κατόν ογδόντα χρόνια συµπληρώνονται από την 3η Σεπτεµβρίου 1843.

Η Πλατεία Συντάγµατος και η οδός 3ης Σεπτεµβρίου στην Αθήνα µάς θυµίζουν το γεγονός. Ο λαός των Αθηνών, καθοδηγούµενος από τον ήρωα της Επαναστάσεως Ιωάννη Μακρυγιάννη και από τον αρχηγό του Ιππικού, ∆ηµήτριο Καλλέργη, συγκεντρώθηκε έξω από τα τότε Ανάκτορα -σηµερινό Κοινοβούλιο- και ζήτησε Σύνταγµα από τον βασιλέα Οθωνα, ώστε το πολίτευµα να µην είναι πλέον απόλυτη µοναρχία. Ο Οθων αποδέχθηκε το αίτηµα και, έπειτα από εκλογές, λειτούργησε επί µήνες η Εθνική Συνέλευσις των Ελλήνων.

Η Εθνοσυνέλευση άρχισε τις εργασίες της στις 8 Νοεµβρίου 1843 και τις ολοκλήρωσε στις 18 Μαρτίου 1844. Ελαβαν µέρος 244 πληρεξούσιοι από όλες τις ελεύθερες επαρχίες, καθώς και εκπρόσωποι των αλυτρώτων Ελλήνων, οι οποίοι εξελέγησαν ως εκπρόσωποι σωµατείων. Πρωταγωνίστησαν οι αρχηγοί των τριών κοµµάτων της εποχής εκείνης: ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος του αγγλικού, ο Ιωάννης Κωλέττης του γαλλικού και ο Ανδρέας Μεταξάς του ρωσικού, καθώς και ανένταχτες προσωπικότητες, όπως ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ο Ρήγας Παλαµήδης και άλλοι που δεν ανήκαν σε κάποια παράταξη. Οι συζητήσεις έδωσαν την ευκαιρία στον Κωλέττη να χρησιµοποιήσει σε µια αγόρευση τον όρο «Μεγάλη Ιδέα», εκφράζοντας έτσι την απόφαση του λαού και των εκπροσώπων του να αγωνισθούν για την απελευθέρωση των αλυτρώτων Ελλήνων.

Ηταν ένα όραµα το οποίο είχε κρατήσει ζωντανές τις ελπίδες των υποδούλων στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και τώρα καθοδηγούσε τα όνειρα και τους σχεδιασµούς του νεογέννητου Ελληνικού Κράτους. Η Ελλάς τότε περιλάµβανε την Πελοπόννησο, τη Στερεά και τις Κυκλάδες. Η Μεγάλη Ιδέα έχει κατά καιρούς κατηγορηθεί, αλλά χωρίς αυτήν δεν θα είχαµε ελευθερώσει τα εδάφη που αποτελούν σήµερα την Ελλάδα. Και τότε υπήρχαν επιφυλάξεις από µια µικρή µερίδα, όπως, π.χ., από τον Μαυροκορδάτο, που προτιµούσε πρώτα να οργανωθεί εσωτερικά η µικρή Ελλάς. Αλλά η συντριπτική πλειοψηφία του λαού και των πληρεξουσίων συµφωνούσε µε τον Κωλέττη, ο οποίος είχε την ευφυΐα να εκφράσει µε δύο λέξεις αυτό που είχαν στην ψυχή τους οι Ελληνες µετά την Επανάσταση.

Η Εθνοσυνέλευση επικύρωσε τους άρρηκτους δεσµούς του Ελληνισµού µε την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η Ορθοδοξία κατεγράφη στο Σύνταγµα του 1844 ως η Επικρατούσα Θρησκεία και επανελήφθη η σχετική διάταξη των τοπικών και Εθνικών Συνελεύσεων του Αγώνος. Επίσης, ορίσθηκε ότι το θρήσκευµα του διαδόχου θα ήταν Ορθόδοξο. Τελικά, ο Ρωµαιοκαθολικός Οθων και η Αµαλία δεν απέκτησαν διάδοχο. Μαζί µε το Σύνταγµα η Εθνοσυνέλευση ψήφισε και τον Εκλογικό Νόµο της 18ης Μαρτίου 1844. Με τον νόµο αυτό ουσιαστικά θεσπίσθηκε η καθολική ψηφοφορία των αρρένων Ελλήνων, δεδοµένου ότι οι προϋποθέσεις που ετίθεντο µπορούσαν εύκολα να τηρηθούν. ∆ηλαδή, για να ψηφίσεις έπρεπε να έχεις ιδιοκτησία σε ακίνητα ή και σε κινητά (π.χ., κοπάδι ζώων) ή να έχεις ένα επάγγελµα. Ο νόµος ήταν πρωτοποριακός για την εποχή του, δεδοµένου ότι στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες υπήρχαν αυστηρές προϋποθέσεις οικονοµικής φύσης (π.χ., ιδιοκτησία γης) για να ψηφίζουν οι άνδρες. Για τις γυναίκες τότε παγκοσµίως δεν υπήρχε πρόβλεψη.

Ο καθηγητής Συνταγµατικού ∆ικαίου Ν. Αλιβιζάτος και ο Γερµανός ιστορικός Gunnar Herring παραδέχονται ότι η Ελλάς υπήρξε πρωτοπόρος στην καθολική ψηφοφορία...

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 2/9