Σε πρώτο πλάνο για τη Νέα Δημοκρατία η αξιόπιστη διπλωματία
Η υπεύθυνη στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη
Μόνο λίγες ημέρες μετά την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα στην Ελλάδα, η πραγματικότητα ήλθε να μας προσγειώσει απότομα, αλλά και να μας υπενθυμίσει ότι τα προβλήματα της χώρας μας ξεπερνούν κατά πολύ το αμιγώς οικονομικό κομμάτι. Πλέον, οφείλουμε άπαντες να αντιληφθούμε ότι οι προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας δεν άπτονται μόνο της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των βαθιά πληγωμένων από την κρίση Ελλήνων, αλλά και της ίδιας της επιβίωσης της χώρας. Δεν μας έφτανε η διαρκώς κλιμακούμενη επεκτατική ρητορική του Ερντογάν, ο οποίος, με φόντο τα τεράστια εσωτερικά του προβλήματα, έφθασε στο σημείο να αμφισβητεί ευθέως και επανειλημμένως τη Συνθήκη της Λωζάννης, ήλθε και ο... πονοκέφαλος από τη Δύση.
Ο λόγος, βεβαίως, για τον Αλβανό πρωθυπουργό, Εντι Ράμα, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ μας μίλησε για... συνεκμετάλλευση του Ιονίου, λες και δεν μας έφθαναν τα διαχρονικά ζητήματα με το Αιγαίο. Ετσι είναι, όμως, και έτσι θα γίνεται πάντα. Είναι κανόνας, όταν βγάζεις προς τα έξω εικόνα αδυναμίας και εσωτερικής αποδιοργάνωσης, να προσπαθούν ακόμα και οι κατά τεκμήριο λιγότερο ισχυροί να επωφεληθούν και να εγείρουν αξιώσεις. Ως εκ τούτου, για ακόμα μία φορά καθίσταται πιο επίκαιρη από ποτέ η ανάγκη να επιδείξει σοβαρότητα το σύνολο των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων. Ανεξαρτήτως της οικονομικής περιπέτειας που βιώνει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, παραμένει ο σημαντικότερος παράγων σταθερότητας στην περιοχή των Βαλκανίων, αλλά και της Ανατολικής Μεσογείου, στην οποία παίζονται ιδιαιτέρως κρίσιμα γεωστρατηγικά παιχνίδια. Με αυτό το δεδομένο κι αφού στο μέτωπο της οικονομίας ο πολιτικός κόσμος δεν κατάφερε να καταλήξει στο μίνιμουμ της συνεννόησης, ας επιτευχθεί τουλάχιστον η περιβόητη συναίνεση στα εθνικά θέματα, μπας και γλιτώσουμε τίποτα χειρότερο. Στο πλαίσιο αυτό, γεννάται και πάλι το ερώτημα αν η κυβέρνηση πρωτίστως και τα κόμματα της αντιπολίτευσης ακολούθως είναι σε θέση να επιδείξουν την ανάλογη σοβαρότητα. Δυστυχώς, τα έως τώρα δείγματα γραφής, ιδιαίτερα του κυβερνητικού παράγοντα, δεν μας δίνουν το δικαίωμα να αισιοδοξούμε. Ας θυμηθούμε μόνο το μπάχαλο που δημιουργήθηκε με την... καθυστερημένη ενημέρωση και αντίδραση του Μαξίμου σχετικά με τις τελευταίες δημόσιες τοποθετήσεις Ερντογάν, εν μέσω μάλιστα των συζητήσεων για το Κυπριακό.
Στον αντίποδα, για ακόμα μία φορά μέσα σε λίγο καιρό η Ν.Δ. και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης λειτούργησαν ως εκπρόσωποι του διαχρονικού πόλου σταθερότητας του πολιτικού συστήματος. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έδειξε σοβαρότητα και άμεσα ανακλαστικά, με το κόμμα να ζητά επισήμως σύγκληση του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής.Επραξε, δηλαδή, το αυτονόητο και, ταυτόχρονα, επί χρόνια ζητούμενο σε αυτήν τη χώρα. Επιπλέον, ενεργώντας με αίσθημα ευθύνης, κάθε άλλο παρά επιχείρησε να εκμεταλλευθεί επικοινωνιακά το όλο ζήτημα (αν και ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να απευθυνθεί στο παραδοσιακό «γαλάζιο» ακροατήριο), επιλέγοντας να μείνει μακριά από κορώνες και μεγαλοστομίες, οριοθετώντας ξεκάθαρα τις γραμμές μέχρι τις οποίες πρέπει να φθάνει η άσκηση κριτικής στην κυβέρνηση για τα εθνικά θέματα και αναγνωρίζοντας πως τέτοιου είδους καταστάσεις δεν προσφέρονται για μικροπολιτικές σκοπιμότητες.
Ομως, το κακό είχε γίνει. Αντί η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός να επενδύσουν στην επίσκεψη Ομπάμα, έβγαλαν προς τα έξω την εικόνα μιας Ελλάδας-παρία της διεθνούς πολιτικής σκηνής, που αντιμετωπίζει με αμηχανία την όποια προοπτική διανοίγεται μπροστά της. Ετσι, είναι απόλυτα φυσιολογικό να παίρνουν ακόμα περισσότερο θάρρος οι... άσπονδοι φίλοι μας. Ας σταθούν, λοιπόν, άπαντες στο ύψος των περιστάσεων, προτού βρεθούμε προ νέων Μνημονίων, ίσως ακόμα πιο μοιραίων από αυτό που γονάτισε οικονομικά την ελληνική κοινωνία.