Τη στιγμή που ο κόσμος όλος προσπαθεί να αποσαφηνίσει το πώς θα ζούμε πια με την COVID-19, θα πρέπει ταυτόχρονα να δεσμευτεί ότι θα εντοπίσουμε τα όποια παραστρατήματα -τυχαία ή μη- οδήγησαν στην πανδημία . Αυτό σημαίνει, πάνω απ’ όλα, να στρέψουμε μια κριτική ματιά απέναντι στην Κίνα.

Με την πανδημία να μπαίνει πια στο τρίτο έτος της, τα ερωτήματα σχετικά με την προέλευση του SARS-CoV-2 (του ιού που προκαλεί την COVID-19) απομακρύνονται ολοένα στον ορίζοντα. Όμως, αν θέλουμε να αποσοβήσουμε ακόμα μία πανδημία κορονοϊού μέσα στον 21ο αιώνα, είναι επιτακτικό να κατανοήσουμε τα αίτια της τρέχουσας πανδημίας. Μέχρι στιγμής, η COVID-19 έχει προκαλέσει ήδη περισσότερους από 5,4 εκατομμύρια θανάτους. Κι αυτό είναι μόνο η αρχή: στις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας συγκαταλέγονται και αυξημένα ποσοστά παχυσαρκίας, ανεργίας, φτώχειας, κατάθλιψης, αλκοολισμού, ανθρωποκτονιών, ενδοοικογενειακής βίας, διαζυγίων και αυτοκτονιών. Και καθώς η παραλλαγή Όμικρον παρουσιάζει ποσοστά μόλυνσης-ρεκόρ και διαταράσσει τις οικονομίες σε πολλά μέρη του κόσμου, η πανδημική κόπωση οδεύει ολοταχώς προς την πανδημική εξουθένωση.

Είναι ευρέως γνωστό ότι το καθεστώς του Κινέζου προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, λογόκρινε τις πρώιμες αναφορές σχετικά με την εμφάνιση ενός νέου θανατηφόρου κορονοϊού στη Γουχάν και απέκρυψε στοιχεία σχετικά με τη μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο, επιτρέποντας έτσι ένα τοπικό ξέσπασμα να εξελιχθεί σε παγκόσμια καταστροφή. Αυτό που μένει να διαπιστωθεί είναι εάν ο ιός αυτός εμφανίστηκε «φυσικά» στην άγρια ζωή ή εάν διέρρευσε από κάποιο εργαστήριο - και συγκεκριμένα από το Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν (WIV).

Ως προς αυτό, η Κίνα ακολουθεί μια τακτική συσκότισης παρά διαφάνειας. Το καθεστώς του Σι έχει παρεμποδίσει την ανεξάρτητη επιστημονική έρευνα για την προέλευση του SARS-CoV-2, υποστηρίζοντας ότι οποιαδήποτε τέτοια έρευνα ισοδυναμεί με «τρομοκρατία εντοπισμού προέλευσης». Όταν η Αυστραλία ζήτησε να διεξαχθεί έρευνα για τον χειρισμό της επιδημίας εκ μέρους της Κίνας, η κυβέρνηση του Σι την τιμώρησε με μια σειρά άτυπων κυρώσεων.

Ωστόσο, η Κίνα είχε και βοηθούς στη συγκάλυψη της κακής συμπεριφοράς της. Στις αρχές της πανδημίας, ο γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Αντάνομ Γκεμπρεγέσους, βρέθηκε να «παπαγαλίζει» τα επιχειρήματα της κινεζικής κυβέρνησης και να επαινεί τους κινεζικούς χειρισμούς. Αντί να εξετάσει και να διασταυρώσει τους ισχυρισμούς της Κίνας, ο ΠΟΥ τους αναμετέδωσε σε όλο τον κόσμο.

Αλλά και η Γαλλία και η Γερμανία, αντί να καταδικάσουν αυτή την αποτυχία της παγκόσμιας ηγεσίας στον τομέα της Υγείας, πρωτοστάτησαν στην υποστήριξη της υποψηφιότητας του Τέντρος για μια δεύτερη θητεία στο τιμόνι του ΠΟΥ, ενώ και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν να μην προτείνουν άλλον υποψήφιο για τη διεκδίκηση της θέσης. Έτσι, χωρίς αντίπαλο, ο Τέντρος θα ηγηθεί πλέον αυτού του κρίσιμου θεσμού για άλλα πέντε χρόνια.

