνω εκτίµηση της κοινής γνώµης είναι και η ικανοποίηση ή µη από την κυβέρνηση. Στην έρευνα της Opinion Poll, οι µη ικανοποιηµένοι φτάνουν το ποσοστό του 76% έναντι ενός µόλις 22,3% που δήλωσαν ικανοποιηµένοι. Στην έρευνα της Metron Analysis, οι µη ικανοποιηµένοι ανέρχονται στο 66%, µε µόλις 24% ικανοποιηµένους, ενώ είναι εντυπωσιακό στην έρευνα της Public Issue το ποσοστό των δυσαρεστηµένων γενικώς από την αριστερή κυβέρνηση, που φτάνει το... 86%.

Διαρροή ψηφοφόρων

Τέλος, επιβεβαιωτικά της εγκατάλειψης του ΣΥΡΙΖΑ από την κοινωνία, έτσι ώστε να θεωρείται η κυβέρνηση πλέον µειοψηφίας, είναι τα στοιχεία των συσπειρώσεων και των µετακινήσεων που διαπιστώνονται και καταγράφονται σε κάθε έρευνα τάσεων της κοινής γνώµης.

Ερευνα της Marc όσον αφορά στις ευρωεκλογές κατέγραψε µία πολύ χαµηλή συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, της τάξεως του 45,4%, µε τις µετακινήσεις για το κυβερνών κόµµα να φτάνουν το 30%. ∆ηλαδή, να το εγκαταλείπει το 30% των πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ των εκλογών του Σεπτεµβρίου του 2015. Οσον αφορά στις βουλευτικές εκλογές, η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι στο 53%, ενώ καταγράφεται µία µετακίνηση ψηφοφόρων του της τάξεως του 29,4%

Σηµειώνεται ότι η Ν.∆. κερδίζει ψηφοφόρους και από τη δεξαµενή των αναποφάσιστων, ειδικώς δε από αυτούς που αυτοπροσδιορίζονται ιδεολογικώς ως κεντρώοι. Από αυτούς, όπως κατέγραψε παλαιότερη έρευνα, απορροφά το 60%, πράγµα που σηµαίνει ότι, µε το γενικότερο άνοιγµα του κόµµατος της αξιωµατικής αντιπολίτευσης στον µεσαίο χώρο, προσελκύει ψηφοφόρους από τα αποσυντεθειµένα κόµµατα του Ποταµιού και της Ενώσεως Κεντρώων. Αλλωστε, πέραν των απευθείας µετακινήσεων προς τη Ν.∆., ο προδικαζόµενος νικητής συνήθως ελκύει τους αναποφάσιστους, όταν αυτοί δεν επιλέγουν, τελικώς, την αποχή.

Σκανδαλολογία 

Ενδιαφέρουσα είναι η στάση των πολιτών στη σκανδαλολογία, την οποία χρησιµοποιεί επικοινωνιακά το Μαξίµου. Από έρευνα της Pulse προέκυψε ότι περισσότεροι από 1 στους δύο (53%) δεν επηρεάζονται ως προς την ψήφο τους από τα θέµατα διαφθοράς που αναδεικνύει κάθε φορά η κυβέρνηση. Και αυτό έχει την εξήγησή του. Πρώτον, έχει αντιληφθεί η κοινή γνώµη ότι περισσότερο διασύρονται οι πολιτικοί αντίπαλοι της κυβέρνησης παρά υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία διαφθοράς εις βάρος τους. Και, δεύτερον, αντιθέτως, βλέπουν το φως της δηµοσιότητας κυβερνητικά σκάνδαλα, θεµελιωµένα µε τεκµήρια, στα οποία όµως δεν απαντά η κυβέρνηση

Τα οικονομικά αδιέξοδα επηρεάζουν την ψήφο

ΕΝΑ ΑΛΛΟ στοιχείο που επηρεάζει τις διαθέσεις της κοινής γνώµης απέναντι στις κυβερνήσεις είναι το πώς οι πολίτες αξιολογούν τόσο τη γενική οικονοµική κατάσταση της χώρας όσο και τη σχετική µε αυτήν ατοµική τους οικονοµική κατάσταση.

Εν πρώτοις, στις δηµοσκοπήσεις που ερευνούν την ιεράρχηση από τους πολίτες των σηµαντικότερων προβληµάτων, στην πρώτη θέση είναι η οικονοµία. Σε τελευταία έρευνα, στην αξιολόγηση µιας σειράς προβληµάτων, την πρώτη θέση κατέλαβε η οικονοµία µε ποσοστό 42% και τη δεύτερη το συναφές πρόβληµα που απασχολεί την ελληνική κοινωνία και δεν είναι άλλο από την ανεργία (17%).

Ανεργία

Ετσι, σε µέτρηση της Metron Analysis, το 74% έχει αξιολογήσει αρνητικά την οικονοµική κατάσταση, µε µόνο ένα 9% να την αξιολογεί θετικά. Το πώς βιώνει άλλωστε την κρίση η ελληνική κοινωνία αποτυπώθηκε σε πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, από την οποία προέκυψε ότι το 82% των καταναλωτών αδυνατεί να αποταµιεύσει, ενώ κοντά στους µισούς (45%) προβλέπουν επιδείνωση της οικονοµικής τους κατάστασης το επόµενο 12µηνο. Μάλιστα, σε δηµοσκόπηση της Rass είναι χαρακτηριστικό ότι ως πρώτο µέληµα των πολιτών καταγράφεται µε 38,6% το πώς θα βελτιώσουν την οικονοµική τους κατάσταση. ∆εν χωράει αµφιβολία ότι τα οικονοµικά αδιέξοδα επηρεάζουν την εκλογική κατεύθυνση των πολιτών και αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι, όπως προαναφέρθηκε, πλέον κοντά 7 στους 10 θέλουν πρόωρες εκλογές. ∆ηλαδή, να αλλάξει η διακυβέρνηση.

∆εδοµένου, λοιπόν, ότι το οικονοµικό πρόβληµα επηρεάζει τους πολίτες, η κυβέρνηση εξαγγέλλει σειρά παροχών και µικροεπιδοµάτων. Επηρεάζει, όµως, αυτή η τακτική το εκλογικό σώµα υπέρ της κυβέρνησης; Η απάντηση είναι «όχι». ∆ιότι και στην τελευταία έρευνα της Pulse επαναλήφθηκε προηγούµενο εύρηµα παλαιότερης δηµοσκόπησης. Οτι οι παροχές δεν επηρεάζουν την ψήφο της κοινής γνώµης. Πράγµατι, σε ποσοστό 64% οι πολίτες απαντούν ότι η κυβερνητική παροχολογία δεν τους επηρεάζει και µόνο το 23% δηλώνει ότι θα λάβει υπ’ όψιν τις όποιες παροχές. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι και ένα 55% που προέρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει ότι δεν επηρεάζεται από παροχές. Το ποσοστό αυτό προφανώς προέρχεται από εκείνους που εγκαταλείπουν τον ΣΥΡΙΖΑ και είναι πολλοί, όπως προκύπτει από τις σηµειούµενες µετακινήσεις και τη χαµηλή συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ. Εξίσου σηµαντικό είναι ότι σχεδόν οι µισοί αυτών που δηλώνουν αναποφάσιστοι (46%) δεν πρόκειται να επηρεασθούν από τις προεκλογικές παροχές της κυβέρνησης.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 26/4/2019