Γιάννης Κουρτάκης: Τα «Παραπολιτικά» δεν τρομοκρατούνται
Το άρθρο-μήνυμα του εκδότη των «Παραπολιτικών».
Πριν από έναν περίπου µήνα, είχα την τύχη να επισκεφτώ στο σπίτι του τον δάσκαλο της δηµοσιογραφίας Χρήστο Πασαλάρη, προκειµένου να συζητήσουµε το ενδεχόµενο της συνεργασίας του µε την εφηµερίδα «Ελευθερία του Τύπου». Αντιλαµβάνεστε ότι, πέρα από τιµητικό για τον οποιονδήποτε εργάζεται στον χώρο του Τύπου, αποτελεί ενδεχοµένως και όνειρο να συναντήσει έναν από τους κορυφαίους των ελληνικών εφηµερίδων. Πριν προλάβω να συστηθώ και να ξεκινήσει η κουβέντα, ο κ. Πασαλάρης ανέφερε τα βασικά συστατικά που πρέπει να υπάρχουν στο DNA ενός δηµοσιογράφου και κατ' επέκταση ενός Μέσου Ενηµέρωσης, αν θέλει να µπει σε τροχιά επιτυχίας. «Όπου κι αν πήγα, πάντα είχα ως βασική αρχή το εξής τρίπτυχο: δεν φοβάµαι, δεν συµβιβάζοµαι, είµαι ελεύθερος».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΩΡΑ που έφυγα από το σπίτι του Χρήστου Πασαλάρη, επεξεργαζόµουν τα όσα είχαµε κουβεντιάσει. Στο µυαλό µου στριφογύριζαν οι συµβουλές, οι διαπιστώσεις, οι νουθεσίες, µα κυρίως το τι ∆ΕΝ πρέπει να κάνω, αν θέλω να παραµείνω στον χώρο. Τι διαπίστωσα; Ότι τελικά, εµείς, εδώ στα «Παραπολιτικά», από τον Σεπτέµβριο του 2012, ακολουθούµε µε απόλυτη συνέπεια το τρίπτυχο του δασκάλου της δηµοσιογραφίας. Περίτρανη απόδειξη αποτελεί η συζήτηση για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, που θα διερευνούσε τις ευθύνες του υπουργού Άµυνας Πάνου Καµµένου, σε σχέση µε τις συνοµιλίες που πραγµατοποίησε µε τον ισοβίτη Ευθύµιο Γιαννουσάκη. Επί αρκετή ώρα τόσο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όσο και ο συγκυβερνήτης του Πάνος Καµµένος προσπαθούσαν να παρουσιάσουν τη νέα διαπλοκή, που δήθεν απεργάζεται την πτώση της λαοπρόβλητης κυβέρνησης και έχει θέσει ως στόχο ζωής να στερήσει από την πολιτική ζωή του τόπου τις υπηρεσίες του Πάνου Καµµένου και του Παναγιώτη Κουρουµπλή.
