ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Η εξωτερική πολιτική στο ράφι των κομμάτων
Η ελληνική διπλωματία κρατάει «κόντρα» στα κακοήθη τουρκικά επιχειρήματα και οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι διαρκώς έτοιμες να αντιμετωπίσουν την Τουρκία
Παρακολουθώντας κανείς το κλίμα που επικρατεί στη σκηνή των πολιτικών κομμάτων αυτό το καλοκαίρι, υποχρεώνεται να υποθέσει ότι η επιθετική πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα είναι άλλη μία υπόθεση αναβαθμισμένης «ρουτίνας» στο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων
. Κι αν ο «πειραγμένος» Εντογάν βρυχάται και απειλεί, ε, μπόρα είναι, και πάλι θα περάσει. Άλλωστε, η εξωτερική πολιτική είναι μια «υψηλή τέχνη» για τους πολύ ολίγους. Είναι άλλα τα πράγματα που φτιάχνουν το κλίμα στην εσωτερική σκηνή και τροφοδοτούν με «επιχειρήματα» τα κόμματα, άλλα ενδιαφέρουν τον αναξιοπαθούντα καταναλωτή Έλληνα πολίτη. Κάπως έτσι μας δείχνουν πως σκέπτονται οι «ελίτ» των κομμάτων, που έχουν διαρκώς ανοικτή την κάλπη μέσα στο μυαλό τους.
Στον ελληνικό Τύπο τα πράγματα είναι -ευτυχώς - διαφορετικά. Χρήσιμες πληροφορίες, δημοσιογραφικές αναλύσεις και κείμενα διαπρεπών διεθνολόγων και πολιτικών αναλυτών υπογραμμίζουν, παραθέτοντας στοιχεία, το πόσο εκτάκτως επικίνδυνα είναι σήμερα τα πράγματα εξαιτίας μιας αυξανόμενης πολεμικής απειλής της χώρας από την Τουρκία του ισλαμιστή Ερντογάν. Είναι ξεκάθαρο, πλέον, ότι το όλο σκηνικό της διαταραγμένης διεθνούς τάξης έχει ενθαρρύνει το αυταρχικό καθεστώς Ερντογάν να προβάλλει όσο ποτέ άλλοτε επιθετικά την «αναθεωρητική» πολιτική του προς την Ελλάδα. Το κάνει αυτό τόσο με πολιτική χυδαιότητα και πολεμικές απειλές όσο και με εξωφρενικά νομικά επιχειρήματα στη διεθνή σκηνή και με στόχο να αμφισβητηθεί έως και η εθνική κυριαρχία ελληνικών εδαφών.
Η ελληνική διπλωματία κρατάει «κόντρα» στα κακοήθη τουρκικά επιχειρήματα με δηλώσεις και ανακοινώσεις και οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι διαρκώς έτοιμες να αντιμετωπίσουν, όπου και όπως χρειασθεί, την Τουρκία. Όμως, τα κόμματα ως πολιτικοί οργανισμοί που ζουν ράθυμα, επιχορηγούμενοι από τον δημόσιο Προϋπολογισμό, ουδέν το χρήσιμο παράγουν για μια συμβολή τους στη μείζονα αυτή υπόθεση εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας της χώρας. Και αν η κυβέρνηση μπορεί, τέλος πάντων, να υποστηρίξει ότι το κόμμα της «αυτονοήτως» στηρίζει τις αποφάσεις της και δεν χρειάζεται να αναλύει τίποτε πέρα από τα όσα δηλώνει ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης και ο κ. Ν. Δένδιας, η μείζων και η ελάσσων αντιπολίτευση τι προσφέρουν; Ερμηνεύουν ως «πολιτική» τις «ξύλινες», αβαθείς, συχνά και παιδαριώδεις απόψεις περί εξωτερικής πολιτικής, που εκπρόσωποί τους σκορπούν σε ραδιόφωνα και τηλεοπτικά κανάλια; Προφανώς, ναι. Η καθημερινή εμπειρία σε αυτό το πεδίο επιβεβαιώνει την πνευματική αδυναμία των κομμάτων να επεξεργαστούν σοβαρά και με αναλυτική ικανότητα εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις, όπως αυτές που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σε ένα ταραγμένο διεθνές σκηνικό και αντιμέτωπη με τη μοναδική εμπειρία να δέχεται πολεμικές απειλές από έναν σύμμαχο στο ΝΑΤΟ, χωρίς να έχει καμιά απολύτως στόχευσή της σε τουρκικά εδάφη. Έτσι, οι πολίτες που ζητούν πληροφόρηση και ανάλυση των προβλημάτων την έχουν πρώτιστα από έγκριτες εφημερίδες, από ορισμένες ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές και από έναν μικρό αριθμό εξαιρετικών σάιτ.
