ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ
Μέρος 2o
Στις 3 Μαΐου η Ελλάδα, σε συνδυασµό µε την επέτειο των 200 ετών από την Ανεξαρτησία της, αναλαµβάνει την προεδρία της ΙΗΡΑ, δηλαδή της ∆ιεθνούς Συµµαχίας Μνήµης του Ολοκαυτώµατος. Με την ευκαιρία του γεγονότος, η σελίδα µας δηµοσιεύει σε δύο συνέχειες ένα άγνωστο γεγονός: την υποδοχή που επιφυλάχθηκε στους επιζώντες του Νταχάου, του Αουσβιτς και του Μπούχενβαλντ Εβραίους από τις χώρες προέλευσής τους. Γεγονός που υπήρξε, µαζί µε το Ολοκαύτωµα, ένας επιπλέον λόγος της ανάγκης δηµιουργίας του κράτους του Ισραήλ.
Ηταν, όμως, οι Αµερικανοί εκείνοι που βοήθησαν τους Εβραίους περισσότερο από όλους, όχι επιτρέποντάς τους να πάνε στις ΗΠΑ, αλλά διευκολύνοντας το ταξίδι τους προς την ελεγχόµενη από τους Βρετανούς Παλαιστίνη. Ασκησαν σηµαντική διπλωµατική πίεση στη Βρετανία να δεχτεί 100.000 Εβραίους εκεί, παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι επέτρεψαν σε µόνο 12.849 Εβραίους να εισέλθουν στις ΗΠΑ υπό την ειδική οδηγία εκτοπισθέντων ατόµων του προέδρου Τρούµαν.
Οι Βρετανοί ήταν οι µόνοι που προσπάθησαν να ανακόψουν τη ροή Εβραίων από τα ανατολικά. Επισήµαιναν ότι η µεγάλη πλειονότητα δεν ήταν επιζώντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Χίτλερ, αλλά Εβραίοι που είχαν περάσει τον πόλεµο στο Καζακστάν και σε άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ενωσης. Επειδή υποτίθεται ότι ήταν τώρα «ασφαλές» γι’ αυτούς να επιστρέψουν στις πόλεις καταγωγής τους, οι Βρετανοί δεν έβλεπαν τον λόγο που θα έπρεπε να είναι οι µόνοι που τους παρείχαν καταφύγιο - η Σοβιετική Ενωση και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα έπρεπε να κάνουν αυτό που τους αναλογούσε. Παρόλο που παρείχαν ευχαρίστως στέγη στα θύµατα του Χίτλερ στη Γερµανία, χάραξαν µια γραµµή στην υποδοχή ενός νέου κύµατος Εβραίων µεταναστών που ελάχιστη σχέση είχε µε τον πόλεµο. Σε αντίθεση µε τους Αµερικανούς, αρνήθηκαν σε αυτούς τους νέους Εβραίους την είσοδο στα στρατόπεδα εκτοπισθέντων που είχαν υπό τον έλεγχό τους.
Οι Βρετανοί πίστευαν -εσφαλµένα, όπως αποδεικνύεται- πως αυτό το νέο κύµα Εβραίων προσφύγων εµπνεόταν όχι από τον φόβο του αντισηµιτισµού, αλλά από σιωνιστές που είχαν ταξιδέψει από το Ισραήλ στην Ανατολική Ευρώπη προκειµένου να στρατολογήσουν άτοµα στον σκοπό τους.
