ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ωριμότητα: Η έκπληξη των εκλογών
Λίγοι περίμεναν να κερδίσει η Νέα Δημοκρατία με διαφορά μεγαλύτερη των 9 μονάδων τις ευρωεκλογές. Ακόμα λιγότεροι να επικρατήσει σε 11 (12 μαζί με το Βόρειο Αιγαίο) περιφέρειες, χάνοντας μόνο την Κρήτη. Άλλοι περίμεναν να ηττηθεί στην Πελοπόννησο λόγω του ισχυρού πόλου που αποτελούσε ο Πέτρος Τατούλης, άλλοι στη Δυτική Ελλάδα που παραδοσιακά ψήφιζε ΠΑΣΟΚ, άλλοι στο Ιόνιο λόγω του «αντάρτικου», άλλοι στη Στερεά Ελλάδα λόγω της δημοφιλίας του Απόστολου Γκλέτσου. Δεν έχασε καμία από αυτές τελικά. Αυτό, σε συνδυασμό με τη συντριπτική νίκη στις ευρωεκλογές, έκανε πολλούς να αναρωτιούνται τι δεν είχαμε καταλάβει τόσο καιρό στον τρόπο που σκέφτεται και που αξιολογεί η ελληνική κοινωνία, ώστε να μπορούμε να προβλέψουμε το διπλό αυτό αποτέλεσμα σε όλη του την έκταση.
Το «πόρισμα» της κάλπης φυσικά, επιδέχεται πάντοτε πολλαπλών αναγνώσεων και ερμηνειών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ωστόσο, μία ίσως αξίζει να αναδειχθεί περισσότερο και να μελετηθεί περαιτέρω από τους ειδικούς αναλυτές: Η ωριμότητα των πολιτών. Όχι επειδή ψήφισαν τη Νέα Δημοκρατία, τους ευρωβουλευτές της και τους περιφερειάρχες της. Αλλά επειδή στράφηκαν μαζικά σε ένα κόμμα που έκανε κάτι πρωτοφανές για τα δεδομένα της μεταπολίτευσης: Δεν υποσχέθηκε προεκλογικά σχεδόν τίποτα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά πήγε στην αντίθετη κατεύθυνση, να μην δεσμεύεται καν από τις υποσχέσεις του πολιτικού της αντιπάλου.
Μία πρόσληψη για κάθε μία αποχώρηση από το Δημόσιο, υποσχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Μία για κάθε πέντε, έλεγε η ΝΔ. 13η σύνταξη έταξε ο ΣΥΡΙΖΑ, άσχετα αν δεν αφορούσε όπως αποδείχθηκε την πλειοψηφία των συνταξιούχων. Θα ενισχύσουμε το εισόδημα των συνταξιούχων, αλλά με το δικό μας σχέδιο, απαντούσε η ΝΔ. Μια σειρά από επιδόματα μοίραζε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, «το μέλλον της νέας γενιάς δεν μπορεί να είναι μια εξαρτημένη επιδοματική πολιτική», υποστήριζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτών στη διοίκηση νοσοκομείων, ιδιωτικό πυλώνα στην ασφάλιση, κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και άλλα «αντιδημοφιλή» θεωρητικά μέτρα περιείχε το πρόγραμμα της ΝΔ.
Μήπως τα έκρυψε όλα αυτά και δεν έγιναν αντιληπτά από τους πολίτες; Κάθε άλλο. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης τα επαναλάμβανε στις δημόσιες ομιλίες και συνεντεύξεις του. Οι υπουργοί και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τα υπενθύμιζαν και τα κατήγγειλαν με κάθε ευκαιρία. Κι όμως, με αυτό τον προγραμματικό λόγο, χωρίς να τάζει και χωρίς να μοιράζει – μελλοντικά – χρήματα και μάλιστα σε μια καθημαγμένη από την οκταετή κρίση κοινωνία, η ΝΔ όχι απλά επικράτησε, αλλά πέτυχε τη μεγαλύτερη διαφορά στην ιστορία των ευρωεκλογών.
