Δεν βοηθάει σε τίποτε τη σήμερα ασκούμενη διπλωματία της Αθήνας, ούτε και έχει νόημα κανένα, να γίνεται δημοσίως λόγος από την κυβέρνηση για «πολυδιάστατη» εξωτερική πολιτική. Δεν υφίσταται σήμερα στο διεθνές περιβάλλον της Ελλάδας κανένα από τα στοιχεία που επέτρεψαν για λίγα χρόνια, στη δεκαετία του ’80, στον Ανδρέα Παπανδρέου να χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο. Και όταν, σήμερα, ο υπουργός Εξωτερικών προειδοποιεί με αυστηρότητα «Ανατολή και Δύση», ότι η Αθήνα θα λάβει «μέτρα» αν θιγούν εθνικά συμφέροντα της χώρας, οι πάντες χαμογελούν, διότι γνωρίζουν ότι τούτη την ώρα απευθύνεται μόνο στη Μόσχα. Για τον απλούστατο λόγο ότι η Ελλάδα κατά τρόπο απόλυτο και ευδιάκριτο «ανήκει» σήμερα στη Δύση, διότι είναι ευθυγραμμισμένη με τις στρατηγικές της Δύσης, και για την ακρίβεια με τις επιλογές των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στη γεωπολιτική περιοχή μας.

Δεν έχει, δυστυχώς, σήμερα η ελληνική ηγεσία την πολυτέλεια για ασκήσεις «πολυδιάστατης» πολιτικής στις υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφαλείας. Ισχυρά πιεσμένη οικονομικά και διαρκώς απειλούμενη πολιτικά και στρατιωτικά από την Τουρκία σε Θράκη, Αιγαίο και Ανατ. Μεσόγειο, η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα όχι μόνον έχει και συντηρεί στενές σχέσεις με την Ουάσινγκτον, αλλά, επιπλέον, παρέχει σημαντικές στρατιωτικές «διευκολύνσεις» στις ΗΠΑ από την Κρήτη έως και τη Βόρεια Ελλάδα. Ουσιαστικά, τα εδάφη της ελληνικής επικράτειας «καλύπτονται» στρατηγικά από τις ΗΠΑ. Και σε συγκεκριμένα σημεία, στη Βόρεια Ελλάδα, πολλά ορίζονται από «ανάγκες» του ΝΑΤΟ.

Στο σκηνικό αυτό, δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι οι δραστηριότητες «δικτύου πρακτόρων» και διπλωματικών παραγόντων της Ρωσίας στη Β. Ελλάδα και ειδικότερα σε σημαντικής στρατηγικής αξίας σημεία σε Αλεξανδρούπολη και σε Καβάλα, «κινητοποίησαν» τους Αμερικανούς, και η ΕΥΠ συνέλεξε «αποδεικτικό υλικό», που οδήγησε την κυβέρνηση στις γνωστές απελάσεις. Και αυτό σήμανε, βεβαίως, ότι η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, έστω και «με το ζόρι», όρισε τις κόκκινες γραμμές «επιρροής» της Μόσχας στην ελληνική επικράτεια και ειδικότερα στη Βόρεια Ελλάδα. Εκεί ήδη οργανώνεται από ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, όχι μόνο το κλείσιμο των «δρόμων» της Ρωσίας προς τα Δυτικά Βαλκάνια, αλλά και μια στρατιωτική «ζώνη» με στόχο τον έλεγχο των «περασμάτων» σε Βόσπορο και Μαύρη Θάλασσα.

Με αυτά τα δεδομένα, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει περιθώρια για κάτι περισσότερο από «ομαλές» διπλωματικές σχέσεις με τη Μόσχα και υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι η Ρωσία αναγνωρίζει πως η Ελλάδα αποτελεί ΝΑΤΟϊκό έδαφος και άρα συμπεριφέρεται «αναλόγως». Εν προκειμένω, λοιπόν, «πολυδιάστατη» ελληνική πολιτική με βλέμμα προς τη Μόσχα δεν υφίσταται. Ισχύει η «μονοδιάστατη» πολιτική, σε ένα συγκεκριμένο δυτικό στρατηγικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινείται και η Ελλάδα. Επιπλέον, η Αθήνα, όταν δέχεται ισχυρή στρατιωτική πίεση από τη σύμμαχό της στο ΝΑΤΟ, Τουρκία, που δημιουργεί κινδύνους πολεμικών «επεισοδίων», μόνο στο ενδεχόμενο κάποιας «παρέμβασης» των ΗΠΑ μπορεί να υπολογίζει και όχι σε κάποια «βοήθεια» από τη Ρωσία.

Περιοριστική των ελευθεριών της αδύναμης Αθήνας για άλλες στρατηγικές επιλογές και για «δικές της» διακρατικές σχέσεις είναι σήμερα η κατάσταση στο διεθνές περιβάλλον της. Γι’ αυτό και δεν χρησίμευσαν σε τίποτε οι υπερβολικές δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, κ. Ν. Κοτζιά, για τέλος της «διπλωματίας της κότας» και για πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Εκτός και αν θέλησε -άγνωστο γιατί- να ερεθίσει περισσότερο τη θυμωμένη Μόσχα, που προσπαθεί να «χωνέψει» τις απελάσεις.