Οι Βρετανοί υποστήριζαν επίσης µε πάθος πως ήταν ηθικά εσφαλµένο, ιδίως µετά το Ολοκαύτωµα, να επιτραπεί η φυγή των Ευρωπαίων Εβραίων προς την Παλαιστίνη. Σύµφωνα µε το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών, ήταν «σαφώς ένας σύµβουλος απόγνωσης. (...) Πράγµατι, θα πήγαινε πολύ µακριά ένα επαγωγικό συµπέρασµα που θα κατέληγε στην παραδοχή ότι οι ναζί είχαν δίκιο όταν έλεγαν πως δεν υπήρχε µέρος για τους Εβραίους στην Ευρώπη». Ο ίδιος ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ερνεστ Μπέβιν, πίστευε πως «δεν θα υπήρχε νόηµα στο ότι διεξαγάγαµε τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, αν οι Εβραίοι δεν µπορούσαν να παραµείνουν στην Ευρώπη, όπου είχαν έναν ζωτικό ρόλο να παίξουν στην ανασυγκρότηση της ηπείρου».
Παρά τις επικλήσεις της ηθικής φιλοσοφίας, οι πραγµατικοί λόγοι πίσω από τη διστακτικότητα των Βρετανών ήταν πολιτικοί: ∆εν ήθελαν να δηµιουργήσουν µια δυνητικά εκρηκτική κατάσταση µεταξύ Αράβων και Εβραίων στη Μέση Ανατολή. Χωρίς, όµως, τη στιβαρή συνεργασία οποιουδήποτε άλλου εταίρου στην Ευρώπη, δεν µπορούσαν να κάνουν και πολλά για να εµποδίσουν να συνεχιστεί η φυγή προς ανατολάς. Οι προσπάθειές τους να εµποδιστεί η άφιξη Εβραίων στην Παλαιστίνη υπήρξαν ελάχιστα πιο επιτυχείς και πλοία στη Μεσόγειο που µετέφεραν δεκάδες χιλιάδες Εβραίους µετανάστες δέχονταν επιβίβαση αγηµάτων του Βασιλικού Ναυτικού και άλλαζαν πορεία για ειδικά στρατόπεδα εκτοπισθέντων στην Κύπρο.
Αλλά αυτό ήταν απλώς µια περίπτωση βασιλιά Κνούτου, που προσπαθούσε να συγκρατήσει την πληµµύρα - στο τέλος οι Βρετανοί ελάχιστα πράγµατα µπόρεσαν να πράξουν για να σταµατήσουν την πορεία των γεγονότων: Το καλοκαίρι του 1946, οι σιωνιστές άρχισαν µια εκστρατεία τροµοκρατίας κατά των Βρετανών στην Παλαιστίνη (µια εκστρατεία που αποτέλεσε την κύρια αιτία της ανόδου του αντισηµιτισµού στη µεταπολεµική Βρετανία). Το επόµενο έτος οι Βρετανοί άρχισαν να αποκλιµακώνουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Ιερουσαλήµ. Στα τέλη Νοεµβρίου 1947, έπειτα από εντατικές παρασκηνιακές διεργασίες εκ µέρους των σιωνιστών, τα Ηνωµένα Εθνη ψήφισαν την απόδοση µέρους της Παλαιστίνης στους Εβραίους για τη συγκρότηση του δικού τους κράτους. Και, τελικά, το 1948, έπειτα από έναν ιδιαίτερα αµφίρροπο εµφύλιο πόλεµο µεταξύ Εβραίων και Αράβων Παλαιστινίων, το κράτος του Ισραήλ παγιώθηκε. Οι Εβραίοι ήταν ελεύθεροι να κάνουν δική τους µια µικρή γωνιά του κόσµου.
Το σημερινό µας άρθρο δεν αποτελεί µέρος για να ξεκινήσουµε µια αναφορά στη βάναυση σύγκρουση που υφίσταται από τότε µεταξύ Ισραηλινών και Αράβων και που συνεχίζει να γεµίζει τις εφηµερίδες σήµερα. Αρκεί να πούµε ότι στους Εβραίους παρουσιάστηκε µια ευκαιρία που ήταν πολύ µεγάλη για να την προσπεράσουν. Με δεδοµένη την πρόσφατη ιστορία τους, δύσκολα µπορεί κανείς να τους κατηγορήσει για το ότι επιθυµούσαν να δηµιουργήσουν το δικό τους κράτος, ακόµα και αν, σύµφωνα µε τα λόγια ενός Παλαιστίνιου ιστορικού, οι Αραβες «δεν µπορούσαν να καταλάβουν γιατί θα έπρεπε να πληρώσουν αυτοί για το Ολοκαύτωµα». Είτε έτσι είτε αλλιώς, τεράστιος αριθµός Ευρωπαίων Εβραίων βρήκαν επιτέλους µια χώρα όπου ήταν οι ίδιοι αφεντικά, όπου δεν µπορούσαν να διωχθούν και όπου θα τους επιτρεπόταν να ακολουθούν τη δική τους ατζέντα. Το Ισραήλ δεν ήταν µόνο η «γη της επαγγελίας», αλλά µια γη επαγγελιών.
