Η ταπεινωτική και εσπευσµένη αποχώρηση της υπερδύναµης (ΗΠΑ ) και των συµµάχων της από το Αφγανιστάν προβληµατίζει για πολλούς λόγους, όπως για το ότι παραδόθηκε αµαχητί στα χέρια αυτών που εναντίον τους έγινε η επιχείρηση του 2001, δηλαδή των πρώην «τροµοκρατών, σκοταδιστών, δολοφόνων» κ.λπ., καθώς και για την κατάσταση που κληρονοµούν οι Ταλιµπάν.

Από τροµοκράτες ισλαµιστές που θεωρούνταν, σε πολιτικό επίπεδο η ηγεσία τους «µεταµορφώθηκε σε ανώτατους αξιωµατούχους», µε τους οποίους θα πρέπει η ∆ύση να συνοµιλεί. Σε στρατιωτικό επίπεδο, ο στρατός των Ταλιµπάν µεταµορφώθηκε σε στρατό, µε υπερσύγχρονα οπλικά συστήµατα, τυφέκια, ελικόπτερα, οχήµατα µάχης και µεταφοράς, πυροβόλα, Α/Τ τελευταίας γενιάς, πυροβολικό κλπ. Να αναφέρουµε εδώ ότι µόνο η αεροπορία που απέκτησαν οι Ταλιµπάν είναι µεγαλύτερη από αυτή επτά χωρών του ΝΑΤΟ, µε 58 αεροσκάφη και ελικόπτερα.

∆εν µπορούν οι Ταλιµπάν να τα πετάξουν σήµερα, αλλά θα µπορούν αύριο, µε τη βοήθεια του πακιστανικού, τουρκικού και καταριανού στρατού, ή ακόµη και από πιλότους του διαλυµένου αφγανικού Στρατού. Ο «παγκόσµιος πόλεµος κατά της τροµοκρατίας» άρχισε µετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεµβρίου 2001, τον κήρυξε ο πρόεδρος Μπους, διήρκεσε (και διαρκεί) είκοσι χρόνια τώρα και ξεκίνησε µε την κατάληψη του Αφγανιστάν.

Στο παρόν δεν θα αναλύσουµε τα «επιτεύγµατα» σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο όπου εφαρµόσθηκε το νέο δόγµα της αµερικανικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, αλλά θα αναφερθούµε σε µια πρόσφατη ανάλυση του Πανεπιστηµίου Brown για το κόστος αυτού του εικοσαετούς πολέµου σε χρήµα και ανθρώπινες ζωές.

Το κόστος του πολέμου

Σύµφωνα µε το «Costs of War Project», το οποίο δηµοσιεύει από το 2010 και µετά περιοδικά εκθέσεις για το οικονοµικό και ανθρώπινο κόστος των πολέµων µετά την 11η Σεπτεµβρίου 2001, το συνολικό κόστος του πολέµου και των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Συρία, την Υεµένη, τη Σοµαλία, το Πακιστάν και αλλού, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, είναι άµεσοι θάνατοι τουλάχιστον 897.000 έως 929.000 ανθρώπων, εκτίµηση που οι ερευνητές του πανεπιστηµίου θεωρούν ότι είναι πολύ, πολύ συντηρητική. «Οι θάνατοι που καταγράψαµε είναι πιθανότατα τεράστια υποτιµηµένοι σε σχέση µε τον πραγµατικό απολογισµό που οι πόλεµοι αυτοί έχουν προκαλέσει σε ανθρώπινες απώλειες», είπε ο δρ Νeta C. Crawford, συνδιευθυντής του «Costs of War Project» σε δήλωση για τον απολογισµό. Και συνέχισε:

«Είναι κρίσιµο να υπολογίσουµε σωστά τις τεράστιες και ποικίλες συνέπειες των πολλών πολέµων και των αντιτροµοκρατικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ από την 11η Σεπτεµβρίου µέχρι σήµερα καθώς σταµατάµε και αναλογιζόµαστε όλες τις ζωές που χάθηκαν». Η µελέτη του πανεπιστηµίου υπολογίζει ακόµη το οικονοµικό κόστος των πολέµων αυτών στις προαναφερθείσες χώρες. Αναφέρει δε ότι το εκτιµώµενο κόστος των πολέµων που διεξήγαγαν οι ΗΠΑ µετά την 11η Σεπτεµβρίου ανέρχεται περίπου στα οκτώ τρισεκατοµµύρια δολάρια.

