Η Συµφωνία της Λωζάννης πρώτη φορά αµφισβητείται περίπου έναν αιώνα µετά την υπογραφή της. Και αποτελεί καθηµερινή εστίαση των Οθωµανών, που αµφισβητούν νησιά, βραχονησίδες και σύνορα σε όλο το Αιγαίο και τη λεκάνη της Μεσογείου. Ας δούµε προσεκτικά τα επίκαιρα στοιχεία που στοχοποιεί ο νέος «σουλτάνος», για να εξακριβώσουµε του λόγου το αληθές. Ευχαριστούµε τον πρόεδρο του Ινστιτούτου ∆ιαβαλκανικών Σχέσεων, δρα Θαλή Μυλωνά, για την εργασία του στα εθνικά θέµατα, που αποτέλεσε πολύτιµη πηγή πληροφοριών.
Μετά τις δηλώσεις του κ. Ερντογάν για τις δήθεν λαθεµένες προβλέψεις της Συµφωνίας της Λωζάννης και τις διεκδικήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο, θα ήθελα σήµερα, και το θεωρώ σκόπιµο γιατί ακούγονται πολλά, να δηµοσιεύσω τις προβλέψεις εκείνες της συµφωνίας που ενδιαφέρουν την Ελλάδα και να σχολιάσω τα σηµεία εκείνα, σε συσχετισµό µε το ∆ιεθνές ∆ίκαιο, που αναφέρονται στα σύνορα µεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και στις εκατέρωθεν µειονότητες, η πιστή εφαρµογή των οποίων θα πρέπει να είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της ελληνικής πολιτικής. Και τούτο γιατί δυστυχώς γράφονται και λέγονται απίθανα πράγµατα και µάλιστα από επίσηµα χείλη, µε συνέπεια να επέρχεται σύγχυση στο ευρύτερο κοινό, που δεν έχει σαφή αντίληψη της συµφωνίας αυτής αλλά και της ερµηνείας της.
Είναι γεγονός ότι το πλέον επίµαχο θέµα των ελληνοτουρκικών διενέξεων είναι η διαφορετική ερµηνεία των προβλέψεων της Συµφωνίας της Λωζάννης που προσδιορίζουν τα θαλάσσια σύνορα µεταξύ των δύο χωρών και οι ένεκα αυτής, καθηµερινές και µάλιστα µαζικές, εναέριες και θαλάσσιες παραβιάσεις και παραβάσεις της Τουρκίας, µε τον ισχυρισµό ότι δήθεν δεν υπάρχουν θαλάσσια ή εναέρια σύνορα -εξ ου και ο λόγος παραβιάσεως της εθνικής µας κυριαρχίας και των κυριαρχικών µας δικαιωµάτων- ή η διεκδίκηση εκ µέρους της Τουρκίας ελληνικών νησιών, εναερίου χώρου, ελληνικής υφαλοκρηπίδας και, τέλος, η δηµιουργία «γκρίζων» ζωνών, µε τη γνωστή ένταση µεταξύ των δύο χωρών.
Σύµφωνα όµως µε τις προβλέψεις της Συµφωνίας της Λωζάννης, τα θαλάσσια σύνορα µεταξύ των δύο χωρών είναι δεδοµένα και προβλέπονται, πρώτον, στο Αρθρο 6, το οποίο προβλέπει ότι: «Εκτός αντιθέτου διατάξεως της παρούσης συνθήκης, τα θαλάσσια όρια (της Τουρκίας) περιλαµβάνουσι τας νήσους και νησίδια τας κειµένας εις απόστασιν µικροτέραν των τριών µιλίων από της ασιατικής ακτής». Αυτό σηµαίνει ότι τα θαλάσσια σύνορα της Τουρκίας ορίζονται στο ύψος των 3 µιλίων από την ασιατική ακτή της προς την ανοικτή θάλασσα. Στην περίπτωση όµως που απέναντι από την τουρκική ακτή υπάρχουν ελληνικά νησιά, νησίδια κ.τ.λ. και η απόσταση µεταξύ των δύο ακτών είναι µικρότερη των 6 µιλίων, τότε ως συνοριακή γραµµή ορίζεται η µέση νοητή γραµµή που απέχει εξίσου από τις βασικές γραµµές των ακτών των δύο χωρών, σύµφωνα µε το εθιµικό ∆ίκαιο, αλλά και σύµφωνα µε τις συµφωνίες του ΟΗΕ της Γενεύης του 1958 και της Τζαµάικα του 1982.
