ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Οι δημοσκοπήσεις που «τελειώνουν» τον Τσίπρα
με τον Γιάννη Κουρτάκη
Πανικό και έντονο προβληματισμό προκαλούν στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ
τα ευρήματα των πρώτων δημοσκοπήσεων που διενεργήθηκαν μετά το καλοκαίρι. Και αυτό γιατί, όπως προκύπτει από το σύνολο των ερευνών, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δείχνει να αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά ζητήματα, ικανά να συρρικνώσουν ακόμη περισσότερο τα ποσοστά του. Σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία για την κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν καρπώνεται οφέλη, αλλά, απεναντίας, χάνει δυνάμεις, με τον Αλέξη Τσίπρα να καταρρέει ως ηγετική προσωπικότητα.
Το βασικό πρόβλημα για τον τέως πρωθυπουργό εστιάζεται τόσο στην έλλειψη προγραμματικού λόγου όσο και στην εικόνα που παρουσιάζει προς τα έξω το κόμμα του. «Εμφανίζεται όμηρος του κάθε Κοτζιά...», αναφέρει με νόημα έμπειρος δημοσκόπος. Η αδυναμία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης να πάρει αποφάσεις που θα του επιτρέψουν να δημιουργήσει έναν νέο πολιτικό φορέα, απαλλαγμένο από τα βαρίδια του παρελθόντος, είναι εκείνη που τον οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο πολιτικό περιθώριο.
Μάλιστα, αν η τάση που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις δεν αναστραφεί άμεσα, το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και προσωπικά του κ. Τσίπρα, θα παγιωθεί. Με τα σημερινά δεδομένα και έχοντας καταφέρει σημαντική διείσδυση στην κεντροαριστερή δεξαμενή ο κ. Μητσοτάκης, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να αναζητήσει ζωτικό (πολιτικό) χώρο, για να εξακολουθήσει να υπάρχει ως πρωταγωνιστική πολιτική δύναμη. Διαφορετικά, αν συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα επιστρέψει στις «δόξες» του παρελθόντος. Φυσικά, η εξεύρεση μιας νέας στρατηγικής δεν είναι ό,τι πιο εύκολο θα μπορούσε να επιχειρήσει ο αδύναμος σε όλα τα επίπεδα Τσίπρας. Και αυτό γιατί από τα ποιοτικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων προκύπτει ένα βασικό συμπέρασμα σε σχέση με τη φυσιογνωμία του εκλογικού σώματος. Πλέον, οι ψηφοφόροι είναι χωρισμένοι σε «συστημικούς» και «αντισυστημικούς». Πριν από τις εκλογές του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιμνημονιακή δύναμη, «καβάλησε» το ρεύμα των «αντισυστημικών», δημιουργώντας μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ένα πλειοψηφικό ρεύμα. Τα 4,5 χρόνια της διακυβέρνησης ο κ. Τσίπρας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τους πολιτικούς ακτιβισμούς, μετατρέποντας κόμμα και εαυτόν σε κάτι απόλυτα συστημικό. Μετά την ήττα του περυσινού Ιουλίου και βλέποντας ότι στον συγκεκριμένο χώρο κυριαρχεί πλέον ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιχείρησε να επιστρέψει στο παλιό και δοκιμασμένο μοντέλο του «αντισυστήματος».
Η νέα στροφή έχει βγάλει -όπως φαίνεται- εκτός παιχνιδιού τον τέως πρωθυπουργό, αφού πλέον κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι μπορεί να εκφράσει το «αντί». Πέραν όλων των άλλων, ο κ. Τσίπρας είναι και ένα παλιό πολιτικό προϊόν, αφού εκτός από τα 4,5 χρόνια της διακυβέρνησής του μετρά ήδη και 12 χρόνια ως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα και με δεδομένο το κενό πολιτικής που παρατηρείται στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσοι διαβάζουν καλά τις δημοσκοπήσεις εκτιμούν ότι, αν βρεθεί ένα πρόσωπο που με επάρκεια θα εκφράσει τον κεντροαριστερό χώρο, τότε ο κ. Τσίπρας θα ψάχνει ποσοστά, στελέχη, μα, κυρίως, ψηφοφόρους.
Το βασικό πρόβλημα για τον τέως πρωθυπουργό εστιάζεται τόσο στην έλλειψη προγραμματικού λόγου όσο και στην εικόνα που παρουσιάζει προς τα έξω το κόμμα του. «Εμφανίζεται όμηρος του κάθε Κοτζιά...», αναφέρει με νόημα έμπειρος δημοσκόπος. Η αδυναμία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης να πάρει αποφάσεις που θα του επιτρέψουν να δημιουργήσει έναν νέο πολιτικό φορέα, απαλλαγμένο από τα βαρίδια του παρελθόντος, είναι εκείνη που τον οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο πολιτικό περιθώριο.
Μάλιστα, αν η τάση που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις δεν αναστραφεί άμεσα, το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και προσωπικά του κ. Τσίπρα, θα παγιωθεί. Με τα σημερινά δεδομένα και έχοντας καταφέρει σημαντική διείσδυση στην κεντροαριστερή δεξαμενή ο κ. Μητσοτάκης, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να αναζητήσει ζωτικό (πολιτικό) χώρο, για να εξακολουθήσει να υπάρχει ως πρωταγωνιστική πολιτική δύναμη. Διαφορετικά, αν συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα επιστρέψει στις «δόξες» του παρελθόντος. Φυσικά, η εξεύρεση μιας νέας στρατηγικής δεν είναι ό,τι πιο εύκολο θα μπορούσε να επιχειρήσει ο αδύναμος σε όλα τα επίπεδα Τσίπρας. Και αυτό γιατί από τα ποιοτικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων προκύπτει ένα βασικό συμπέρασμα σε σχέση με τη φυσιογνωμία του εκλογικού σώματος. Πλέον, οι ψηφοφόροι είναι χωρισμένοι σε «συστημικούς» και «αντισυστημικούς». Πριν από τις εκλογές του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιμνημονιακή δύναμη, «καβάλησε» το ρεύμα των «αντισυστημικών», δημιουργώντας μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ένα πλειοψηφικό ρεύμα. Τα 4,5 χρόνια της διακυβέρνησης ο κ. Τσίπρας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τους πολιτικούς ακτιβισμούς, μετατρέποντας κόμμα και εαυτόν σε κάτι απόλυτα συστημικό. Μετά την ήττα του περυσινού Ιουλίου και βλέποντας ότι στον συγκεκριμένο χώρο κυριαρχεί πλέον ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιχείρησε να επιστρέψει στο παλιό και δοκιμασμένο μοντέλο του «αντισυστήματος».
Η νέα στροφή έχει βγάλει -όπως φαίνεται- εκτός παιχνιδιού τον τέως πρωθυπουργό, αφού πλέον κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι μπορεί να εκφράσει το «αντί». Πέραν όλων των άλλων, ο κ. Τσίπρας είναι και ένα παλιό πολιτικό προϊόν, αφού εκτός από τα 4,5 χρόνια της διακυβέρνησής του μετρά ήδη και 12 χρόνια ως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα και με δεδομένο το κενό πολιτικής που παρατηρείται στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσοι διαβάζουν καλά τις δημοσκοπήσεις εκτιμούν ότι, αν βρεθεί ένα πρόσωπο που με επάρκεια θα εκφράσει τον κεντροαριστερό χώρο, τότε ο κ. Τσίπρας θα ψάχνει ποσοστά, στελέχη, μα, κυρίως, ψηφοφόρους.