Ο κ. Τσίπρας βγήκε και µας είπε ότι το parapolitika.gr θέλει να τον ρίξει και ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ ότι µια «εγκληµατική οργάνωση», υπό τη δική µου καθοδήγηση, προσπαθεί να τον εξοντώσει πολιτικά, επειδή αποφάσισε να παρουσιάσει µε φωτογραφίες τις πλουσιοπάροχες διακοπές στις Ελβετικές Άλπεις, το επιδοτούµενο σπίτι της πεθεράς του, τις offshore της 85χρονης µητέρας του, το γεγονός ότι ελέγχεται από το ΚΕΦΟΜΕΠ, τα ψώνια που κάνει από τα ακριβότερα καταστήµατα του Λονδίνου και τα πονταρίσµατα που επιχειρεί, µαζί µε τη σύζυγό του, στα καζίνο (σ.σ. γιατί δεν πήγε σε ένα) της βρετανικής πρωτεύουσας. ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΦΟΒΗΘΗΚΑ, δεν συµβιβάστηκα και λειτούργησα ελεύθερος, όπως θα πρέπει να λειτουργεί κάθε δηµοσιογράφος, στοχοποιήθηκα όσο κανείς άλλος από την κυβέρνηση των Καµµένου - Τσίπρα. Και γιατί βρεθήκαµε εγώ και τα «Παραπολιτικά» στο µάτι του κυβερνητικού κυκλώνα; Πολύ απλά γιατί αποφάσισα µε απόλυτη συνέπεια και προσήλωση να κάνουµε τη δουλειά µας. Να ασκώ κριτική στην εξουσία, να µη φοβάµαι και να µη δειλιάζω στα απειλητικά sms που µου είχε αποστείλει το καλοκαίρι του 2015 ο κ. Πάνος Καµµένος. ∆εν συµβιβάστηκα όταν στις 26-5-2016 ο συγκυβερνήτης του κ. Τσίπρα µε επισκέφθηκε στο γραφείο µου και, παρουσία του Ανδρέα Μαζαράκη και της γραµµατέως µου Έφης Φαρµάκη, αφού µε ασπάστηκε και µου ζήτησε συγγνώµη για τα όσα είχαν προηγηθεί, µου ζήτησε να αναλάβουµε από κοινού πρωτοβουλία προκειµένου να έρθουν πιο κοντά οι επιχειρηµατίες Βαγγέλης Μαρινάκης και ∆ηµήτρης Μελισσανίδης.
∆εν συµβιβάστηκα όταν περί τα τέλη Σεπτεµβρίου, ευρισκόµενος στο Άγιον Όρος, παρουσία δεκάδων φίλων και µοναχών, µου τηλεφώνησε ο υπουργός Εθνικής Άµυνας, ζητώντας δύο πράγµατα. Να αποσύρω τις αγωγές και να απολύσω τον επί χρόνια φίλο και δικηγόρο µου Μάκη Βορίδη. Και επειδή δεν συµβιβάστηκα και δεν φοβήθηκα, ο κ. Καµµένος αποφάσισε να συνεχίσει την καριέρα του, εξαπολύοντας ψευδείς και συκοφαντικές επιθέσεις εναντίον µου. Ενδεχοµένως, πίστεψε ότι θα δειλιάσω και θα φοβηθώ. Έτσι είχε συνηθίσει. ∆υστυχώς γι' αυτόν, είχε χτυπήσει λάθος πόρτα. Θα µπορούσα κάλλιστα να είχα κάνει την άλλη, την πιο εύκολη επιλογή. Να συµβιβαστώ µε την επιθυµία του κ. Καµµένου και να κάνω… γαργάρα τα όσα άθλια εκστόµιζε εναντίον µου σε σχέση µε το «Noor 1», τα «µαύρα» κονδύλια του ΚΕΕΛΠΝΟ και όλες τις άλλες αθλιότητες που δεν θέλω καν να θυµάµαι. ∆εν συµβιβάστηκα και δεν φοβήθηκα τον συγκυβερνήτη του αριστερού Τσίπρα, γιατί ήθελα να συνεχίσω να κοιτάζω µε καθαρό βλέµµα την οικογένειά µου, τους φίλους και τους συνεργάτες µου. Επέλεξα δηλαδή τον δύσβατο δρόµο, έχοντας πλήρη επίγνωση της επιλογής που έκανα. Ωστόσο ήξερα, όταν αποφάσιζα να µη συµβιβαστώ µε τις αθλιότητες του Καµµένου, ότι θα βρισκόµουν αντιµέτωπος µε το γκουβέρνο, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται. Γνώριζα ότι θα χρησιµοποιούσε θεµιτά και αθέµιτα (όπως κάνει) µέσα προκειµένου να µε κάµψει, να µε φοβίσει και στο τέλος να µε αναγκάσει σε οπισθοχώρηση. Από τον Ιανουάριο µέχρι και σήµερα έχω αισθανθεί στο πετσί µου, όπως και οι στενοί µου συνεργάτες, τι σηµαίνει παρακράτος. Με έχει ψάξει όσο κανέναν άλλον. Έει χρησιµοποιήσει ψευδοµάρτυρες για να στήσει µηνύσεις. Έχει πιέσει αστυνοµικούς, εισαγγελείς, εφοριακούς, έχει ενεργοποιήσει εις βάρος µου κρατικούς και άλλους φορείς.
