Ο εκ Σφακίων «Κόναν» και το τέλος μιας Αριστεράς
Σημαιοφόρος της κακόμορφης «Αριστεράς» και εκφραστής του επιθετικού πνεύματος του πρωθυπουργού είναι ο πολύς κ. Πολάκης.
Τα γεγονότα έχουν πλέον καταδείξει ότι η ηγεσία του συνασπισμού της επιλεγόμενης «Ριζοσπαστικής Αριστεράς» εκπροσωπεί ένα είδος «Αριστεράς», το οποίο αποτελεί στρέβλωση και συνολική δυσφήμηση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς που παρήγαγε η Μεταπολίτευση του 1974. Διότι για μια ολόκληρη 40ετία καμία κομματική παραλλαγή Αριστεράς δεν αμφισβήτησε τους θεσμούς, τους κανόνες Δικαίου και τη λειτουργία της Γ’ Δημοκρατίας. Απαντες, δεξιοί, κεντρώοι και αριστεροί όλων των χρωμάτων, συμπεριφέρθηκαν σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο αποδεχόμενοι απολύτως τους κανόνες από τους οποίους και αντλούν την ελεύθερη έκφρασή τους όλα τα πολιτικά κόμματα, όλα τα δημόσια πρόσωπα και κάθε πολίτης.
Δεν έλειψαν λάθη, εντάσεις, αστοχίες και «στραβές» στην πολιτική σκηνή, πράξεις και εξελίξεις που κατά καιρούς σφράγισαν αρνητικά και πολιτικά πρόσωπα και κομματικές ηγεσίες, προκάλεσαν τραύματα στην κοινωνία και επιβράδυναν την ανάπτυξη της χώρας. Αλλά ακόμα και η ιδεολογικά άκαμπτη, «ορθόδοξη» Αριστερά του ΚΚΕ σε καμία περίπτωση δεν έδειξε μετά το 1974 έως και σήμερα πως επιθυμεί την εξάρθρωση των θεσμών του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας, στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες του οποίου, άλλωστε, η ίδια ανεμπόδιστα μετέχει. Δυστυχώς, ο πρωθυπουργός και αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και ένα επιτελείο «πιστών» συνεργατών του δείχνουν με πολιτικές και ατομικές συμπεριφορές τους ότι ο θεσμικός κορμός της αστικής Δημοκρατίας τούς είναι αντιπαθής, ότι τα θεμέλιά της, Σύνταγμα, διάκριση εξουσιών, κράτος Δικαίου, μπορεί να αμφισβητούνται, αν αυτό διευκολύνει το έργο της κυβέρνησης, προς όφελος του «λαού».
Εχει πλέον διαμορφωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια αυταρχική Αριστερά, η οποία με ένα ιδιότυπο, εκτός χρόνου, «εκδικητικό» πνεύμα και με πρόσχημα την ανάγκη αυστηρού ελέγχου μιας σειράς οικονομικών σκανδάλων, υπαρκτών ή εικαζόμενων, του «παλαιού καθεστώτος», παρεκτρέπεται θεσμικά, προσβάλλει, κακολογεί, καθυβρίζει και δυσφημεί οποιονδήποτε και οτιδήποτε δεν συντάσσεται με το μέρος της και αποδοκιμάζει τις μεθόδους αυτής της επιχείρησης «κάθαρσης».
Σημαιοφόρος αυτής της κακόμορφης «Αριστεράς» και εκφραστής του επιθετικού πνεύματος του πρωθυπουργού είναι ένας προσωπικός φίλος και θαυμαστής του υπουργός, ο πολύς κ. Πολάκης. Η περίπτωση αυτού του υπουργού έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς με τις κραυγές, τις «αγριάδες» του και τις άξεστες ρητορείες του εναντίον πολιτικών αντιπάλων έχει καταφέρει να δυσφημήσει κατά τον πλέον έντονο τρόπο αυτό που έως σήμερα υπήρξε και αποκλήθηκε «Αριστερά» στην Ελλάδα, στην κάθε παραλλαγή της. Με αυτή την επιλογή της, όμως, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε και κάτι άλλο: μέσω του άφθαστου κ. Πολάκη και ακόμη δύο εκπροσώπων του, ο κ. Αλέξης Τσίπρας έφερε «επικοινωνιακώς» σε δεύτερη μοίρα τα αμαρτωλά «έργα» κάποιων αχρείων της πολιτικής και εμφάνισε ως αδίκως διωκόμενα πρόσωπα για τα οποία καθόλου καλή γνώμη δεν είχαν έως χθες πάρα πολλοί συμπολίτες μας. Με λίγα λόγια, η επιλογή της ηγεσίας για κατά μέτωπο επίθεση εναντίον του εχθρού, με άγριο πολεμιστή τον κ. Πολάκη σε ρόλο Κόναν, μπορεί να κριθεί τουλάχιστον πολιτικά ανόητη. Η αλήθεια είναι πως εντός του ΣΥΡΙΖΑ κάποιοι φαίνεται να αντιλαμβάνονται τώρα τις καταστροφές που συσσωρεύει στο κόμμα και σε καθετί που μπορεί να ονομάζεται «αριστερό» η πολιτική του Μεγάρου Μαξίμου. Ομως, άλλο τόσο αλήθεια είναι ότι οι ζημιές που έχει προκαλέσει συνολικά στην Αριστερά ο «τυφώνας Τσίπρα-Πολάκη» θα απαιτήσουν στον χώρο αυτόν πολλών χρόνων «αποκαταστάσεις». Ισως και αποδειχθεί τελικώς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ιστορικός νεκροθάφτης της εγχώριας Αριστεράς.
Για την ώρα, πάντως, η εξημερωμένη από την κυρία Μέρκελ «Ριζοσπαστική Αριστερά» πορεύεται ως μια γενικώς «προοδευτική» Κεντροαριστερά. Ως «επαναστάτης», ο κ. Τσίπρας οδηγήθηκε σε πρόωρη συνταξιοδότηση. Νέα «παράταξη» μπορεί να φτιάξει τελικώς πριν από τις εκλογές ο ευλύγιστος κ. Τσίπρας, αλλά αυτή δεν θα έχει βεβαίως καμία σχέση με οποιουδήποτε είδους «Αριστερά». Μάλλον για πολιτικό «μπριάμ» θα πρόκειται. Το ερώτημα είναι κατά πόσον η «παράταξη» που έχει κατά νου ο κ. Τσίπρας θα συμμορφώνεται με τους θεσμούς της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.