Η κοινωνία, λοιπόν, έχει ωριμάσει σε σημαντικό βαθμό. Σε βαθμό που δεν είχαν αντιληφθεί ούτε οι ίδιοι οι κυβερνώντες. Έχει χορτάσει από μεγάλα λόγια και υποσχέσεις την περίοδο προ κρίσης, που έφεραν τη χώρα στο χείλος της χρεωκοπίας. Έχει χορτάσει από μεγάλα λόγια και υποσχέσεις την περίοδο της κρίσης, που διαψεύστηκαν και την επέτειναν ακόμα περισσότερο. Εμφανίζεται πλέον περισσότερο ώριμη εδώ και δεκαετίες να ακούσει λόγια πιο μετρημένα, να δεχθεί ένα πολιτικό πρόγραμμα ήπιο και λελογισμένο, να συζητήσει λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η υγεία, η παιδεία και η κοινωνική ασφάλιση που πριν από κάποια χρόνια θα ήταν αδιανόητο να ειπωθούν ακόμα. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να καταγγέλλει γενικώς και αορίστως την "ακροδεξιά", το "νεοφιλελευθερισμό" και άλλες συναφείς ταμπέλες που μοιάζουν να ταιριάζουν σε κάθε αντιπολιτευτική πρόταση, τόσο θα δείχνει ότι δεν έχει αντιληφθεί την τάση της εποχής.
Το «πόρισμα» της κάλπης φυσικά, επιδέχεται πάντοτε πολλαπλών αναγνώσεων και ερμηνειών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ωστόσο, μία ίσως αξίζει να αναδειχθεί περισσότερο και να μελετηθεί περαιτέρω από τους ειδικούς αναλυτές: Η ωριμότητα των πολιτών. Όχι επειδή ψήφισαν τη Νέα Δημοκρατία, τους ευρωβουλευτές της και τους περιφερειάρχες της. Αλλά επειδή στράφηκαν μαζικά σε ένα κόμμα που έκανε κάτι πρωτοφανές για τα δεδομένα της μεταπολίτευσης: Δεν υποσχέθηκε προεκλογικά σχεδόν τίποτα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά πήγε στην αντίθετη κατεύθυνση, να μην δεσμεύεται καν από τις υποσχέσεις του πολιτικού της αντιπάλου.
Μία πρόσληψη για κάθε μία αποχώρηση από το Δημόσιο, υποσχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Μία για κάθε πέντε, έλεγε η ΝΔ. 13η σύνταξη έταξε ο ΣΥΡΙΖΑ, άσχετα αν δεν αφορούσε όπως αποδείχθηκε την πλειοψηφία των συνταξιούχων. Θα ενισχύσουμε το εισόδημα των συνταξιούχων, αλλά με το δικό μας σχέδιο, απαντούσε η ΝΔ. Μια σειρά από επιδόματα μοίραζε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, «το μέλλον της νέας γενιάς δεν μπορεί να είναι μια εξαρτημένη επιδοματική πολιτική», υποστήριζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτών στη διοίκηση νοσοκομείων, ιδιωτικό πυλώνα στην ασφάλιση, κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και άλλα «αντιδημοφιλή» θεωρητικά μέτρα περιείχε το πρόγραμμα της ΝΔ.
Μήπως τα έκρυψε όλα αυτά και δεν έγιναν αντιληπτά από τους πολίτες; Κάθε άλλο. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης τα επαναλάμβανε στις δημόσιες ομιλίες και συνεντεύξεις του. Οι υπουργοί και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τα υπενθύμιζαν και τα κατήγγειλαν με κάθε ευκαιρία. Κι όμως, με αυτό τον προγραμματικό λόγο, χωρίς να τάζει και χωρίς να μοιράζει – μελλοντικά – χρήματα και μάλιστα σε μια καθημαγμένη από την οκταετή κρίση κοινωνία, η ΝΔ όχι απλά επικράτησε, αλλά πέτυχε τη μεγαλύτερη διαφορά στην ιστορία των ευρωεκλογών.
Η κοινωνία, λοιπόν, έχει ωριμάσει σε σημαντικό βαθμό. Σε βαθμό που δεν είχαν αντιληφθεί ούτε οι ίδιοι οι κυβερνώντες. Έχει χορτάσει από μεγάλα λόγια και υποσχέσεις την περίοδο προ κρίσης, που έφεραν τη χώρα στο χείλος της χρεωκοπίας. Έχει χορτάσει από μεγάλα λόγια και υποσχέσεις την περίοδο της κρίσης, που διαψεύστηκαν και την επέτειναν ακόμα περισσότερο. Εμφανίζεται πλέον περισσότερο ώριμη εδώ και δεκαετίες να ακούσει λόγια πιο μετρημένα, να δεχθεί ένα πολιτικό πρόγραμμα ήπιο και λελογισμένο, να συζητήσει λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η υγεία, η παιδεία και η κοινωνική ασφάλιση που πριν από κάποια χρόνια θα ήταν αδιανόητο να ειπωθούν ακόμα. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να καταγγέλλει γενικώς και αορίστως την "ακροδεξιά", το "νεοφιλελευθερισμό" και άλλες συναφείς ταμπέλες που μοιάζουν να ταιριάζουν σε κάθε αντιπολιτευτική πρόταση, τόσο θα δείχνει ότι δεν έχει αντιληφθεί την τάση της εποχής.