ΑΙΦΝΙΔΙΑΣΕ ο πρωθυπουργός, όταν ανακοίνωσε στο Bloomberg την πρόθεσή του να προχωρήσει η Ελλάδα στην πρόωρη εξόφληση διμερών δανείων που είχε λάβει στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου.

Πρόκειται για ποσό που αγγίζει τα 5,35 δισεκατομμύρια ευρώ, που ήταν προγραμματισμένο να πληρωθεί με δόσεις μέχρι το 2025. Ωστόσο, θέλοντας να στείλει δυνατό μήνυμα προς τις διεθνείς αγορές ότι η ελληνική οικονομία είναι πλέον ισχυρή, προανήγγειλε αυτή τη στρατηγικού χαρακτήρα κίνηση. Είναι σαφές ότι στόχος του πρωθυπουργού είναι να διαλύσει και τις τελευταίες επιφυλάξεις για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Το αποτέλεσμα των εκλογών και οι πρώτες, οικονομικού χαρακτήρα, κινήσεις της κυβέρνησης αναμένεται να συμβάλουν καθοριστικά στην επίτευξη του στόχου.

Ποια θα είναι, όμως, τα οφέλη για τη χώρα μας αν ενταχθεί στην επενδυτική βαθμίδα; Πρακτικά, ο δρόμος προς την οικονομική ανάπτυξη θα γίνει πιο βατός. Η πρώτη αντίδραση, λογικά, θα έλθει από το Χρηματιστήριο και από τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού. Το spread των ελληνικών ομολόγων θα διατηρηθεί χαμηλό, άρα και το κόστος δανεισμού για το δημόσιο, σε μια περίοδο που η διεθνής οικονομία πλήττεται από πληθωριστικές τάσεις. Η μείωση των επιτοκίων δανεισμού μεταφράζεται σε μεγαλύτερη ρευστότητα προς την πραγματική, παραγωγική οικονομία και ενίσχυση της δυνατότητας για ουσιαστικότερη στήριξη προς όλα τα εισοδηματικά στρώματα. Επίσης, θα υπάρξει όφελος και για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες αντί να απευθύνονται μόνο στα λεγόμενα hedge funds θα μπορούν πλέον να απευθύνονται σε επενδυτές παγκόσμιου κύρους, ενώ μια ακόμη θετική συνέπεια θα είναι η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος, που σημαίνει φθηνότερος δανεισμός σε νοικοκυριά κι επιχειρήσεις.

Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας σημαίνει ότι θα ανοίξουν και οι πόρτες για επενδύσεις. Σήμερα η χώρα μας έχει πρόσβαση μόνο στο 1/10 των κεφαλαίων, παγκοσμίως, που αναζητούν επενδυτικό προορισμό. Η επενδυτική βαθμίδα αναμένεται να διπλασιάσει το ύψος των κεφαλαίων που θα είναι διαθέσιμα, παγκοσμίως, για να επενδυθούν στη χώρα μας. Φυσικά, μέσω των επενδύσεων αναμένεται να αυξηθεί ο προσφερόμενος αριθμός θέσεων εργασίας, να αυξηθεί ο τζίρος στην οικονομία, στοιχεία που θα έχουν ως επακόλουθο περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Στόχος του κ. Μητσοτάκη είναι να καταστήσει την Ελλάδα έναν πολύ ελκυστικό προορισμό για ξένες επενδύσεις. Ήδη, με όπλο μόνο την αξιοπιστία της, η κυβέρνηση, και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, την προηγούμενη τετραετία, κατάφερε να προσελκύσει το ενδιαφέρον εταιρειών παγκοσμίου βεληνεκούς, όπως η Google, η Microsoft, η Cisco, η Amazon κι άλλες.

Παράλληλα πέτυχε την επαναλειτουργία των ναυπηγείων, την ανάδειξη της Αλεξανδρούπολης σε κόμβο ενέργειας και εμπορίου εκμεταλλευόμενος τη στρατηγική της θέση, καθώς και την επέκταση της ΔΕΗ στα Βαλκάνια, με σημαντικές εξαγορές. Η κυβέρνηση, πέρα από την αξιοποίηση των ωφελημάτων της επενδυτικής βαθμίδας, θα πρέπει να προχωρήσει σε ενέργειες που θα κάνουν την Ελλάδα ακόμα πιο ελκυστική στους επενδυτές: Ενέργειες όπως πιο χαμηλοί συντελεστές ή γενναίες κρατικές επιχορηγήσεις καθώς και ενίσχυση ειδικών μορφών επενδύσεων, όπως οι σύγχρονες τεχνολογίες ειδικά στο επίπεδο των ημιαγωγών, που θα καταστήσουν την Ελλάδα πρωτοπόρα στον συγκεκριμένο τομέα.

Τώρα, λοιπόν, είναι η ευκαιρία της Ελλάδας. Μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 7/7