Η απελευθέρωση της Αθήνας ήταν µια µεγάλη γιορτή - και όχι µόνο για µία µέρα, για πολλές. Ο λαός ξεχύθηκε στους δρόµους.

Στις 14 Οκτωβρίου, στον επίσηµο εορτασµό της απελευθέρωσης, ένα τεράστιο πλήθος µαζεύτηκε σε συλλαλητήριο. Στις 18 Οκτωβρίου, που ήρθαν ο Γεώργιος Παπανδρέου και τα υπόλοιπα µέλη της κυβέρνησης, έγινε επίσης µεγάλη συγκέντρωση στο Σύνταγµα. Κυριαρχούσαν τα ΕΑΜικά αντιστασιακά τραγούδια και συνθήµατα

. Ο Γ. Παπανδρέου απαντώντας στον κόσµο, που ζητούσε «λαοκρατία», απήντησε το γνωστό «Πιστεύοµεν και εις την λαοκρατίαν». ∆εν ξεχάσαµε τους νεκρούς µας στις πρώτες εκείνες εκδηλώσεις µας. Στήσαµε πρόχειρες αναµνηστικές στήλες µε τα ονόµατά τους στα ανώτατα ιδρύµατα. Με συγκίνηση θυµάµαι την πρώτη µεγάλη συγκέντρωσή µας, στις 13 Οκτωβρίου, στον Αγιο Νικόλαο (Ασκληπιού), όπου χιλιάδες, γονατιστοί, τραγουδούσαµε το «Επέσατε θύµατα».

Αξέχαστες µένουν οι βραδινές πολιτιστικές εκδηλώσεις της Σπουδάζουσας, στον άξονα Ανωτάτη Εµπορική - Πολυτεχνείο - Κεντρικό Πανεπιστήµιο. ∆εκάδες σπουδαστές µε δαυλούς έδιναν µπροστά στα Προπύλαια αυτοσχέδιες παραστάσεις, που ενέπνεαν αισιοδοξία για το ειρηνικό µέλλον της πατρίδας, για την ανοικοδόµησή της.

Το κλίµα ενθουσιασµού και έξαρσης εκείνων των ηµερών δεν είναι εύκολο να περιγραφεί. Ούτε όµως να αποδοθούν η έντονη ανησυχία και η αγωνία, που ήταν διάχυτες. Από την πρώτη κιόλας εβδοµάδα, η κατάσταση γινόταν εκρηκτική. Χίτες οργανωµένοι σε οµάδες εξορµούσαν από ορισµένα κεντρικά ξενοδοχεία και προκαλούσαν τον κόσµο που διαδήλωνε. Στις 13 Οκτωβρίου, σε επίσηµη δοξολογία στη Μητρόπολη, όπου είχαν κληθεί οι πάντες, και η επίσηµη ηγεσία του ΕΑΜ, πρωτακούστηκε το σύνθηµα «Θάνατος στους κοµµουνιστές».

Οι Αγγλοι ήρθαν στην Αθήνα στις 14 Οκτωβρίου. Το Στρατηγείο τους εγκαταστάθηκε στο Μετοχικό Ταµείο Στρατού, όπου βρισκόταν πριν το στρατηγείο των Γερµανών. Ο ερχοµός τους όξυνε τις προκλήσεις. Στις 15 Οκτωβρίου όλες µαζί οι αντιΕΑΜικές οµάδες επιχείρησαν να οργανώσουν µεγάλη διαδήλωση. Αντί για τις εκατοντάδες χιλιάδες κόσµο που συγκεντρώνονταν στις διαδηλώσεις του ΕΑΜ, κατάφεραν να συγκεντρώσουν πέντε ως έξι χιλιάδες. Επικράτησαν τα συνθήµατα «Θάνατος στους κοµµουνιστές», «Θάνατος στο ΕΑΜ», έγινε επίθεση στα προσωρινά γραφεία του ΚΚΕ, έπεσαν πυροβολισµοί. Αµέσως κινητοποιήθηκαν αρκετές χιλιάδες κόσµου και η σύγκρουση αποτράπηκε. Ακόµα µεγαλύτερη πρόκληση αποτέλεσε ο ερχοµός της ταξιαρχίας Ρίµινι, γιατί δόθηκε πολιτικός χαρακτήρας - αντιΕΑΜικός.

