Κάθε μεγάλη και γενναία μετάβαση σε μια νέα εποχή χρειάζεται απαραιτήτως το δικό της ιστορικό και ιδεολογικό στίγμα. Το όραμα που θα τραβήξει τη διαχωριστική γραμμή με το χτες, θα ανοίξει ένα καινούργιο κεφάλαιο στην Ιστορία και θα βάλει οριστική τελεία στο προηγούμενο. Μια τέτοια ιστορική φάση βιώνουμε αυτή την εποχή, με την Ελλάδα να βρίσκεται σε ένα πρωτοφανές και συνεχώς αυτοτροφοδοτούμενο κοινωνικοπολιτικό τέλμα και το πολιτικό σύστημα, με χαλασμένη πυξίδα, να προσπαθεί να δώσει λύσεις νεκρανασταίνοντας και αναμασώντας ένα παρελθόν που νομοτελειακά έχει κλείσει πλέον τον κύκλο του.

Η αλλαγή σελίδας, όμως, έρχεται μόνο με πραγματικό όραμα και ιδέες. Δεν είναι τυχαίο πως ακόμα και σήμερα η κοινή γνώμη θεωρεί πως δύο ηγέτες άφησαν το στίγμα τους στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Γιατί και οι δύο κατάφεραν να συνδέσουν το όνομά τους με ένα νέο και εμφατικό ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο. Οι υπόλοιποι, που ακολούθησαν, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο, πάτησαν στα δικά τους χνάρια και προσπάθησαν να αντιγράψουν τις δικές τους αντιλήψεις. Το σημερινό πολιτικό σύστημα μοιάζει με ένα ασταμάτητο μνημόσυνο για τα δικά τους πεπραγμένα. Ενα πολιτικό νεκροταφείο, που αναπαράγει συνεχώς τον εαυτό του και είναι ανίκανο να σπάσει τα δεσμά που το κρατάνε στο χτες.

Πράγματι, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το 1975, με την Ε’ Αναθεωρητική Βουλή, άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του, καθώς εγκαθίδρυσε την Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία, που είχε δύο βασικές αποστολές: την εδραίωση της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, μετά τη χούντα των συνταγματαρχών, και την είσοδο της χώρας στο κλαμπ των ισχυρών της Ευρώπης. Μπροστά από την εποχή του, στάθηκε ίσος προς ίσο απέναντι στους μεγάλους Ευρωπαίους ηγέτες της γενιάς του και έκανε την Ελλάδα μια χώρα ευημερούσα και ευρωπαϊκή. Τα δύο μεγάλα στοιχήματα της εποχής του ο Καραμανλής τα πέτυχε. Και η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία, μετά από μια περίοδο έντονης πολιτικής αναταραχής, κατάφερε να φέρει εις πέρας την αποστολή της. Μπορεί σε άλλα να απέτυχε, αλλά αυτοί οι δύο βασικοί πυλώνες άλλαξαν τη μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας.

Σήμερα, με μια πρωτόγνωρη οικονομική κρίση να κυνηγά σαν κακός δαίμονας τη χώρα μας και το ευρωπαϊκό τοπίο να αλλάζει ραγδαία, η Ελλάδα είναι όμηρος του παρελθόντος. Ανήμπορη, μίζερη και φοβική, δεν μπορεί να κάνει τις μεγάλες τομές στη δημόσια ζωή και να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες που θα δώσουν ανάσα στον δημόσιο βίο και ελπίδα ξανά στους Ελληνες. Η Ελλάδα, για να μπορέσει να σταθεί στη νέα εποχή που ήδη έχει φτάσει και εμείς δεν την έχουμε αντιληφθεί, θέλει αλλαγές εκ βάθρων. Δεν θέλει άλλα ωραία σλόγκαν, ούτε άλλη διαχείριση ισορροπιών, διαιωνίζοντας τις κακομαθημένες νοοτροπίες της μεταπολιτευτικής ιστορίας της.

Η Ελλάδα πρέπει τώρα να βρει το θάρρος να κλείσει έναν ολόκληρο ιστορικό κύκλο που δεν έχει κάτι άλλο να δώσει. Και να τον κλείσει όχι με λόγια, αλλά με πράξεις.

Οι δομές του πολιτικού συστήματος σήμερα καθιστούν τον πρωθυπουργό όμηρο ακόμα και των βουλευτών του και των πελατειακών σχέσεων που έχουν με τις περιφέρειές τους. Ο πρωθυπουργός σε πολλές περιπτώσεις και να θέλει δεν μπορεί να διοικήσει και να ασκήσει ελεύθερα εκτελεστική εξουσία. Η αλλαγή του Συντάγματος με μια ΣΤ’ Αναθεωρητική Βουλή ή ακόμα και με μια Συντακτική Βουλή μπορεί να δώσει στην Ελλάδα το δικαίωμα στο όνειρο μιας νέας αρχής. Να οικοδομήσει ένα καινούργιο πολιτικό σύστημα, απαλλαγμένο από τα βαρίδια που την κρατάνε δέσμια προσωπικών συμφερόντων της ριζωμένης πελατειακής νοοτροπίας της. Μια τέτοια αλλαγή δεν θα αποτελέσει, φυσικά, πανάκεια για τα προβλήματα, ούτε θα λύσει το μείζον οικονομικό θέμα, αλλά θα είναι η απαρχή ενός οράματος, μιας νέας πνοής και μιας διαφορετικής κουλτούρας. Αυτή μπορεί να είναι η «Τέταρτη Ελληνική Δημοκρατία», που θα βάλει τέλος στην ελεύθερη πτώση της χώρας και θα εμπνεύσει ξανά τον λαό της, σε μια εποχή που όλοι έχουμε αρχίσει να ξύνουμε τον πάτο του βαρελιού και να βλέπουμε το μέλλον πιο δυσοίωνο από ποτέ.

Η «Τέταρτη Ελληνική Δημοκρατία» πρέπει να αποτελέσει τον νέο μας εθνικό στόχο.

Από αυτή εδώ τη στήλη το έχουμε πει πολλές φορές. Η Ελλάδα βρίσκεται στην πιο κρίσιμη καμπή της μεταπολιτευτικής ιστορίας της όχι γιατί χρεοκόπησε οικονομικά, αλλά γιατί αδυνατεί το πολιτικό σύστημα, εγκλωβισμένο στις ίδιες τις δομές του, να γίνει ο γεννήτορας του νέου. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα, με μόνο αντίδοτο το όραμα μιας νέας εποχής. Και είναι βέβαιο πως αυτό το όραμα, αν οι πολιτικοί μας ταγοί αποφασίσουν πως ήρθε η ώρα να υλοποιηθεί, θα αποτελέσει τη σπίθα για μια νέα Ελλάδα και την ουσιαστική διαχωριστική γραμμή με το χθες, που δεν λέει να μας αφήσει να φύγουμε μπροστά.