Όλο αυτό το διάστηµα έχει αρθεί κατ' επανάληψη το απόρρητο των τηλεφωνικών µου συνδιαλέξεων. Ο κ. ΚΑΜΜΕΝΟΣ µε έχει παρουσιάσει ως αδίστακτο που στοχοποιεί ανήλικα, ενώ γνωρίζει πολύ καλά ότι αυτό είναι πέρα και από τον χαρακτήρα και από τις οικογενειακές µου καταβολές. Ο συγκυβερνήτης του κ. Τσίπρα, που είναι πατέρας, και συχνά πυκνά επικαλείται τα παιδιά του και την 85χρονη µητέρα του, έχει κάνει εναντίον µου τη µεγαλύτερη αθλιότητα που µπορεί να κάνει ένας άνθρωπος (σ.σ. όσο αρρωστηµένος και να είναι) σε έναν συνάνθρωπό του. Με εµφάνισε, µε κείµενό του, ως εγκέφαλο της εγκληµατικής οργάνωσης που έφερε τους 2,1 τόνους ηρωίνης. Από τη στιγµή που ξεπέρασε την «κόκκινη γραµµή», µε συνεργό τον διαχρονικό «δολοφόνο χαρακτήρων» Μάκη Τριανταφυλλόπουλο, ορκίστηκα, στο πλαίσιο της δουλειάς µου, να αποκαλύψω στην ελληνική κοινωνία τον κοινό συκοφάντη Πάνο Καµµένο. Τον νοσηρό αυτόν εγκέφαλο, που ακόµη και όταν η ανεξάρτητη ελληνική δικαιοσύνη αποφασίζει την καταδίκη του, για τα όσα άθλια έχει πει εναντίον µου, βγαίνει και ζητά και τα ρέστα. Λέει ότι το δικαστήριο αναγνώρισε ότι γνωριζόµουν µε τον εµπλεκόµενο στην υπόθεση του «Noor 1» Αιµίλιο Κοτσώνη και ότι δούλευα στην εφηµερίδα «Metro», τέσσερα χρόνια πριν από την εξάρθρωση της συγκεκριµένης εγκληµατικής συµµορίας. Παρά την ετυµηγορία του δικαστηρίου, επιµένει στο ψέµα και τη συκοφαντία, πιστεύοντας ότι θα κάνω πίσω.
ΤΟ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ για άλλη µια φορά. Κοινέ συκοφάντη και µέγιστε ψεύτη, όπως προκύπτει και από το σηµερινό δηµοσίευµα των «Παραπολιτικών», χτύπησες λάθος πόρτα. Επειδή δεν έχω κανέναν σκελετό στην ντουλάπα µου, ούτε εγώ ούτε η οικογένειά µου, κατά συνέπεια δεν έχω να φοβηθώ το οτιδήποτε, δεν πρόκειται ούτε να συµβιβαστώ ούτε να υποκύψω. Θα συνεχίσω µε την ίδια δύναµη και την ίδια αποφασιστικότητα τη µάχη απέναντι στον πιο αρρωστηµένο (πολιτικά) εγκέφαλο της µεταπολιτευτικής Ελλάδας. Και θα συνεχίσω, γιατί θεωρώ ότι είναι πλέον υποχρέωση, εκτός από καθήκον, να απαλλαγεί ο τόπος διά παντός από τους «Καµµένους» και τις «Καµµένες». Οι αποκαλύψεις των τριών τελευταίων εβδοµάδων είναι αλήθεια ότι συµβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το τέλος δεν αργεί. Μέχρι τότε, ας συνειδητοποιήσουν οι «κουκουλοφόροι» της πολιτικής ζωής, ότι τα «Παραπολιτικά» ούτε εκφοβίζονται ούτε απειλούνται ούτε ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΟΥΝΤΑΙ.