Λόγος ανησυχίας για «παρακράτος»
Αδυνατούν πλέον να παράσχουν δημόσιες υπηρεσίες και να εγγυηθούν ασφάλεια στους Ελληνες πολίτες.
Σεπτέμβριος 2018 και η Ελλάδα, με ελαφρώς νέα και ασυνάρτητη κυβέρνηση, βαδίζει στη λεωφόρο της πρώτης «μεταμνημονιακής» εποχής, υπό αυστηρή διεθνή επιτήρηση. Η αλήθεια είναι πως η σύνθεση της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα πολύ μικρή σημασία έχει με αληθινά πολιτικούς όρους, έτσι όπως έχουν έρθει πλέον τα πράγματα στη χώρα μας. Αυτός ο ανασχηματισμός ουδέναν φυσικά συγκίνησε, απλώς επιβεβαίωσε τη ρηχότητα της πολιτικής σκέψης μιας ομάδας εξουσίας ρυτιδωμένης εκ προώρου γήρατος.
Τώρα, οι πολιτικοί αστέρες ομιλούν χωρίς να λέγουν και εκτός σκηνής επιδίδονται σε «κουτσομπολιά», δήθεν αναλύοντας την κατάσταση. Εξω από τους εσωτερικούς χώρους τεσσάρων κομμάτων, το ενδιαφέρον της κοινωνίας για τις «σκέψεις» του κ. Τσίπρα είναι φυσικά εξαιρετικά περιορισμένο. Διότι άλλα και σοβαρά ζητήματα απασχολούν τους πολίτες. Ο ανασχηματισμός ήρθε σε μια χρονική περίοδο κατά την οποίαν κάνει πολύ θόρυβο το ξεχαρβάλωμα πολλών κρατικών μηχανισμών, οι οποίοι, υπό την «καθοδήγηση» υπναλέων πολιτικών προϊσταμένων τους, αδυνατούν πλέον να παράσχουν δημόσιες υπηρεσίες και να εγγυηθούν ασφάλεια στους Ελληνες πολίτες. Μοιάζει σαν να οδηγεί σήμερα η πολιτική ηγεσία ένα νεκροφόρο όχημα. Και, σαν να μην έφταναν τα γνωστά οικονομικά βάσανα και οι μεγάλες κοινωνικές καταστροφές, προστίθεται τώρα το άλλο μεγάλο κακό: Ατιμάζονται καθημερινά έως και οι κεντρικότεροι δρόμοι της Αθήνας από εγκληματίες, που επιτελούν τα «έργα» τους ασύδοτοι και ανενόχλητοι. Οι μικροί και μεσαίοι εγκληματίες του κοινού Ποινικού Δικαίου, που δρουν στο κέντρο της πόλης και λεηλατούν σε καθημερινή βάση διαμερίσματα σε αθηναϊκές συνοικίες, έχουν αναλάβει το έργο της απαξίωσης των δυνάμεων της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία έχει «δεμένα χέρια» λόγω των πολιτικών «αριστερών πεποιθήσεων» ορισμένων κυβερνητικών και κομματικών παραγόντων του ΣΥΡΙΖΑ.
Ομως, μια άλλη ομάδα κακοποιών, μια οργανωμένη συμμορία με «απόψεις» και βαριοπούλες, ο γνωστός «Ρουβίκωνας», έχει αναλάβει το μέγα έργο του απόλυτου εξευτελισμού και του διεθνούς διασυρμού μιας χώρας ολόκληρης. Η νέα επίθεση της ελεεινής «συλλογικότητας», αυτήν τη φορά στο κτίριο του υπουργείου Εξωτερικών, πενήντα μέτρα απ’ το κτίριο της Βουλής, συνοδευόμενη και με απειλητική διαδικτυακή ανάρτηση στελέχους της ότι θα μπορούσε και με βόμβα να έχει ανατινάξει ο «Ρουβίκωνας» το μέγαρο της Λεωφόρου Β. Σοφίας, η εν λόγω συμμορία θέτει, πλέον, ευθέως το μεγάλο ερώτημα: Υπάρχουν σχέσεις του κυβερνώντος κόμματος με τους κακοποιούς του «Ρουβίκωνα»; Και, αν αυτό συμβαίνει, ποιος είναι ο στόχος αυτών των σχέσεων; Το ερώτημα μόνο παράλογο δεν είναι, δεδομένου ότι δεν είναι πλέον δυνατόν να αποδώσει κανείς σε «ανικανότητα» της Αστυνομίας» την αδυναμία των πολιτικών προϊσταμένων της για την αντιμετώπιση της εν λόγω «συλλογικότητας». Αυτή η εξήγηση συνιστά μόνο μια χονδροειδή κοροϊδία. Διότι δεν είναι δυνατόν να αιτιολογείται στα σοβαρά αυτή η άθλια κατάσταση στη βάση παραδοχής ότι η ΕΛ.ΑΣ. και το προϊστάμενο υπουργείο διοικούνται από βλάκες. Τα περί βλακείας προσώπων και γενικώς τα περί κυβερνητικής «ανικανότητας» λόγια δεν καλύπτουν το θέμα και το απλοποιούν επικίνδυνα.
Γιατί να κρυβόμαστε; Είναι ξεκάθαρο -σε συνδυασμό και με άλλα ζητήματα, που αφορούν «αριστεριστές»- ότι η κυβέρνηση αυτή ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ να εφαρμόσει τον νόμο σ’ αυτή την ιστορία. Από αυτό, όμως, προκύπτει το ερώτημα: Ποιος μπορεί να είναι ο λόγος αυτής της επιλογής; Πρόκειται μόνο για παιδαριώδεις, «αριστερίστικες» εμμονές στελεχών του κυβερνώντος κόμματος; Ή για την προώθηση, εντός του ΣΥΡΙΖΑ, μιας «μαύρης» άποψης που έχει να κάνει με προθέσεις συντήρησης ενός κλίματος το οποίο θα ευνοεί τη δημιουργία ενός ιδιότυπου «παρακράτους»; Αν συμβαίνει το πρώτο, το πράγμα μπορεί ενδεχομένως να περιοριστεί προσεχώς, υπό πίεση. Αν συμβαίνει το δεύτερο, τότε βρισκόμαστε κοντά σε μια εφιαλτική πραγματικότητα.