Δένδιας: Ο Τσίπρας είναι πολιτικά υπεύθυνος για το φαινόµενο Πολάκη
Συνέντευξη του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου και Βουλευτή Β’ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
ΟΤσίπρας αναλαµβάνει την πλήρη πολιτική ευθύνη για το «φαινόµενο Πολάκη», τονίζει στα «Παραπολιτικά» ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και βουλευτής Β’ Αθηνών της Ν.∆., Νίκος ∆ένδιας, που καταγγέλλει την κυβέρνηση ότι αντιµετωπίζει τον ιδιωτικό τοµέα
σαν «ταξικό εχθρό».
Αναλυτικά στην συνέντευξη του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου και Βουλευτή Β’ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας αναφέρονται τα εξής:
Είναι "επικοινωνιακός αντιπερισπασμός" η πρόταση δυσπιστίας της ΝΔ κατά του Παύλου Πολάκη, όπως είπε ο πρωθυπουργός; Τι προσδοκάτε από την τριήμερη διαδικασία στη Βουλή;
Ο κ. Τσίπρας είχε την ευκαιρία να αποπέμψει τον αναπληρωτή Υπουργό Υγείας, μετά την αήθη επίθεση κατά του υποψηφίου Ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυμπουρόπουλου, από το βήμα της Βουλής. Δυστυχώς, όχι μόνο δεν το έπραξε, αλλά για πολλοστή φορά παρείχε απόλυτη πολιτική κάλυψη στον κ. Πολάκη, παρά την κατακραυγή κατά του αναπληρωτή Υπουργού ακόμη και από μερίδα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Με τον τρόπο αυτό όμως αναλαμβάνει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός την πλήρη πολιτική ευθύνη για το «φαινόμενο Πολάκη» στον δημόσιο βίο και αποδεικνύεται ότι είναι ο ίδιος ο οποίος ενθαρρύνει την όξυνση, τον διχασμό και τον τοξικό πολιτικό λόγο. Το γεγονός επίσης ότι ο κ. Τσίπρας έχει προαναγγείλει πως θα μετατρέψει την πρόταση δυσπιστίας κατά του κ. Πολάκη σε ψήφο εμπιστοσύνης για την κυβέρνησή του, αποκαλύπτει την ταύτισή του στον μέγιστο δυνατό βαθμό με την ανοίκεια για τον πολιτικό μας πολιτισμό συμπεριφορά του αναπληρωτή Υπουργού του. Άλλωστε, ως Πρωθυπουργός έχει την απόλυτη συνταγματική ευθύνη για όσα παράδοξα βιώνει η χώρα, εξ αιτίας και της συμπεριφοράς μελών της Κυβέρνησής του, κατά τα 4,5 αυτά χρόνια.
Σας βρίσκει σύμφωνο το πακέτο φοροελαφρύνσεων που φέρνει η κυβέρνηση; Θα μπορούσε να αντιστρέψει το εις βάρος της πολιτικό κλίμα εν όψει των τριπλών εκλογών;
Η Νέα Δημοκρατία είναι αυτή που συστηματικά ζητά την αλλαγή της φορολογικής πολιτικής και έχει προτείνει συγκεκριμένο οδικό χάρτη για ελαφρύνσεις όλων των επιμέρους φορολογικών βαρών (εισοδήματος, ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ κ.α.). Επανειλημμένες είναι όλα τα τελευταία ο χρόνια οι σχετικές αναφορές του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη, με λεπτομέρειες και με χρονοδιάγραμμα. Από την άλλη πλευρά η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή που επέβαλλε 29 νέους φόρους και με την εμμονή της στα εξωφρενικά υπερπλεονάσματα οδήγησε στην απόγνωση πολλούς πολίτες, με κατασχέσεις κατά 1.2 εκατ. Ελλήνων και με τη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι επίσης αυτή που συνειδητά, λόγω των ιδεολογικών εμμονών της, οδήγησε στην κατάρρευση μεγάλο τμήμα της μεσαίας τάξης, σε συνδυασμό και με τις υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές. Όσον αφορά τον κ. Τσίπρα, ιδού η Ρόδος: Ας υπερψηφίσει τουλάχιστον την τροπολογία που ανακοίνωσε ο κ. Μητσοτάκης ότι θα καταθέσει στη Βουλή, για την κατάργηση της μείωσης του αφορολόγητου που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ νομοθέτησε. Αλλά ας μη γελιόμαστε. Απλώς ο Πρωθυπουργός σύρεται πλέον προ της επερχόμενης μεγάλης ήττας σε μια διαφορετική πολιτική, την οποία δε μπορεί να πείσει κανέναν ότι την πιστεύει, όταν την επικαλείται λίγες εβδομάδες πριν τις ευρωεκλογές. Πραγματική ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει από ένα κόμμα που αντιμετωπίζει τον ιδιωτικό τομέα σαν «ταξικό εχθρό», όσα προσωπεία και αν φορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ ενόψει των εκλογών.