Πολλά εργαστήρια στη Δύση ασχολούνται με την έρευνα για την κατασκευή «υπερ-ιών», ενώ οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν και δεσμούς με το Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν

Επίσης, η Δύση βοήθησε την Κίνα να αποσπάσει την προσοχή από την υπόθεση της διαρροής εργαστηρίου. Πολλά εργαστήρια στη Δύση ασχολούνται με την έρευνα για την κατασκευή «υπερ-ιών», ενώ οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν και δεσμούς με το Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν - ένα ινστιτούτο σχεδιασμένο από Γάλλους, στο οποίο έχει διεξαχθεί και έρευνα που χρηματοδοτείται από τις ΗΠΑ. Επίσης, τόσο ο οργανισμός National Institutes of Health (κύριος φορέας βιοϊατρικής και υγειονομικής έρευνας στις ΗΠΑ) όσο και ο οργανισμός διεθνούς ανάπτυξης των ΗΠΑ USAID έχουν δώσει επιχορηγήσεις στην EcoHealth Alliance, μια ομάδα που μελετά τους κορονοϊούς των νυχτερίδων σε συνεργασία με ερευνητές του Ινστιτούτου Ιολογίας της Γουχάν.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έχει αποκαλύψει την πλήρη έκταση της χρηματοδότησής της σε έργα Ινστιτούτου της Γουχάν, πόσω μάλλον δεν έχει εξηγήσει για ποιον λόγο οι υπηρεσίες της θα χρηματοδοτούσαν έρευνα σε ένα ίδρυμα που συνδέεται με τον κινεζικό στρατό. Ενα ενημερωτικό δελτίο που εξέδωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ τον Ιανουάριο του 2021 διακήρυττε ότι οι ΗΠΑ έχουν «δικαίωμα και υποχρέωση να διαπιστώσουν εάν μέρος από την ερευνητική μας χρηματοδότηση διοχετεύτηκε σε μυστικά κινεζικά στρατιωτικά έργα στο Ινστιτούτο της Γουχάν». Ωστόσο, γιατί κρίθηκε αποδεκτή μια τέτοια διακινδύνευση εξαρχής;

Οι συγκρούσεις συμφερόντων γύρω από την υπόθεση της διαρροής εργαστηρίου διαστρέβλωσαν τις πρώτες συζητήσεις σχετικά με την προέλευση του SARS-CoV-2. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επιστολή που υπέγραφε μια ομάδα ιολόγων και δημοσιεύτηκε στο «Lancet» τον Φεβρουάριο του 2020.

Η επιστολή «καταδίκαζε έντονα» όσους «υπονοούσαν ότι ο SARS-CoV-2 δεν ήταν φυσικής προέλευσης». Το μήνυμα ήταν σαφές: το να προσδώσει κανείς οποιαδήποτε αξιοπιστία στην πιθανότητα διαρροής εργαστηρίου θα ήταν αντιεπιστημονικό. Η επιστολή αποδείχθηκε ότι οργανώθηκε και συντάχθηκε από τον πρόεδρο της EcoHealth Alliance. Αλλά μέχρι να έρθουν στο φως οι συγκρούσεις συμφερόντων ήταν πια πολύ αργά. Μεγάλοι αμερικανικοί ειδησεογραφικοί οργανισμοί και κολοσσοί των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αντιμετώπιζαν την υπόθεση της διαρροής εργαστηρίου ως αβάσιμη θεωρία συνωμοσίας, με το Facebook, το Instagram και το Twitter να λογοκρίνουν αναφορές για εργαστηριακό ατύχημα.

Ωστόσο, δεν είναι αργά για να μπουν τα πράγματα στη θέση τους. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των Αμερικανών πιστεύουν τώρα ότι είναι «πολύ πιθανό» ο SARS-CoV-2 να διέρρευσε από το Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν. Επιπλέον, καθώς οι νεοϊμπεριαλιστικές φιλοδοξίες της Κίνας έχουν καταστεί απολύτως σαφείς, οι δυσμενείς απόψεις για την Κίνα έχουν φτάσει σε υψηλά επίπεδα-ρεκόρ σε πολλές προηγμένες οικονομίες. Εάν οι παγκόσμιοι ηγέτες θέλουν «λαϊκή εντολή» προκειμένου να διεξαγάγουν περαιτέρω έρευνες σχετικά με την προέλευση της πανδημίας, είναι βέβαιο πως θα την έχουν. Η πανδημία COVID-19 δεν είναι η πρώτη «Made in China» πανδημία - από την Κίνα προήλθε η SARS το 2003, η ασιατική γρίπη το 1957, η γρίπη του Χονγκ Κονγκ το 1968 και η ρωσική γρίπη το 1977. Και εάν ο κόσμος δεν φροντίσει να καταστήσει υπόλογη την Κίνα, τότε δεν θα είναι αυτή η τελευταία.

Ένα ευχαριστώ στον Μπράχμα Τσελάνι, καθηγητή Στρατηγικών Σπουδών στο Κέντρο Πολιτικής Ερευνας στο Νέο Δελχί και συγγραφέα του «Water, Peace and War: Confronting the Global Water Crisis» («Νερό, ειρήνη και πόλεμος: Αντιμετωπίζοντας την παγκόσμια κρίση νερού»), για το πόνημά του σχετικά με τον COVID-19.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 19 Φεβρουαρίου 2022