Το θέμα που ξέσπασε με αφορμή την «καρατόμηση» του επικεφαλής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, Μανώλη Σφακιανάκη, και εν συνεχεία την ανάκληση της σχετικής απόφασης δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο περιστατικό παλινωδίας της σημερινής κυβέρνησης, αλλά τείνει να εξελιχθεί το τελευταίο διάστημα σε κανόνα, με απρόβλεπτες συνέπειες για την ίδια τη χώρα.

Η ελληνική κυβέρνηση, έχοντας όλα τα μεγάλα μέτωπα ανοιχτά, δείχνει πως είναι ανήμπορη να κλείσει ένα θέμα που υφίσταται από την αρχή της θητείας της και προκαλεί πολλά και μεγάλα προβλήματα, όπως αυτό της πολυφωνίας.

Η πρόσφατη διαμάχη δύο κορυφαίων υπουργών, των κ. Κουρουμπλή και Τόσκα, αποτελεί μόνο ένα επεισόδιο των πολλών διενέξεων μεταξύ κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών, οι οποίες αποτελούν μεγάλο ανασταλτικό παράγοντα στη συνέχιση του κυβερνητικού έργου και τελικά στην επίτευξη των στόχων της χώρας. Την ώρα που οι εταίροι περιμένουν απτά αποτελέσματα -κάτι για το οποίο έχει δεσμευτεί και η ελληνική κυβέρνηση-, ο Αλέξης Τσίπρας αδυνατεί να βάλει φρένο στις εσωτερικές διαμάχες και βλέπει το επιτελείο του να αναλώνεται σε εσωτερικές διαμάχες.

Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι μόλις λίγα 24ωρα πριν δημιουργηθεί το μείζον θέμα με την άστοχη αποπομπή του Μανώλη Σφακιανάκη, ενός στελέχους που έχει τιμήσει το Σώμα, είχε γίνει δήλωση του υφυπουργού Υποδομών Π. Σγουρίδη, με την οποία ταύτισε ευθέως τον πρωθυπουργό με τους προκατόχους του, καθώς, όπως είπε, οι υποσχέσεις του προς τους αγρότες θυμίζουν τα «Ζάππεια» του Αντώνη Σαμαρά, τονίζοντας πως έκανε πολλές μη υλοποιήσιμες εξαγγελίες.

Τα παραδείγματα που μπορεί να αναφέρει κάποιος είναι πολλά. Το αποτέλεσμα όμως είναι ένα: έχουν περάσει 13 μήνες και έχουμε ακόμα ένα κυβερνητικό σχήμα που δεν έχει βρει καμία ισορροπία μεταξύ των στελεχών του και, κυρίως, εκπέμπει ένα μήνυμα ότι δεν πιστεύει σε αυτά που καλείται να εφαρμόσει. Το αν όσα προωθεί η κυβέρνηση είναι προς τη σωστή ή τη λάθος κατεύθυνση δεν χρειάζεται ανάλυση. Οι προεκλογικές υπερβολές και η αποτυχημένη διαπραγμάτευση οδήγησαν σε αυτά τα αδιέξοδα που ζούμε σήμερα.

Οι υπουργοί, ωστόσο, και πρώτιστα ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να αντιληφθούν πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την πιστή εφαρμογή ενός επώδυνου προγράμματος, για το οποίο ευθύνονται οι ίδιοι. Οι εσωτερικές παλινωδίες, η πλήρης ασυνεννοησία και η αντιπολίτευση από τους ίδιους τους υπουργούς δεν βοηθούν σε τίποτα αυτή τη στιγμή ούτε την κυβέρνηση ούτε τη χώρα. Αντίθετα, διογκώνουν τα αδιέξοδα και προκαλούν επιπλέον προβλήματα.

Ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να το πάρει απόφαση πως είναι πρωθυπουργός της χώρας σε ένα πολύ κρίσιμο σταυροδρόμι για τις επόμενες δεκαετίες. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι να γυρνάει στο παρελθόν, αλλά να βρει το σθένος η κυβέρνηση, ενωμένη, να ξεπεράσει τον κάβο. Το γεγονός ότι έχει κάνει πολλά λάθη είναι ένα καλό μάθημα για να μη γίνουν ακόμη περισσότερα και πιθανόν πιο μοιραία. Είναι χρέος του πρωθυπουργού να βάλει ένα τέλος σε αυτό το μπαράζ αντιπαραθέσεων, που ανοίγει συνέχεια νέες πληγές.

Η κυβέρνηση έχει λίγα ακόμα περιθώρια να σταματήσει αυτόν τον κατήφορο που ξεκίνησε από την περσινή, αποτυχημένη διαπραγμάτευση. Η συνεχής εσωστρέφεια και η εικόνα που εκπέμπει προς τα έξω αυτή τη στιγμή όχι μόνο δεν αφήνουν κάποια περιθώρια αισιοδοξίας, αλλά, αντίθετα, δίνουν την εντύπωση ότι η κυβέρνηση έχει εγκλωβιστεί σε έναν βάλτο και δεν έχει τη δύναμη να ξεκολλήσει. Και επειδή τα στελέχη της είναι εθισμένα στην αντιπολίτευση ακόμα... και στον εαυτό τους, η μόνη λύση είναι να δείξει τη βούληση ο πρωθυπουργός να μπει ένα οριστικό τέλος.