Μετά το ουσιαστικό κραχ της δυτικής οικονοµίας -που συνεχίζεται από το 2008 και ύστερα- και της µονοπολικής στρατηγικής του αµερικανικού Πενταγώνου, από το 2011 βρισκόµαστε µπροστά σε µια πρωτοφανή πραγµατικότητα, που είναι παγκοσµίως αυτοκτονική.

Οταν οι αγγλοσαξονικές και τραπεζικές ελίτ κήρυξαν τον πρώτο ολοκληρωτικό πόλεµο της Ιστορίας, µε την είσοδο των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, ο στόχος ήταν, πέρα από τις ανθρώπινες και υλικές καταστροφές που επέφεραν στο γερµανικό έθνος, να καταρρακώσουν και το πνευµατικό του µέτωπο. Ενας ανάλογος ολοκληρωτικός πόλεµος έχει κηρυχθεί και σήµερα από τη «συλλογική ∆ύση» απέναντι σε όλη την ανθρωπότητα, µε ολοένα και µεγαλύτερη εκµετάλλευση της νέας τεχνολογίας, σε συνδυασµό µε την απώλεια του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης του ανθρώπου.

Εκτός από τους πρόδηλους οικονοµικούς και στρατηγικούς στόχους των ελίτ, καλπάζει στον αγώνα δρόµου της παγκοσµιοποίησης η ηθική και πνευµατική εξαχρείωση: η απανθρωποποίηση, στο πλαίσιο µιας καθορισµένης κοινωνικοπολιτικής δυστοπίας. Σε αυτόν τον αγώνα δρόµου, οι εγχώριες ελίτ είναι πρωταθλήτριες. Η Ελλάδα, βυθισµένη στον µηδενισµό, έχει χάσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και της αυτοεκτίµησης, καθώς νέες δυνάµεις του πολυπολικού κόσµου εκπέµπουν µια σφριγηλή, αναθεωρητική στρατηγική της έντασης. Κι αυτό συµβαίνει ήδη στη γειτονιά µας, στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, την ώρα που η κατάσταση στη χώρα µας θυµίζει τον τίτλο της µυθιστορηµατικής τριλογίας «Ακυβέρνητες πολιτείες» του Στρατή Τσίρκα, εµπνευσµένο από τον στίχο «Ιερουσαλήµ, ακυβέρνητη πολιτεία...».

Η περίοδος του Β’ Παγκόσµιου Πολέµου και του αντιφασιστικού αγώνα που πραγµατεύεται το εν λόγω µυθιστόρηµα επέφερε στην Ελλάδα ανυπολόγιστες καταστροφές και τεράστια δεινά. Περισσότερα από 600.000 ήταν τα θύµατα από τον πόλεµο, την τριπλή κατοχή, την πείνα και τις εκτελέσεις. Η κατάρρευση της οικονοµίας υπήρξε ραγδαία λόγω των µεγάλων ζηµιών που προκλήθηκαν στα δηµόσια έργα και τις εγκαταστάσεις, των εξόδων κατοχής και του υποχρεωτικού κατοχικού δανείου προς τη Γερµανία. Ολες σχεδόν οι σιδηροδροµικές γέφυρες ανατινάχθηκαν, το 80% του τροχαίου υλικού καταστράφηκε, το 73% του εµπορικού στόλου βυθίστηκε. Την ώρα που ο ελληνικός λαός πλήρωνε αυτό το βαρύ τίµηµα, η Τουρκία παρέµενε ο «επιτήδειος ουδέτερος» από την αρχή µέχρι, σχεδόν, τη λήξη του πολέµου. Ετσι κατάφερε να διαφυλάξει την ακεραιότητά της, κρατώντας ίσες αποστάσεις από ∆υτικούς συµµάχους και Ρωσία, ενώ παράλληλα συνέχιζε την οικονοµική συνεργασία της µε τον Αξονα, τροφοδοτώντας µε πρώτες ύλες τη γερµανική πολεµική βιοµηχανία. Εντούτοις, οι άσπονδοι σύµµαχοί µας, παρά τις µεγαλόστοµες διακηρύξεις τους περί «ηρώων» Ελλήνων κ.λπ., ήταν πάντα έτοιµοι να µας «πουλήσουν» στην Αγκυρα. Ενώ εµείς εξακολουθούσαµε να πολεµούµε µαζί τους, εκείνοι διαπραγµατεύονταν µε τους Τούρκους πίσω από την πλάτη µας, έτοιµοι να τους παραχωρήσουν ιστορικά ελληνικά εδάφη.

