Ο σοσιαλδημοκράτης και οι ήρωες του Μπέκετ
Οι αναζητητές της σοσιαλδημοκρατικής «νέας Κεντροαριστεράς» περιμένουν κάτι που δεν πρόκειται να εμφανιστεί
Aργά, αλλά σταθερά, οι επίμονοι αναζητητές της ελληνικής «σοσιαλδημοκρατίας» βαδίζουν σε έναν έρημο δρόμο, που δεν έχει τέλος. Εκεί τους οδηγεί η αδυναμία να προσδιορίσουν το τι μπορεί σήμερα να σημαίνει «Κεντροαριστερά» και «σοσιαλδημοκρατία» στην Ελλάδα, πέρα από την επίκληση και τον ήχο αυτών των λέξεων. Η πικρή αλήθεια που περιέχεται σε αυτή την υπόθεση απωθεί προφανώς τους εν λόγω αναζητητές να αποδεχθούν δύο πράγματα:
Πρώτον, ότι στην Ευρώπη -στην οποία όλοι τους αναφέρονται- η κάποτε ισχυρή ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έχει συνθλιβεί από καιρό ανάμεσα στους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς της τεχνοκρατίας των Βρυξελλών και στον σκληρό φιλελευθερισμό της ευρωπαϊκής «παγκοσμιοποίησης» (βλ. Μάαστριχτ).
Δεύτερον, ότι στην Ελλάδα ειδικώς, η σοσιαλδημοκρατία δεν υπήρξε ποτέ σε επίπεδο εφαρμοσμένης πολιτικής, διότι δεν μπορούσε αυτή να υφίσταται σε μία χώρα χαμηλής παραγωγικής βάσης μη βιομηχανικού οικονομικού περιβάλλοντος.
Οι εγχώριοι υποστηρικτές της «σοσιαλδημοκρατίας» την αγάπησαν μέσα από την ανάγνωση των κειμένων της ευρωπαϊκής πολιτικής ιστορίας στα νεανικά τους χρόνια και μέσα από τις επαφές και τις γνωριμίες τους με επιφανείς σοσιαλδημοκράτες των περασμένων δεκαετιών, σε θεσμικούς χώρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Πολλοί από αυτούς, δε, την ταύτισαν με τι άκριτες κατανομές εθνικών και κοινοτικών πόρων, που δεν είχαν καμία αντιστοιχία με την παραγωγική ικανότητα της χώρας.
Από εκεί και πέρα, κομματικές ανάγκες και βραχυπρόθεσμοι εκλογικοί στόχοι καθόρισαν στην Αθήνα την ατζέντα της συζήτησης περί σοσιαλδημοκρατικής Κεντροαριστεράς και συντήρησαν τις σχετικές παραισθήσεις των αναζητητών της. Και επειδή πραγματική βάση για τέτοιου τύπου «μοντέλο» δεν υφίσταται στην Ελλάδα, οι σχετικές κουβέντες γίνονται γύρω από ένα συρρικνωμένο, πολιτικά φτωχό κόμμα της «Κεντροαριστεράς», το ΚΙΝ.ΑΛ., το οποίο αγωνιωδώς προσπαθεί μάλιστα να κρατηθεί στον κύκλο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, που από την πλευρά τους χάνουν διαρκώς δυνάμεις στις χώρες τους. Οι αναζητητές της σοσιαλδημοκρατικής «νέας Κεντροαριστεράς» περιμένουν να συναντηθούν με κάτι που δεν πρόκειται να εμφανιστεί στον δρόμο τους.
Δείχνουν να πιστεύουν ότι θα έρθει στο ραντεβού τους η σοσιαλδημοκρατία, ντυμένη μάλιστα ελληνικά. Το περισσότερο που θα μπορούσε, όμως, να τους συμβεί, θα ήταν να αντικρίσουν κάποια νύχτα το φάντασμά της. Το πρόβλημα των αναζητητών του περίφημου «τρίτου πόλου», που θα συγκροτούσαν πιστοί σε παλιά «οράματα» κεντροαριστεροί σοσιαλδημοκράτες, είναι πως δεν είναι σε θέση να εμφανίσουν στην πολιτική σκηνή τίποτε το ορατό «τρίτο», που θα παρεμβαλλόταν μεταξύ της ισχυρής πλέον φιλελεύθερης Κεντροδεξιάς και της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, που, παρότι τραυματισμένη, εμφανίζεται πλέον φιλοευρωπαϊκή και κρατάει δυνάμεις. Ο λόγος τους στέκει επάνω σε θεσμικά δημοκρατικά ζητήματα, σε περιγραφές της άσχημης εθνικής κατάστασης, στην καταγγελία των παρεκτροπών από την «κανονικότητα».
Λόγος, γενικώς, σωστός, που όμως δεν συνιστά πολιτική πρόταση, η οποία θα συγκέντρωνε το ενδιαφέρον ακροατηρίων σε ένα ευρύ, και πάντως υπολογίσιμο, κοινωνικό πεδίο. Κι αυτό οφείλεται στο ότι οι «κεντροαριστεροί» ρήτορες μονότονα επικαλούνται πολιτικά στοιχεία και ιδέες ενός κόσμου ο οποίος δεν υπάρχει. Ετσι, καταντούν να ομιλούν μη ακουόμενοι στον χώρο στον οποίο υποτίθεται ότι απευθύνονται. Κούφιος εντελώς είναι πλέον ο λόγος περί «προοδευτικής» παράταξης, που αγωνιωδώς προβάλλεται από το ισχνό, ηλικιωμένο ΠΑΣΟΚ, το οποίο εκπροσωπεί ως ΚΙΝ.ΑΛ. τώρα η απελπισμένη κυρία Γεννηματά. Πολύ δύσκολο πράγμα, βεβαίως, να αναζητάς στην πολιτική κάτι που έχει πεθάνει.
Σίγουρα είναι δύσκολοι οι καιροί για όλους στη σημερινή πολιτική σκηνή, αλλά, επειδή τα εθνικά προβλήματα είναι πολύ μεγάλα και απολύτως ορατά, δεν υπάρχει πλέον χώρος και χρόνος για ξεγελάσματα και μισές κουβέντες. Φυσικά, αν οι ρήτορες της «Κεντροαριστεράς» θέλουν να ζουν στις σοσιαλδημοκρατικές φαντασιώσεις τους, περιμένοντας τον Γκοντό, κανείς δεν δικαιούται να τους εμποδίσει να το κάνουν.