Είχε αρχίσει η επικίνδυνη διολίσθηση προς ένοπλη εµφύλια σύγκρουση. Ορισµένοι από τους τότε ηγέτες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ υποστηρίζουν, κάνοντας µάλιστα και αυτοκριτική, πως, για να αποφευχθεί µια τέτοια εξέλιξη, θα έπρεπε το ΕΑΜ να προχωρήσει από την πρώτη στιγµή δυναµικά στην κατάληψη της εξουσίας. Στην πραγµατικότητα, ο καθένας αποποιείται των ευθυνών του, οι οποίες επιρρίπτονται στον Γιώργη Σιάντο, που πέθανε νωρίς και δεν έχει γράψει τις αναµνήσεις του. Αν κρίνει κανείς τα πράγµατα από την άποψη των εσωτερικών δυναµικών συσχετισµών, η κατάληψη της εξουσίας µπορούσε να γίνει: Είτε στις 12 Οκτωβρίου, αµέσως µε την απελευθέρωση της Αθήνας. Είτε στις 15 Οκτωβρίου, κατά τη διάρκεια της προκλητικής διαδήλωσης των αντιΕΑΜικών οµάδων. Είτε λίγες µέρες αργότερα. Μια τέτοια αντιµετώπιση θα έβρισκε, ως έναν βαθµό, δικαιολόγηση στις προθέσεις των Αγγλων, αλλά και στις προκλήσεις των αντιΕΑΜικών οµάδων. Είναι επίσης φυσικό να σκεφτεί κανείς ότι µια ηγεσία που διεξάγει τόσο σκληρό πολιτικό αγώνα επιδιώκει ο αγώνας της να τη φέρει στην εξουσία, διακινδυνεύοντας µάλιστα. Αλλωστε, όλα φαίνονταν να δείχνουν ότι ήταν σχεδόν εύκολο να πάρει το ΕΑΜ την εξουσία.

Εύλογα είναι τα ερωτήµατα που χρειάζεται vα απαντηθούν, έστω εκ των υστέρων, µε ψυχραιµία και αντικειµενικότητα: Επρεπε το ΕΑΜ, µε τις δυνάµεις που διέθετε, να καταλάβει την εξουσία; Ηταν δυνατό αυτό να γίνει; Είναι πολύ δύσκολο να είναι κανείς αντικειµενικός όταν αναφέρεται στην ιστορία γεγονότων που έζησε. Είναι πολύ πιο δύσκολο όταν πρόκειται για τις 52 µέρες της απελευθέρωσης και τις κατοπινές 33 µέρες των «∆εκεµβριανών». Περιγράφοντάς τα, ξαναζώ αναγκαστικά την ένταση και τη φόρτιση των ηµερών, που ήταν από τις κορυφαίες στιγµές της αγωνιστικής µου δράσης. Μήπως θα έπρεπε να παραιτηθώ από µια τέτοια εκτίµηση; Θα δίσταζα, αν δεν ήξερα πως η ιστορική επιστήµη δεν έχει συναισθηµατισµούς. Εξάλλου, κρίνοντας κρίνοµαι.

-Ο «πειρασµός» για κατάληψη της εξουσίας είναι αναµφισβήτητος και φυσιολογικός. Πρέπει όµως µε σαφήνεια να χαράζεται ο δρόµος για την επίτευξη του στόχου. Ωστόσο, από τη µια µεριά, στις µέρες της απελευθέρωσης υπήρξαν ενέργειες δυναµικές, όπως συλλήψεις δοσιλόγων (η απόφαση µάλιστα του Πολιτικού Γραφείου στις 17 Οκτωβρίου όριζε να παραδίδονται σε λαϊκά δικαστήρια), η παραµονή σε επιφυλακή των κύριων δυνάµεων του ΕΛΑΣ Αθήνας στα φρουραρχεία, διατηρώντας πλήρως τον οπλισµό του, και άλλες, που έδιναν την εντύπωση ότι κλιµακώνεται η δράση για την πραγµατοποίηση του στόχου αυτού. Από την άλλη µεριά, η πρώτη κιόλας προκήρυξη του Π.Γ. έλεγε «Ζήτω η εθνική κυβέρνηση». Η απόφασή του στις 17 Οκτωβρίου µιλούσε για «τα γενναία τέκνα της φιλελεύθερης και συµµάχου Μεγάλης Βρετανίας», που «θα βρουν την πιο µεγάλη υποδοχή και υποστήριξη» και προσέθετε: «Υποστηρίζουµε την κυβέρνηση εθνικής ενότητας, γιατί οι προγραµµατικοί της σκοποί συµπίπτουν µε τους άµεσους σκοπούς του αγώνα µας».