Ως αποτέλεσµα αυτής της διαδικασίας, ωστόσο, οι περιοχές της Ευρώπης όπου είχαν ζήσει κάποτε οι Εβραίοι άλλαξαν οριστικά. Ιδίως η Πολωνία ήταν σχεδόν αγνώριστη σε σχέση µε το χωνευτήρι κουλτούρας και εθνοτήτων που ήταν πριν από τον πόλεµο. Το ίδιο ίσχυε, σε µικρότερη έκταση, σε ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη. Το 1948, µεγάλο µέρος της περιοχής είχε καταστεί Judenfrei (ελεύθερο από Εβραίους), περισσότερο ακόµα και από τον καιρό του Χίτλερ.
Δημοσιελυθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 24 Απριλίου
Στις 3 Μαΐου η Ελλάδα, σε συνδυασµό µε την επέτειο των 200 ετών από την Ανεξαρτησία της, αναλαµβάνει την προεδρία της ΙΗΡΑ, δηλαδή της ∆ιεθνούς Συµµαχίας Μνήµης του Ολοκαυτώµατος. Με την ευκαιρία του γεγονότος, η σελίδα µας δηµοσιεύει σε δύο συνέχειες ένα άγνωστο γεγονός: την υποδοχή που επιφυλάχθηκε στους επιζώντες του Νταχάου, του Αουσβιτς και του Μπούχενβαλντ Εβραίους από τις χώρες προέλευσής τους. Γεγονός που υπήρξε, µαζί µε το Ολοκαύτωµα, ένας επιπλέον λόγος της ανάγκης δηµιουργίας του κράτους του Ισραήλ.
Ηταν, όμως, οι Αµερικανοί εκείνοι που βοήθησαν τους Εβραίους περισσότερο από όλους, όχι επιτρέποντάς τους να πάνε στις ΗΠΑ, αλλά διευκολύνοντας το ταξίδι τους προς την ελεγχόµενη από τους Βρετανούς Παλαιστίνη. Ασκησαν σηµαντική διπλωµατική πίεση στη Βρετανία να δεχτεί 100.000 Εβραίους εκεί, παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι επέτρεψαν σε µόνο 12.849 Εβραίους να εισέλθουν στις ΗΠΑ υπό την ειδική οδηγία εκτοπισθέντων ατόµων του προέδρου Τρούµαν.
Οι Βρετανοί ήταν οι µόνοι που προσπάθησαν να ανακόψουν τη ροή Εβραίων από τα ανατολικά. Επισήµαιναν ότι η µεγάλη πλειονότητα δεν ήταν επιζώντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Χίτλερ, αλλά Εβραίοι που είχαν περάσει τον πόλεµο στο Καζακστάν και σε άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ενωσης. Επειδή υποτίθεται ότι ήταν τώρα «ασφαλές» γι’ αυτούς να επιστρέψουν στις πόλεις καταγωγής τους, οι Βρετανοί δεν έβλεπαν τον λόγο που θα έπρεπε να είναι οι µόνοι που τους παρείχαν καταφύγιο - η Σοβιετική Ενωση και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα έπρεπε να κάνουν αυτό που τους αναλογούσε. Παρόλο που παρείχαν ευχαρίστως στέγη στα θύµατα του Χίτλερ στη Γερµανία, χάραξαν µια γραµµή στην υποδοχή ενός νέου κύµατος Εβραίων µεταναστών που ελάχιστη σχέση είχε µε τον πόλεµο. Σε αντίθεση µε τους Αµερικανούς, αρνήθηκαν σε αυτούς τους νέους Εβραίους την είσοδο στα στρατόπεδα εκτοπισθέντων που είχαν υπό τον έλεγχό τους.