Εάν τα θαλάσσια σύνορα της Τουρκίας προς την ανοικτή θάλασσα ευρίσκοντο πέραν των τριών µιλίων, όπως κακώς ισχυρίζονται οι Τούρκοι, τότε η Συµφωνία της Λωζάννης θα προέβλεπε ότι της ανήκουν και τα εκείθεν των τριών µιλίων ευρισκόµενα νησιά ή νησίδια κ.τ.λ. Κάτι τέτοιο όµως δεν το προβλέπει και συνεπώς σύµφωνα µε το γράµµα και το πνεύµα της διατάξεως του Αρθρου 6 της Λωζάννης τα σύνορα της Τουρκίας όχι απλώς βρίσκονται στο όριο των τριών µιλίων από τις ασιατικές ακτές, αλλά δεν δύνανται να επεκταθούν πέραν του ορίου αυτού, όπως τούτο επαναλαµβάνεται, επιβεβαιώνεται και διευκρινίζεται περαιτέρω µε το Αρθρο 12 της Συµφωνίας της Λωζάννης (τελευταία παράγραφος), το οποίο προβλέπει οµοίως ότι:
«Αι νήσοι αι κείµεναι εις µικροτέραν απόστασιν των τριών µιλίων από της ασιατικής ακτής ανήκουν στην τουρκική κυριαρχία», πράγµα που σηµαίνει ότι: α) τα σύνορα της Τουρκίας βρίσκονται στο ύψος των 3 µιλίων από τις ασιατικές ακτές προς την ανοικτή θάλασσα. Οταν όµως απέναντί της υπάρχουν ελληνικά νησιά σε απόσταση µικρότερη των τριών µιλίων, τότε τα σύνορα µεταξύ των δύο χωρών βρίσκονται στο µέσον της νοητής γραµµής που απέχει εξίσου από τη βασική γραµµή των αντίστοιχων ακτών, β) τεκµηριούται εξ αντιθέτου (argumentum a contrario) ότι η Τουρκία δεν δικαιούται και της απαγορεύεται συµβατικά, αλλά και εθιµικά, να επεκτείνει τα σύνορά της πέραν των τριών µιλίων από τις ασιατικές ακτές ή από τη µέση νοητή γραµµή, προκειµένου να διεκδικήσει θαλάσσιο χώρο, αιγιαλίτιδα ζώνη ή υφαλοκρηπίδα ή αντίστοιχο εναέριο χώρο, γιατί πέρα από το όριο αυτό αρχίζει, όπως τούτο προβλέπεται από τις διεθνείς συµφωνίες του Λονδίνου και των Αθηνών του 1913 και επιβεβαιώνεται από τις προβλέψεις των Αρθρων 6 και 12 της Συµφωνίας της Λωζάννης, η κυριαρχία της Ελλάδος και ασκείται το imperium αυτής και γ) όπου η θαλάσσια έκταση µεταξύ των ασιατικών και των ελληνικών ακτών είναι µικροτέρα των τριών µιλίων, τότε τα σύνορα, όπως είπαµε, ορίζονται στο µέσον της απόστασης από τις εκατέρωθεν ακτές σύµφωνα µε το διεθνές εθιµικό αλλά και το συµβατικό ∆ίκαιο.
