Έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον η μάχη που διεξάγεται εντός του ΚΙΝ.ΑΛ . για τη διεκδίκηση της ηγεσίας του κόμματος.

Ο πρόωρος θάνατος της μετριοπαθούς Φώφης Γεννηματά θα οδηγήσει σε όξυνση του προβλήματος που βασανίζει το κόμμα. Διότι η ένταση η οποία έχει προκληθεί στους κόλπους του δεν οφείλεται στη αντιπαλότητα πολιτικών «πτερύγων» με ξεχωριστές θέσεις. Κι αυτό, για τον απλούστατο λόγο ότι τέτοιες θέσεις δεν υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο πρόσωπα με κοινό παρελθόν στο κόμμα που διαδέχτηκε το ΠΑΣΟΚ, πρόσωπα που δοκιμάστηκαν χωρίς επιτυχία στον πολιτικό στίβο προ ετών, πρόσωπα που σε καμία περίπτωση δεν συνέδεσαν το όνομά τους με νέες πολιτικές ιδέες και σπουδαίες διαχειριστικές ικανότητες. Το αντίθετο, μάλιστα - κρίθηκαν ανεπαρκείς και άνοιξαν τον δρόμο για πρωταγωνιστικούς ρόλους στον ΣΥΡΙΖΑ και στη Νέα Δημοκρατία.

Σε τυφλή αναζήτηση μιας αναγεννημένης ελληνικής «Σοσιαλδημοκρατίας», οι άνθρωποι του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝ.ΑΛ. πορεύτηκαν μετά το εκλογικό «στραπάτσο» του 2012 αμήχανοι, μπερδεμένοι, νοσταλγοί ένδοξου παρελθόντος, με το όραμα μιας θριαμβευτικής «επανόδου» στην πολιτική σκηνή, που δεν ήταν δυνατή, διότι οι καιροί είχαν προ πολλού προσπεράσει το κόμμα των χλωμών διαδόχων του Ανδρέα Παπανδρέου. Η μετριοπάθεια της ενωτικής Φώφης Γεννηματά είχε φρενάρει την κατηφόρα. Τώρα τα πράγματα αλλάζουν.

Σήμερα, οι σχέσεις του ΚΙΝ.ΑΛ. με ένα μικρό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας κινούνται πιο πολύ στη βάση ευχάριστων αναμνήσεων του παρελθόντος, χωρίς σύνδεση με τα σοβαρά, πραγματικά προβλήματα του παρόντος. Έτσι, αυτή την ώρα, το πρόβλημα της «ανασυγκρότησης» αυτού του κόμματος αφορά μόνον τις προσωπικές φιλοδοξίες των διεκδικητών της αρχηγίας, οι οποίοι αυτοπροβάλλονται ως μελλοντικοί ηγέτες ικανοί να δώσουν ώθηση στο μαραμένο ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝ.ΑΛ. ως παράταξη με το βλέμμα στο μέλλον, γενικώς «προοδευτική», με νέο μέγεθος και νέα, φρέσκα χαρακτηριστικά.

Τίποτε το συγκεκριμένα πολιτικό σε όλα αυτά. Και είναι χαρακτηριστικό της πολιτικής ανεπάρκειας και της απουσίας εσωτερικού δυναμισμού του κόμματος το γεγονός ότι διεκδικεί σήμερα την ηγεσία του ένας πρώην αρχηγός και πρωθυπουργός με χαοτικές περί πολιτικής αντιλήψεις, φορτωμένος ιστορικά με τεράστιες ευθύνες για επιλογές του, που οδήγησαν τη χώρα στο ΔΝΤ και στη μεγάλη κατηφόρα από την άνοιξη 2010. Είναι, δε, σχεδόν κωμικό ότι αυτός ο διεκδικητής της αρχηγίας έχει σε βάρος του, πέραν άλλων, και την απόφασή του για διάσπαση της παράταξης με την ίδρυση δικού του κόμματος, του εξαρχής ετοιμοθάνατου ΚΙΔΗΣΟ, το οποίο αναπαύεται σήμερα γαλήνια σε κάποιο συρτάρι του αποστάτη κ. Γ. Α. Παπανδρέου.

Όλα τούτα δεν σημαίνουν ότι απέναντι στον σπόρτσμαν πρώην πρωθυπουργό διεκδικούν ψήφο σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες ή κάποιοι φορείς νέων, πρωτότυπων ιδεών για την «Κεντροαριστερά». Όλοι «γενικώς» ομιλούν. Είναι σαφές ότι το μοναδικά επιδιωκόμενο σε αυτό τον χώρο είναι να επιτευχθεί μια άνοδος των εκλογικών ποσοστών του προσεχώς, τέτοια ώστε να μπορέσει να μπει το κόμμα στο ενδεχόμενο -λόγω απλής αναλογικής- μετεκλογικό παιχνίδι σε «ρυθμιστικό» ρόλο. Για κάποια συμμετοχή σε κατανομές εξουσιών ως υπολογίσιμος «εταίρος». Περί αυτού και μόνον πρόκειται και για τίποτε άλλο.

Το μείζον πρόβλημα της εν λόγω παρακμασμένης «Κεντροαριστεράς» είναι ότι τις βασικές πολιτικές επιλογές και στρατηγικές για την οικονομία και την κοινωνία της Ελλάδας έχουν προ πολλού διατυπώσει και εκφράσει η κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, δύο παρατάξεις με ευρεία κοινωνική αντιστοιχία η καθεμία. Για την παράταξη των ΓΑΠ και Σία μόνο «ψίχουλα» έχουν απομείνει.

Αναμφίβολα, ένα σοβαρό αστικό κεντροαριστερό κόμμα με διακριτά προγράμματα και έμπειρους πολιτικούς στην ηγεσία του θα είχε πολλά να προσφέρει στην πολιτική ζωή του τόπου και θα απέτρεπε τη διχαστική δικομματική πόλωση. Όμως, το κόμμα ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝ.ΑΛ. μόνο κάτι τέτοιο δεν είναι. Κι επειδή οι πρωταγωνιστές του δεν είναι σε θέση να παράγουν πολιτική, ασκούνται στην παραδοσιακή τέχνη της πολιτικής λογοδιάρροιας.