- Μια τέτοια απόφαση (για κατάληψη της εξουσίας) έπρεπε να έχει παρθεί πολύ νωρίτερα, τουλάχιστον πριν από τη συµφωνία του Λιβάνου. Ηταν πλέον αργά, ακόµα και αν δεν αντιδρούσαν οι σύµµαχοι, πράγµα που δεν ήταν καθόλου σίγουρο. Χρειαζόταν ανάλογη πολιτική προετοιµασία (να µην υπογραφούν οι συµφωνίες Λιβάνου και Γκαζέρτας ή, τουλάχιστον, αµέσως να καταγγελθούν), καθώς και µια ανάλογη στρατιωτική ετοιµότητα (να έχουν µπει τουλάχιστον δυνάµεις του τακτικού ΕΛΑΣ στην Αθήνα, αν και απαγορευόταν από τη συµφωνία της Γκαζέρτας).

- Ηταν δυνατή η κατάληψη; Ο λαός κυριαρχούσε στην Αθήνα και ακολουθούσε το ΕΑΜ, µε την προϋπόθεση όµως ότι τηρούσε τις συµφωνίες για την εθνική ενότητα. Εποµένως, παρά τις προκλήσεις και τους τραµπουκισµούς ορισµένων οµάδων, Χιτών και άλλων, η απόπειρα κατάληψης της εξουσίας από το ΕΑΜ, τις µέρες της απελευθέρωσης, θα σήµαινε κατάφωρη παραβίαση των συνθηκών. Αυτό θα µείωνε σηµαντικά την απήχηση και επίδραση του ΕΑΜ στον κόσµο.

- Οι Αγγλοι δεν θα δέχονταν να αφήσουν το «οχυρό» τους, την Ελλάδα. Θα χρησιµοποιούσαν, επιπλέον, τη σύγκρουση ως δικαιολογία για καθυστερήσεις στο δυτικό µέτωπο, για αιτιάσεις προς τους Σοβιετικούς, οι οποίοι -παίρνοντας υπόψη και την όλη ως τότε στάση τους- δεν θα υποστήριζαν το ελληνικό ΕΑΜικό κίνηµα.

- Το συµπέρασµά µου είναι ότι εκείνη τη στιγµή η απόπειρα για κατάληψη της εξουσίας και σχηµατισµό κυβέρνησης µόνο από το ΕΑΜ δεν θα µπορούσε να έχει επιτυχία. Θα ήταν, ίσως, δυνατό να δηµιουργήσει καλύτερες -απ’ ό,τι τελικά έγινε στη Βάρκιζα- προϋποθέσεις για έναν συµβιβασµό. Μια τέτοια απόπειρα όµως δεν θα ήταν σωστή. Θα µείωνε ηθικοπολιτικά το ΕΑΜ που παραβίαζε τις συνθήκες. ∆εν θα εξασφάλιζε έτσι τη λαϊκή υποστήριξη, ενώ θα ήταν σύνθηµα για την περιπέτεια του εµφύλιου πολέµου. Αλλά, και σε περίπτωση επιτυχίας, θα υπήρχε η κατάφωρη παραβίαση των δηµοκρατικών διαδικασιών. Για τα αποτελέσµατά της µιλούν οι χώρες του υπαρκτού σοσιαλισµού, µιλούν η φιλοσοφία, η ιδεολογία, η λογική που κυριαρχούσαν στο ΚΚΕ.

Σε µια τόσο σοβαρή και περίπλοκη κατάσταση ούτε µία φορά δεν είχε συνεδριάσει η Κ.Ε. του ΚΚΕ και, αντίστοιχα, η Κ.Ε. του ΕΑΜ. Από τα τέλη Οκτωβρίου, µάλιστα, δεν συνεδρίαζε κανονικά ούτε το Πολιτικό Γραφείο, µε δικαιολογία την αρρώστια του Ιωαννίδη. Η ενδηµική «αρρώστια» της ηγεσίας του ΚΚΕ, να µη λειτουργεί ως συλλογική καθοδήγηση, δεν προβλήθηκε ποτέ ως αιτία, γιατί ήταν φυσιολογική αντίδραση του οργανισµού του. Ετσι, αντί για µια συλλογικά επεξεργασµένη και συνολική απόφαση, υπήρξαν οι ταλαντεύσεις ως προς την πορεία των γεγονότων, συχνά και αυθαιρεσίες, που µόνον προσχήµατα έδιναν στους Αγγλους και στους αντιπάλους του ΕΑΜ.

Γρηγόρης Φαράκος, «Μαρτυρίες και στοχασµοί 1941-1991», Εκδόσεις «Προσκήνιο», Αθήνα 1993, σελ. 50-52

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 21/10