Έχετε διατελέσει για δύο χρόνια Υπουργός Δημόσιας Τάξης. Μπορεί μια κυβέρνηση, με βάση την εμπειρία σας, να "καθαρίσει" τα Εξάρχεια από την ανομία και την εγκληματικότητα και γιατί αυτό δεν έχει γίνει τόσα χρόνια;
Χωρίς να υπάρχει η πολιτική βούληση, όπως δυστυχώς συμβαίνει σήμερα με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, είναι αδύνατον η Ελληνική Αστυνομία να εφαρμόσει ένα επιχειρησιακό σχέδιο αποκατάστασης της νομιμότητας. Η πρώτη μεγάλη διαφορά συνεπώς είναι ότι με μία κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας θα υπάρξει η απαραίτητη πολιτική βούληση. Στο παρελθόν δεν αρνείται κανείς ότι υπήρχαν επίσης προβλήματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει σύγκριση με τη σημερινή κατάσταση. Είχε ήδη ξεκινήσει μια προσπάθεια αποκατάστασης της νομιμότητας με την εκ νέου απόδοση στο κοινωνικό σύνολο της «Βίλας Αμαλία» (η οποία λειτουργεί πλέον ως δημόσιο σχολείο) και της οικίας της Μαρίας Κάλλας, αλλά και με άλλες επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή, με τις οποίες οι ταραξίες στερήθηκαν τον ζωτικό τους χώρο και των ορμητηρίων τους. Σε συνδυασμό με τις συχνές αστυνομικές επιχειρήσεις στάλθηκε το μήνυμα ότι η ασυδοσία έλαβε τέλος. Ενδεχομένως, εάν δεν υπήρχαν έκτακτες πολιτικές εξελίξεις και δεν έληγε πρόωρα η θητεία της προηγούμενης κυβέρνησης, να είχε λυθεί ήδη το πρόβλημα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει ότι μετά τις εθνικές εκλογές θα αναζητήσει συνεργασίες ακόμα και αν η ΝΔ είναι αυτοδύναμη. Αυτές περιλαμβάνουν δυνητικά όλα τα κόμματα που είναι σήμερα στο κοινοβούλιο;
H πρόταση του κ. Μητσοτάκη, με την οποία συμφωνώ απολύτως, απευθύνεται σε όσους θέλουν και μπορούν να στηρίξουν την εφαρμογή ενός τολμηρού προγράμματος μεταρρυθμίσεων προκειμένου η Ελλάδα να γυρίσει σελίδα και επιστρέψει σε μια πραγματική ανάπτυξη, η οποία θα είναι βιώσιμη. Είναι αυτονόητο ότι το ενδεχόμενο αυτό δεν αφορά τους πάντες, αλλά σε κάθε περίπτωση παραμένει σημαντικός ο στόχος της επίτευξης της αυτοδυναμίας, η οποία απαλλάσσει κάθε συνεργαζόμενο από την ανάγκη επώδυνων συμβιβασμών.
"Χωρίζεται" η ΝΔ σε δεξιούς και σε κεντρώους; Οι δηλώσεις σας για τον Άδωνι Γεωργιάδη και τη διαφορά ύφους και απόψεων που έχετε, είχαν κάνει φίλια προς το ΣΥΡΙΖΑ μέσα να μιλούν για δύο "γραμμές" ή "τάσεις" μέσα στη ΝΔ.
Όποιος αναζητά «εσωκομματικές διαφορές» καλό θα ήταν να ασχοληθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ και τις τεράστιες διαφορές που υπάρχουν στο εσωτερικό του σε κρίσιμα ζητήματα, όπως π.χ. στην ακολουθούμενη οικονομική πολιτική ή ακόμη και για το ζήτημα Πολάκη. Η Νέα Δημοκρατία εκφράζει από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα και όσους ανήκουν ιδεολογικά στη συνταγματική Δεξιά και όσους είναι Κεντρώοι, αλλά τη γραμμή του κόμματος την εκφράζει κυρίαρχα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ένας κατ’ εξοχήν φιλελεύθερος πολιτικός. Οι όποιες διαφορές στον τρόπο έκφρασης είναι φυσιολογικές σε ένα μεγάλο πολυσυλλεκτικό κόμμα.