Το βασικό επιχείρημα που διατύπωνε ο Αλέξης Τσίπρας από την εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στα έδρανα της αντιπολίτευσης είχε να κάνει με την ανάγκη επικράτησης της Αριστεράς απέναντι στο διεφθαρμένο και παλιό πολιτικό σύστημα. Σε μια δύσκολη χρονικά συγκυρία, η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών πείστηκε ότι ο σημερινός πρωθυπουργός μπορούσε να δώσει με επιτυχία τη μάχη με το «παλιό» και να την κερδίσει. Ενας από τους βασικούς λόγους της εκλογικής επικράτησης του κ. Τσίπρα είχε να κάνει με το γεγονός ότι κατάφερε να ταυτιστεί με το «νέο». Κάπως έτσι κέρδισε τρεις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις. Εναν χρόνο μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ φαντάζει πιο παλιός από το «παλιό». Η μεγάλη πλειονότητα των ψηφοφόρων δείχνει απογοητευμένη από τα όσα βλέπει και, κυρίως, από τα όσα καλείται να πληρώσει, λόγω της ασυνέπειας που έχει επιδείξει η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς. Το «νέο» που ευαγγελιζόταν ο κ. Τσίπρας χάθηκε πολύ γρήγορα στον βούρκο του «παλιού».

Σήμερα είναι ελάχιστοι εκείνοι που πιστεύουν στο ηθικό πλεονέκτημα του ΣΥΡΙΖΑ και ακόμη λιγότεροι αυτοί που επενδύουν στην κυβερνησιμότητα της Αριστεράς. Οπως προκύπτει και από τις δημοσκοπήσεις, η περίοδος χάριτος για τη σημερινή κυβέρνηση έχει τελειώσει προ πολλού, πράγμα που σημαίνει ότι στο εξής ο κ. Τσίπρας και η παρέα του θα κρίνονται με βάση τον πολιτικό ρεαλισμό και όχι την πολιτική ουτοπία. Από δω και πέρα, το πολιτικό κόστος θα έχει μεγαλύτερο πολλαπλασιαστή, αφού η κάθε κυβερνητική πρωτοβουλία θα κρίνεται με αυξημένη καχυποψία. Πέραν τούτου, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αξιολογείται καλώς ή κακώς ως «παλιό πολιτικό προϊόν». Και όσοι νομίζουν ότι η κοινωνία πάλλεται στους ρυθμούς των τηλεοπτικών αδειών και του νέου μιντιακού τοπίου είναι βαθιά νυχτωμένοι. Ο κόσμος ποσώς ενδιαφέρεται αν στη θέση του Κοντομηνά είναι ο Καλογρίτσας ή αν ο Παππάς θα τιμωρήσει τον Ψυχάρη, επειδή ο τελευταίος αποκάλυψε το μυστικό με τη «γάτα Ιμαλαΐων».

Τα συνθήματα περί ελπίδας και του «νέου» που έρχεται δεν έχουν καμία απολύτως απήχηση στην κοινωνία, γιατί απλώς η πλειοψηφία έχει συνειδητοποιήσει ότι δεν είχαν καμία αντικειμενική αξία. Από δω και πέρα -και αυτό οφείλει να το αξιολογήσει η ηγετική ομάδα της Ν.Δ.- ο κ. Τσίπρας θα κρίνεται ως συνέχεια του παλιού πολιτικού συστήματος και θα αξιολογείται από τους πολίτες όχι για αυτά που υποσχέθηκε και δεν έκανε, αλλά για εκείνα που κάνει και έχουν φέρει σε αδιέξοδο τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Επί της ουσίας, ο πρωθυπουργός έχει απολέσει το συγκριτικό πλεονέκτημα που του έδινε και το βασικό προβάδισμα έναντι των αντιπάλων του. Και αυτό δεν ήταν άλλο από το γεγονός ότι τα προηγούμενα χρόνια ούτε ο ίδιος ούτε και το κόμμα του είχαν διαχειριστεί την εξουσία. Ωστόσο, εκείνο που ενδεχομένως να παρέβλεψαν στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι μεταπολιτευτικά υπήρχε μια ιστορική εκκρεμότητα που είχε να κάνει με το ότι δεν είχε κυβερνήσει η Αριστερά. Από τον Ιανουάριο του 2015 κάτι τέτοιο δεν υφίσταται, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την ίδια την Κεντροαριστερά και τα ευρηματικά συνθήματά της.