Οι Βρετανοί πίστευαν -εσφαλµένα, όπως αποδεικνύεται- πως αυτό το νέο κύµα Εβραίων προσφύγων εµπνεόταν όχι από τον φόβο του αντισηµιτισµού, αλλά από σιωνιστές που είχαν ταξιδέψει από το Ισραήλ στην Ανατολική Ευρώπη προκειµένου να στρατολογήσουν άτοµα στον σκοπό τους.
Οι Αμερικανοί ήταν εκείνοι που βοήθησαν τους Εβραίους περισσότερο από όλους, διευκολύνοντας το ταξίδι τους προς την ελεγχόμενη από τους Βρετανούς ΠαλαιστίνηΓια να είµαστε δίκαιοι έναντι των Βρετανών, το κίνηµα «Μπρίχαχ» αποτελείτο όντως κυρίως από Παλαιστίνιους σιωνιστές - αλλά έκαναν τελείως λάθος στην εκτίµησή τους πως ο νέος πόθος για φυγή στην Παλαιστίνη είχε ξεκινήσει από αυτούς. Οπως έχουν δείξει συµπερασµατικά διάφοροι ιστορικοί, όπως ο Γιεχούντα Μπάουερ, η παρόρµηση για φυγή προερχόταν αποκλειστικά από τους ίδιους τους πρόσφυγες: το µόνο που έκαναν οι σιωνιστές ήταν να τους παράσχουν ένα µέρος προς το οποίο να στοχεύσουν.
Οι Βρετανοί υποστήριζαν επίσης µε πάθος πως ήταν ηθικά εσφαλµένο, ιδίως µετά το Ολοκαύτωµα, να επιτραπεί η φυγή των Ευρωπαίων Εβραίων προς την Παλαιστίνη. Σύµφωνα µε το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών, ήταν «σαφώς ένας σύµβουλος απόγνωσης. (...) Πράγµατι, θα πήγαινε πολύ µακριά ένα επαγωγικό συµπέρασµα που θα κατέληγε στην παραδοχή ότι οι ναζί είχαν δίκιο όταν έλεγαν πως δεν υπήρχε µέρος για τους Εβραίους στην Ευρώπη». Ο ίδιος ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ερνεστ Μπέβιν, πίστευε πως «δεν θα υπήρχε νόηµα στο ότι διεξαγάγαµε τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, αν οι Εβραίοι δεν µπορούσαν να παραµείνουν στην Ευρώπη, όπου είχαν έναν ζωτικό ρόλο να παίξουν στην ανασυγκρότηση της ηπείρου».
Παρά τις επικλήσεις της ηθικής φιλοσοφίας, οι πραγµατικοί λόγοι πίσω από τη διστακτικότητα των Βρετανών ήταν πολιτικοί: ∆εν ήθελαν να δηµιουργήσουν µια δυνητικά εκρηκτική κατάσταση µεταξύ Αράβων και Εβραίων στη Μέση Ανατολή. Χωρίς, όµως, τη στιβαρή συνεργασία οποιουδήποτε άλλου εταίρου στην Ευρώπη, δεν µπορούσαν να κάνουν και πολλά για να εµποδίσουν να συνεχιστεί η φυγή προς ανατολάς. Οι προσπάθειές τους να εµποδιστεί η άφιξη Εβραίων στην Παλαιστίνη υπήρξαν ελάχιστα πιο επιτυχείς και πλοία στη Μεσόγειο που µετέφεραν δεκάδες χιλιάδες Εβραίους µετανάστες δέχονταν επιβίβαση αγηµάτων του Βασιλικού Ναυτικού και άλλαζαν πορεία για ειδικά στρατόπεδα εκτοπισθέντων στην Κύπρο.