Εκτός όμως από τα θαλάσσια σύνορα µεταξύ των δύο χωρών στην ανατολική πλευρά της Ελλάδας, έχουµε και τα θαλάσσια σύνορα που βρίσκονται στη νοτιοανατολική πλευρά της Ελλάδας, µεταξύ της ∆ωδεκανήσου και της ασιατικής ακτής, τα οποία προσδιορίστηκαν σύµφωνα µε το Αρθρο 15 της Συµφωνίας της Λωζάννης. Αυτό ορίζει ότι «η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώµατος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθµουµένων νήσων» και απαριθµεί ένα προς ένα τα νησιά της ∆ωδεκανήσου και «των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωµένων, ως και της νήσου Καστελλόριζου», ως συνέπεια του νικηφόρου πολέµου (του 1911/12) της Ιταλίας κατά της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας, για να καταλήξει στο ότι τα σύνορα µεταξύ των δύο χωρών (Τουρκίας και Ιταλίας) είναι εκείνα που προβλέπονται υπό της παρούσης Συνθήκης, δηλαδή τα τρία µίλια από τις ασιατικές ακτές ή η µέση νοητή γραµµή, όπως προβλέπουν τα άρθρα 6 και 12 της Συµφωνίας της Λωζάννης και το διεθνές εθιµικό και συµβατικό ∆ίκαιο.
Η Τουρκία, µη ούσα µέλος των υπογραψάντων την εν λόγω συµφωνία ειρήνης του 1947, δεν δικαιούται, σύµφωνα µε τους διεθνείς κανόνες, να προβάλλει αντίρρηση (veto) ή κάποιο δικαίωµα, όπως π.χ., για τον εξοπλισµό της ∆ωδεκανήσου, που πηγάζει από το ιερό και αναφαίρετο δικαίωµα της αυτοάµυνας, στις επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας και καθώς σήµερα και όλως παρανόµως προβάλλει αξιώσεις για τα Ιµια και για άλλα νησιά, που τα χαρακτηρίζει η Τουρκία «γκρίζα ζώνη» κ.τ.λ., καθ’ όσον τα σύνορα είναι ξεκαθαρισµένα, αδιάφορο εάν µνηµονεύονται ονοµαστικώς ή όχι τα εκατέρωθεν των συνόρων ευρισκόµενα νησιά, νησάκια, βράχοι κ.τ.λ. που ξεπερνούν τα 1.139 στο Αρχιπέλαγος της ∆ωδεκανήσου. Απόδειξη δε αυτού, ότι δηλαδή έχουν προσδιορισθεί οριστικά τα σύνορα και τα ένεκα τούτων απορρέοντα εκατέρωθεν δικαιώµατα, είναι η παραίτηση της Τουρκίας από την προσφυγή της κατά της Ιταλίας στο ∆ιεθνές ∆ιαρκές ∆ικαστήριο το 1933, από το οποίο ζητούσε να προσδιορίσει τα µεταξύ των δύο χωρών σύνορα κ.τ.λ.
Εκείνο πάντως που πρέπει να τονισθεί ιδιαιτέρως στο σηµείο αυτό είναι ότι µε τη Συµφωνία της Λωζάννης η Τουρκία παραιτήθηκε ρητώς παντός τίτλου και δικαιώµατος πάσης φύσεως, πέραν των προβλεποµένων ορίων, των τριών µιλίων από τις ασιατικές ακτές, ως και επί των νήσων, δηλαδή παραίτηση ρητή και άνευ επιφυλάξεως των οιωνδήποτε τυχόν δικαιωµάτων της για επέκταση της αιγιαλίτιδος ζώνης της ή τυχόν δικαιωµάτων της στον εναέριο χώρο ή επί τµήµατος της υφαλοκρηπίδος του Αιγαίου κ.τ.λ., τα οποία βρίσκονται σε συσχετισµό µε τα προβλεπόµενα υπό της συµφωνίας όρια.