Το γεγονός ότι οι Ελληνες σε κάθε δύσκολη στιγμή τους στρέφονται στο παρελθόν δεν είναι κάτι καινούργιο. Είναι στοιχείο της συλλογικής μας ιδιοσυγκρασίας και του εθνικού μας χαρακτήρα να εξιδανικεύουμε όσα συνέβησαν στο πρόσφατο ή απώτερο παρελθόν και να ξορκίζουμε καθετί που μας συμβαίνει στο παρόν.  Η συγκεκριμένη τάση αποτυπώθηκε πιο έντονα από ποτέ την Πέμπτη, στην επέτειο του θανάτου του Ανδρέα Παπανδρέου.

Η κατακερματισμένη Αριστερά, που δεν μπορεί να βρει κοινό τόπο ούτε σε βασικά θέματα, «ενώθηκε» στη μνήμη του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, εξαίροντας το ηγετικό του ανάστημα και τις υπηρεσίες που πρόσφερε στην πατρίδα. Ασχετα αν ο εκλιπών αποτελεί ακόμα και σήμερα μια αμφιλεγόμενη ιστορική προσωπικότητα, το γεγονός ότι η Κεντροαριστερά «ενώνεται» 20 χρόνια μετά τον θάνατό του στο όνομά του δεν μπορεί παρά να αποτελεί κάτι απαισιόδοξο και να αναδεικνύει την πολιτική ένδεια που υπάρχει στον πολιτικό κόσμο. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο εκεί. Ακριβώς το ίδιο παρατηρείται και στην αντίπερα όχθη.

Η Κεντροδεξιά, που επίσης αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα και διχόνοιες, «ενώνεται» σε κάθε αναφορά που γίνεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Οσα άφησε πίσω του ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας εξακολουθούν να αποτελούν τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των στελεχών μιας ταλαιπωρημένης παράταξης, που προσπαθεί να βρει και αυτή τον βηματισμό της μέσα σε ένα ρευστό πολιτικό περιβάλλον. Τα τελευταία χρόνια, της κρίσης και των πολιτικών αδιεξόδων, ζούμε πιο έντονα από ποτέ ένα συνεχές πολιτικό μνημόσυνο μεγάλων πολιτικών ανδρών, που άφησαν μεν ανεξίτηλο το στίγμα τους, αλλά πλέον δεν είναι εν ζωή. Και όχι μόνο δεν είναι εν ζωή, αλλά οι ριζικές πολιτικές αλλαγές που έφεραν στην εποχή τους ανήκουν πλέον στην Ιστορία ανεπιστρεπτί και δεν μπορούν να αποτελούν σύγχρονα πολιτικά αφηγήματα.

Η «αλλαγή» του Ανδρέα Παπανδρέου είχε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 τον χώρο για να εκφραστεί, όπως και η εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας και η είσοδος στην ΕΟΚ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Οι δύο πολιτικοί άνδρες εξέφρασαν τη δεδομένη χρονική στιγμή βασικά αιτήματα της ελληνικής κοινωνίας.  Οι εποχές όμως άλλαξαν τελείως. Οσα μας κληροδότησαν, θετικά και αρνητικά, ανήκουν πλέον στο παρελθόν και πρέπει ο σύγχρονος πολιτικός κόσμος να βρει τους νέους ηγέτες ανάλογου βεληνεκούς που θα εκφράσουν τα σημερινά αιτήματα της ελληνικής κοινωνίας. Η συνεχής επιστροφή στο παρελθόν αναδεικνύει το μεγάλο πολιτικό πρόβλημα της χώρας και το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο εκείνη έχει βρεθεί σήμερα. Αυτά που πρέσβευαν οι δύο μεγάλοι ηγέτες της Κεντροαριστεράς και της Κεντροδεξιάς έχουν βέβαια πολλά επίκαιρα και διαχρονικά σημεία, αλλά δεν μπορούν να αποτελούν σε καμία περίπτωση σύγχρονα πολιτικά διακυβεύματα. Οσο πιο γρήγορα αντιληφθούν οι δύο πολιτικοί πόλοι το γεγονός ότι η Ιστορία τρέχει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και δεν μπορούν να επιμένουν σε πολιτικά μνημόσυνα για να «αναστήσουν» την Ελλάδα τόσο πιο γρήγορα μπορεί να πάει η χώρα ένα βήμα παρακάτω.  Οι ηγέτες άλλωστε δεν γεννιούνται, όπως θέλουν πολλοί μεσσιανικά να πιστεύουν.

Γίνονται και χτίζονται λίγο-λίγο, μέσα από τις εμπειρίες, τη διάθεση για βελτίωση, την ειλικρίνεια προς τον πολίτη και, κυρίως, την πίστη στις ικανότητές τους για να ασκήσουν πραγματική πολιτική και όχι μόνο να διαχειρίζονται δημοσιονομικά μια χώρα. Η Ελλάδα έχει ανάγκη από νέα πολιτικά πρότυπα, που θα πάρουν ομαλά τη σκυτάλη από το παρελθόν και θα την οδηγήσουν στο μέλλον. Τα πολιτικά μνημόσυνα δεν μας βοηθούν πλέον σε τίποτα. Μόνο μας θυμίζουν τη μιζέρια της χώρας μας, που αναζητά επίμονα σωτηρία στους νεκρούς και όχι στους ζωντανούς.