Πώς κατανέμονται τα ποσά


Αυτά κατανέµονται ως εξής:

- 2,3 τρισεκατοµµύρια δολάρια στην εµπόλεµη ζώνη Αφγανιστάν/ Πακιστάν. - 2,1 τρισεκατοµµύρια δολάρια στην εµπόλεµη ζώνη Ιράκ/Συρίας. - 355 δισεκατοµµύρια δολάρια σε άλλα πεδία µάχης, συµπεριλαµβανοµένης της Λιβύης, της Σοµαλίας και άλλων - 1,1 τρισεκατοµµύριο δολάρια δαπανήθηκαν για προγράµµατα εσωτερικής ασφάλειας και - 2,2 τρισεκατοµµύρια δολάρια είναι η εκτιµώµενη υποχρέωση για τη µελλοντική φροντίδα των βετεράνων των ΗΠΑ, που υπηρέτησαν στους διάφορους πολέµους.

ΑΝΑΛΥΣΗ

Η µελέτη «Costs of War Project» του Πανεπιστηµίου Brown αναλύεται στο περιοδικό «The Intercept» από τον δηµοσιογράφο Murtaza Hussain, ο οποίος σηµειώνει: «Το εκπληκτικό οικονοµικό κόστος του πολέµου κατά της τροµοκρατίας είναι λίγο σε σύγκριση µε τον άµεσο αντίκτυπο στον άνθρωπο, µετρούµενο σε ανθρώπους που σκοτώθηκαν, τραυµατίστηκαν και εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους. Οι τελευταίες εκτιµήσεις του ‘‘Costs of War Project’’ υποστηρίζουν ότι 897.000 έως 929.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί κατά τη διάρκεια των πολέµων. Από τους νεκρούς, 387.000 κατηγοριοποιούνται ως πολίτες, 207.000 ως µέλη των εθνικών στρατιωτικών και αστυνοµικών δυνάµεων και άλλοι 301.000 ως µαχητές της αντιπολίτευσης, που σκοτώθηκαν από στρατεύµατα συνασπισµού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και τους συµµάχους τους.

Η έκθεση διαπίστωσε επίσης ότι περίπου 15.000 Αµερικανοί στρατιωτικοί και µέλη µισθοφορικών εταιρειών έχουν σκοτωθεί στους πολέµους, µαζί µε παρόµοιο αριθµό συµµαχικών δυτικών στρατευµάτων που έχουν αναπτυχθεί στις συγκρούσεις, και αρκετές εκατοντάδες δηµοσιογράφους και εργαζόµενους ανθρωπιστικής βοήθειας». Η έκθεση αυτή έφτασε την ίδια µέρα µε µια παρόµοια µελέτη που παρουσιάστηκε από το «National Priorities Project», η οποία έδειξε ότι οι συνολικές δαπάνες για αυξηµένη στρατιωτικοποίηση -τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό των ΗΠΑ- έχουν αυξηθεί µετά την 11η Σεπτεµβρίου. Στη µελέτη, οι συνολικές δαπάνες για αυξηµένες στρατιωτικές επιχειρήσεις, εσωτερική επιτήρηση και ασφάλεια των συνόρων στις ΗΠΑ εκτιµώνται σε 21 τρισεκατοµµύρια δολάρια.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

Σύµφωνα ακόµη µε µια εκτίµηση του 2015 από τους βραβευµένους µε Νόµπελ «Ιατρούς για την Κοινωνική Ευθύνη», πάνω από ένα εκατοµµύριο έχουν σκοτωθεί έµµεσα και άµεσα σε πολέµους στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν µόνο. Η δυσκολία υπολογισµού µε ακρίβεια των νεκρών καθίσταται µεγαλύτερη από την άρνηση του αµερικανικού Στρατού να παρακολουθεί τον αριθµό των ανθρώπων που σκοτώθηκαν στις επιχειρήσεις του, καθώς και από την απόσταση των περιοχών όπου λαµβάνουν χώρα πολλές από τις συγκρούσεις.

Ο γενικός προβληµατισµός στις ΗΠΑ είναι έντονος, για αυτό και δεν υπήρχαν ουσιαστικές αντιδράσεις από τους Αµερικανούς στην έστω και ντροπιαστική αποχώρησή τους από το Αφγανιστάν. ∆ιερωτάται η δρ Stephanie Savell, συνδιευθύντρια της µελέτης αυτής: «Τι έχουµε καταφέρει πραγµατικά σε 20 χρόνια µετά τους πολέµους της 11ης Σεπτεµβρίου και µε ποιο τίµηµα; Είκοσι χρόνια από τώρα θα εξακολουθούµε να υπολογίζουµε το υψηλό κοινωνικό κόστος του πολέµου στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ - πολύ µετά την εξαφάνιση των αµερικανικών δυνάµεων». Και ο προβληµατισµός της νοµίζω ότι εξηγεί τη στάση και αντίληψη των Αµερικανών για τη νέα εξωτερική αµερικανική πολιτική και την ουσιαστική αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο, αφήνοντας συµµάχους τους ως «proxy powers» στην περιοχή.