Η µυστική επίσκεψη του Τσώρτσιλ στην Τουρκία, στις 31 Ιανουαρίου 1943, η οποία αποκαλύφθηκε 63 χρόνια µετά τη λήξη του πολέµου (2008), όταν συντάκτης των «Times», ο Μ. Λούκας, δηµοσιοποίησε τα σχετικά αρχεία του Foreign Offi ce, και η συνάντηση µε τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ισµέτ Ινονού, στα Αδανα είναι ένα από αυτά τα σχετικά άγνωστα επεισόδια του διπλωµατικού παιγνίου των Αγγλων σε βάρος της Ελλάδας. Ο Τσώρτσιλ πίστευε ότι είχε έρθει ο καιρός να µπει η Τουρκία στον πόλεµο, στο πλευρό των Συµµάχων, και ήταν πρόθυµος να της δώσει τα ∆ωδεκάνησα, τη Θράκη και την Κύπρο ακόµα, προκειµένου να φύγει από την ουδετερότητά της. Αυτή η διαχρονική τουρκική στρατηγική φαίνεται και σήµερα, καθώς, στις αρχές ενός πιο γενικευµένου και επικίνδυνου πολέµου, η Τουρκία ακολουθεί για µία ακόµα φορά µια συνετή ουδετερότητα, πολλαπλώς ωφέλιµη γι’ αυτήν, την ώρα που στην Ελλάδα όλες οι πολιτικές πτέρυγες του ευρωατλαντισµού υπηρετούν ενδοτικά τους σχεδιασµούς του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία «παίζει» µε δύο βάρκες, γιατί έχει δική της ελίτ και δική της εθνική στρατηγική, ενώ σε εµάς κυριαρχούν οι «φιλήκοοι των ξένων» (Καποδίστριας), που τάσσονται εθελόδουλα µε τη «σωστή πλευρά της Ιστορίας»... κι ό,τι µας δώσουν.

Οι Τούρκοι κάνουν κινήσεις τακτικής για να επιτύχουν τους στόχους τους, ενώ το δικό µας πολιτικό προσωπικό έχει µάθει να είναι υποτακτικό στους εντολείς τού εδώ προτεκτοράτου. Στο σκεπτικό τους δεν υπάρχει το εθνικό συµφέρον, παρά µόνον η εξυπηρέτηση των προσωπικών τους επιδιώξεων. Και, το χειρότερο, δεν υπάρχει καµία εµπιστοσύνη στην ελκτική δύναµη του ελληνικού πολιτισµού, που θα µπορούσε να είναι το πιο ισχυρό µας όπλο. Μέσα σε αυτό το κλίµα, οι δύο κρίσιµες εκλογικές αναµετρήσεις του Μαΐου σε Ελλάδα και Τουρκία θα διαµορφώσουν το µέλλον της περιοχής σε σχέση µε τη ∆ύση και την Ευρασία. Η συµπεριφορά των Τούρκων ψηφοφόρων στις εκλογές της 14ης Μαΐου διέψευσε όλες τις δηµοσκοπήσεις και τα φιλοδυτικά δηµοσιεύµατα των ΜΜΕ, εδώ και στην υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, που «αποτελείωναν» τον Ερντογάν από τον πρώτο γύρο. Οι προβλέψεις ότι ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα έχανε από τον αρχηγό της ενωµένης αντιπολίτευσης, Κεµάλ Κιλιτσντάρογλου, αποδείχτηκαν περισσότερο ευχολόγια παρά σοβαρές εκτιµήσεις. Για άλλη µία φορά διαφάνηκε ότι οι κατά παραγγελίαν και πληρωµένες συνήθως δηµοσκοπήσεις είναι ένα όργανο νουθεσίας των αναποφάσιστων και όχι ακριβείς προβλέψεις. Οι δε παρουσιαστές των ειδήσεων και των πολιτικών εκποµπών µεταδίδουν περισσότερο αυτά που εύχονται (ή που πληρώνονται) να γίνουν και όχι αυτά που πραγµατικά συµβαίνουν.

Η υπερψήφιση του ΑΚΡ (Adalet ve Kalkinma Partisi - Κόµµα ∆ικαιοσύνης και Ανάπτυξης) ακόµα και στις νότιες επαρχίες, που επλήγησαν σκληρά από τον σεισµό, δείχνει ότι η αφοσίωση των λαϊκών στρωµάτων της Τουρκίας στον Ερντογάν δεν έχει κλονιστεί όσο µας προϊδέαζαν. Η µαζική προσέλευση των Τούρκων ψηφοφόρων στις κάλπες και η σαρωτική επικράτηση του κυβερνώντος κόµµατος στις βουλευτικές εκλογές καταγράφουν ένα σαφές αντιδυτικό πνεύµα στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, το οποίο εν πολλοίς υπάρχει και στους κόλπους κάποιων συνιστωσών της αντιπολίτευσης. Ο Κιλιτσντάρογλου, που ήθελε να δώσει «γην και ύδωρ» στη ∆ύση και τον οποίο αβάνταρε ανοικτά η πρεσβεία των ΗΠΑ, έπαιξε όλα τα χαρτιά του και έχασε καθαρά.

* Περιεχόµενο εκποµπής µας «Ο Εξαρχείων», στον «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1 FM, µε τον συνεργάτη µου, δηµοσιογράφο Λεωνίδα Αποσκίτη