Είναι, δυστυχώς, σαφές ότι τα πολιτικά κόμματα, παθολογικά εσωστρεφή, αδυνατούν να διαβούν τα σύνορα των παλιομοδίτικων συνηθειών τους, που είναι οι εσωτερικές ισορροπίες τους, ο ανταγωνισμός «τάσεων» και προσωπικών φιλοδοξιών, οι ψήφοι στα συνέδρια και οι εκάστοτε εκλογικοί στόχοι τους. Όσο για την πολιτική, αυτή, τιμώμενη πάντοτε βεβαίως όπως της πρέπει, παραμένει στο ράφι. Τις «θέσεις» των κομμάτων για τα τρέχοντα προβάλλουν διάφοροι εκπρόσωποί τους, που απευθύνονται τηλεοπτικώς με γυάλινο βλέμμα σε ένα αόρατο κοινό ή τις διατυπώνουν με χρωματισμένη από κομματικό πάθος φωνή σε ραδιοφωνικά δίκτυα - ξεκινώντας συνήθως το πρωί. Εννοείται ότι αυτό δεν συμβαίνει όταν ερωτηθούν για εξωτερική πολιτική, οπότε με ήρεμη φωνή οι «εκπρόσωποι», με προκάτ φράσεις και «αίσθημα ευθύνης», όπως λένε, επιβεβαιώνουν την αμάθειά τους σε αυτόν τον τομέα.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 4 Ιουνίου 2022
Στον ελληνικό Τύπο τα πράγματα είναι -ευτυχώς - διαφορετικά. Χρήσιμες πληροφορίες, δημοσιογραφικές αναλύσεις και κείμενα διαπρεπών διεθνολόγων και πολιτικών αναλυτών υπογραμμίζουν, παραθέτοντας στοιχεία, το πόσο εκτάκτως επικίνδυνα είναι σήμερα τα πράγματα εξαιτίας μιας αυξανόμενης πολεμικής απειλής της χώρας από την Τουρκία του ισλαμιστή Ερντογάν. Είναι ξεκάθαρο, πλέον, ότι το όλο σκηνικό της διαταραγμένης διεθνούς τάξης έχει ενθαρρύνει το αυταρχικό καθεστώς Ερντογάν να προβάλλει όσο ποτέ άλλοτε επιθετικά την «αναθεωρητική» πολιτική του προς την Ελλάδα. Το κάνει αυτό τόσο με πολιτική χυδαιότητα και πολεμικές απειλές όσο και με εξωφρενικά νομικά επιχειρήματα στη διεθνή σκηνή και με στόχο να αμφισβητηθεί έως και η εθνική κυριαρχία ελληνικών εδαφών.
Η ελληνική διπλωματία κρατάει «κόντρα» στα κακοήθη τουρκικά επιχειρήματα με δηλώσεις και ανακοινώσεις και οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι διαρκώς έτοιμες να αντιμετωπίσουν, όπου και όπως χρειασθεί, την Τουρκία. Όμως, τα κόμματα ως πολιτικοί οργανισμοί που ζουν ράθυμα, επιχορηγούμενοι από τον δημόσιο Προϋπολογισμό, ουδέν το χρήσιμο παράγουν για μια συμβολή τους στη μείζονα αυτή υπόθεση εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας της χώρας. Και αν η κυβέρνηση μπορεί, τέλος πάντων, να υποστηρίξει ότι το κόμμα της «αυτονοήτως» στηρίζει τις αποφάσεις της και δεν χρειάζεται να αναλύει τίποτε πέρα από τα όσα δηλώνει ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης και ο κ. Ν. Δένδιας, η μείζων και η ελάσσων αντιπολίτευση τι προσφέρουν; Ερμηνεύουν ως «πολιτική» τις «ξύλινες», αβαθείς, συχνά και παιδαριώδεις απόψεις περί εξωτερικής πολιτικής, που εκπρόσωποί τους σκορπούν σε ραδιόφωνα και τηλεοπτικά κανάλια; Προφανώς, ναι. Η καθημερινή εμπειρία σε αυτό το πεδίο επιβεβαιώνει την πνευματική αδυναμία των κομμάτων να επεξεργαστούν σοβαρά και με αναλυτική ικανότητα εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις, όπως αυτές που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σε ένα ταραγμένο διεθνές σκηνικό και αντιμέτωπη με τη μοναδική εμπειρία να δέχεται πολεμικές απειλές από έναν σύμμαχο στο ΝΑΤΟ, χωρίς να έχει καμιά απολύτως στόχευσή της σε τουρκικά εδάφη. Έτσι, οι πολίτες που ζητούν πληροφόρηση και ανάλυση των προβλημάτων την έχουν πρώτιστα από έγκριτες εφημερίδες, από ορισμένες ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές και από έναν μικρό αριθμό εξαιρετικών σάιτ.
Είναι, δυστυχώς, σαφές ότι τα πολιτικά κόμματα, παθολογικά εσωστρεφή, αδυνατούν να διαβούν τα σύνορα των παλιομοδίτικων συνηθειών τους, που είναι οι εσωτερικές ισορροπίες τους, ο ανταγωνισμός «τάσεων» και προσωπικών φιλοδοξιών, οι ψήφοι στα συνέδρια και οι εκάστοτε εκλογικοί στόχοι τους. Όσο για την πολιτική, αυτή, τιμώμενη πάντοτε βεβαίως όπως της πρέπει, παραμένει στο ράφι. Τις «θέσεις» των κομμάτων για τα τρέχοντα προβάλλουν διάφοροι εκπρόσωποί τους, που απευθύνονται τηλεοπτικώς με γυάλινο βλέμμα σε ένα αόρατο κοινό ή τις διατυπώνουν με χρωματισμένη από κομματικό πάθος φωνή σε ραδιοφωνικά δίκτυα - ξεκινώντας συνήθως το πρωί. Εννοείται ότι αυτό δεν συμβαίνει όταν ερωτηθούν για εξωτερική πολιτική, οπότε με ήρεμη φωνή οι «εκπρόσωποι», με προκάτ φράσεις και «αίσθημα ευθύνης», όπως λένε, επιβεβαιώνουν την αμάθειά τους σε αυτόν τον τομέα.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 4 Ιουνίου 2022