Αλλά αυτό ήταν απλώς µια περίπτωση βασιλιά Κνούτου, που προσπαθούσε να συγκρατήσει την πληµµύρα - στο τέλος οι Βρετανοί ελάχιστα πράγµατα µπόρεσαν να πράξουν για να σταµατήσουν την πορεία των γεγονότων: Το καλοκαίρι του 1946, οι σιωνιστές άρχισαν µια εκστρατεία τροµοκρατίας κατά των Βρετανών στην Παλαιστίνη (µια εκστρατεία που αποτέλεσε την κύρια αιτία της ανόδου του αντισηµιτισµού στη µεταπολεµική Βρετανία). Το επόµενο έτος οι Βρετανοί άρχισαν να αποκλιµακώνουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Ιερουσαλήµ. Στα τέλη Νοεµβρίου 1947, έπειτα από εντατικές παρασκηνιακές διεργασίες εκ µέρους των σιωνιστών, τα Ηνωµένα Εθνη ψήφισαν την απόδοση µέρους της Παλαιστίνης στους Εβραίους για τη συγκρότηση του δικού τους κράτους. Και, τελικά, το 1948, έπειτα από έναν ιδιαίτερα αµφίρροπο εµφύλιο πόλεµο µεταξύ Εβραίων και Αράβων Παλαιστινίων, το κράτος του Ισραήλ παγιώθηκε. Οι Εβραίοι ήταν ελεύθεροι να κάνουν δική τους µια µικρή γωνιά του κόσµου.
Το σημερινό µας άρθρο δεν αποτελεί µέρος για να ξεκινήσουµε µια αναφορά στη βάναυση σύγκρουση που υφίσταται από τότε µεταξύ Ισραηλινών και Αράβων και που συνεχίζει να γεµίζει τις εφηµερίδες σήµερα. Αρκεί να πούµε ότι στους Εβραίους παρουσιάστηκε µια ευκαιρία που ήταν πολύ µεγάλη για να την προσπεράσουν. Με δεδοµένη την πρόσφατη ιστορία τους, δύσκολα µπορεί κανείς να τους κατηγορήσει για το ότι επιθυµούσαν να δηµιουργήσουν το δικό τους κράτος, ακόµα και αν, σύµφωνα µε τα λόγια ενός Παλαιστίνιου ιστορικού, οι Αραβες «δεν µπορούσαν να καταλάβουν γιατί θα έπρεπε να πληρώσουν αυτοί για το Ολοκαύτωµα». Είτε έτσι είτε αλλιώς, τεράστιος αριθµός Ευρωπαίων Εβραίων βρήκαν επιτέλους µια χώρα όπου ήταν οι ίδιοι αφεντικά, όπου δεν µπορούσαν να διωχθούν και όπου θα τους επιτρεπόταν να ακολουθούν τη δική τους ατζέντα. Το Ισραήλ δεν ήταν µόνο η «γη της επαγγελίας», αλλά µια γη επαγγελιών.
Ως αποτέλεσµα αυτής της διαδικασίας, ωστόσο, οι περιοχές της Ευρώπης όπου είχαν ζήσει κάποτε οι Εβραίοι άλλαξαν οριστικά. Ιδίως η Πολωνία ήταν σχεδόν αγνώριστη σε σχέση µε το χωνευτήρι κουλτούρας και εθνοτήτων που ήταν πριν από τον πόλεµο. Το ίδιο ίσχυε, σε µικρότερη έκταση, σε ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη. Το 1948, µεγάλο µέρος της περιοχής είχε καταστεί Judenfrei (ελεύθερο από Εβραίους), περισσότερο ακόµα και από τον καιρό του Χίτλερ.
Δημοσιελυθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 24 Απριλίου