Η διαχρονική σοβαρότητα της κεντροδεξιάς
Το χαμένο στοίχημα της ιδεοληπτικής αριστεράς που συμβιβάζεται με τα "πρέπει"
Επειδή πολλά ακούστηκαν για την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα στη χώρα μας, και με δεδομένο ότι οι τοποθετήσεις του Αμερικανού απερχόμενου προέδρου για τον περιορισμό της λιτότητας και την ανάγκη υιοθέτησης αναπτυξιακών πολιτικών είχαν ξεκάθαρα συμβολικό περιεχόμενο και πολύ λιγότερο ουσιαστικό, θα ήταν αν μη τι άλλο πιο χρήσιμο να κωδικοποιήσουμε δυο-τρία σημεία που αφορούν τη σημειολογία του πράγματος. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι εκ προοιμίου η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ έναντι της Χίλαρι Κλίντον στις αμερικανικές εκλογές θάμπωσε τη λάμψη του ταξιδιού του Μπ. Ομπάμα στην Αθήνα, είναι σαφές πως η εδώ παρουσία του έστρεψε την προσοχή ολόκληρου του πλανήτη στην ελληνική πρωτεύουσα.
Βλέπετε, αφενός είναι νωπή ακόμη η επικράτηση του Τραμπ στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και, ως εκ τούτου, οι δημόσιες δηλώσεις του απερχόμενου προέδρου θα είχαν εξαιρετικό ενδιαφέρον και, αφετέρου, το ίδιο το επιτελείο του Ομπάμα είχε προσδώσει στην επίσκεψη χαρακτήρα ύστατης πολιτικής παρακαταθήκης του τελευταίου, με φόντο την επερχόμενη αποχώρησή του από τον Λευκό Οίκο.
Ενα μήνυμα Δημοκρατίας, που θα ερχόταν σε αντιδιαστολή με τους φόβους που μοιραία γεννά παγκοσμίως η ρητορική που εκπροσώπησε κατά την προεκλογική περίοδο ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ και η οποία τυγχάνει ισχυρής απήχησης τα τελευταία χρόνια και στην Ευρώπη. Την ώρα, λοιπόν, που αυτός ο γεμάτος ακτινοβολία ηγέτης, πέραν της άποψης που μπορεί να έχει ο καθένας για τα πεπραγμένα του, μιλούσε για την προσφορά της Ελλάδας στον παγκόσμιο πολιτισμό, εξυμνώντας ταυτόχρονα τις θυσίες των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια, το λιγότερο που θα μπορούσε να κάνει η πολιτική ηγεσία του τόπου ήταν, αν μη τι άλλο, να προσπαθήσει να επωφεληθεί της συγκυρίας.
Να λειτουργήσει προσθετικά στην παρουσία και την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε ο Μπαράκ Ομπάμα επί αθηναϊκού εδάφους, υπερθεματίζοντας με τον τρόπο της σε αναφορές στο ένδοξο παρελθόν της πατρίδας μας και διεκδικώντας εμμέσως θετική ανταπόκριση στα αιτήματα του παρόντος και του μέλλοντος, ιδιαίτερα όταν η χώρα μας βιώνει μια μακροχρόνια κρίση, εξαιτίας της οποίας άλλαξε ολόκληρο το κοινωνικό της ανάγλυφο. Κι όταν, μάλιστα, σε αυτή έρχεται να προστεθεί η διαχείριση του ανθρώπινου δράματος των προσφύγων, το οποίο υποχρεώνει το σύνολο του πολιτισμένου κόσμου να δραστηριοποιηθεί.
Αντ’ αυτού, είδαμε έναν πρωθυπουργό να αντιμετωπίζει τον πρόεδρο των ΗΠΑ λες και επρόκειτο για κάποιον κολλητό του από την κατάληψη. Να του απευθύνεται στον ενικό και με γλώσσα του σώματος που παρέπεμπε σε καφετέρια. Με μια εμφανή αμηχανία στο πρόσωπό του, απόρροια ίσως των ενοχών ή της έντονης ψυχικής φόρτισης που μπορεί να αισθανόταν εκείνη την ώρα για το γεγονός ότι κάποτε αποκαλούσε τους Αμερικανούς «φονιάδες των λαών» και στην προτελευταία επίσκεψη προέδρου των ΗΠΑ στην Ελλάδα εκείνος βρισκόταν στη μεριά των μπαχαλάκηδων.
Τώρα, όμως, όφειλε να συνειδητοποιήσει πως δεν εκπροσωπούσε τους ομοϊδεάτες συμμαθητές του ως πρόεδρος του 15μελούς, αλλά ολόκληρο τον ελληνισμό ως πρωθυπουργός της χώρας και αναλόγως έπρεπε να σταθεί.
Σκέφτηκε, άραγε, πώς αισθάνθηκαν οι πολίτες που τον ψήφισαν τρεις φορές βλέποντας τον τρόπο που μιλούσε και συμπεριφερόταν απέναντι σε έναν ακτινοβόλο πολιτικό ηγέτη, του οποίου τα λόγια για την πατρίδα μας μόνο συγκίνηση και υπερηφάνεια μπορούσαν να προκαλέσουν; Εκτός κι αν εκείνες τις στιγμές αισθανόταν πως βρισκόταν πιο κοντά στο παραδοσιακό 3% του ΣΥΡΙΖΑ και όχι στο υπόλοιπο 32% των Ελλήνων που έκαναν την υπέρβαση και τον εμπιστεύτηκαν.
Η εικόνα αυτή με έκανε να θυμηθώ την επίσκεψη του Μπους του πρεσβύτερου, τον οποίο είχε φιλοξενήσει στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, τα Χανιά, ο τότε πρωθυπουργός, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Σκεφθείτε την αντίθεση. Από τη μία, ο Εθνάρχης Καραμανλής ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Κων. Μητσοτάκης ως πρωθυπουργός και, από την άλλη, σήμερα, η εικόνα του αμήχανου Τσίπρα.
Πάλι καλά που ο Προκόπης Παυλόπουλος στάθηκε απόλυτα στο θεσμικό του ύψος και έσωσε τα προσχήματα. Για αυτό και η Ν.Δ., η ελληνική Κεντροδεξιά, ήταν, είναι και θα είναι, ανεξαρτήτως συνθηκών, ο σταθερός και σοβαρός πόλος του εγχώριου πολιτικού συστήματος. Η παράταξη εκείνη, που το έχει η μοίρα της να βγαίνει μπροστά σε δύσκολες ιστορικά στιγμές, για να επαναφέρει τη χώρα στην ομαλότητα. Αυτή η μοίρα που με μαθηματική ακρίβεια θα έρθει και πάλι στο προσκήνιο σε λίγο καιρό από τώρα…