ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Κάτι αλλάζει στη σχολική εκπαίδευση
Κάθε νομοσχέδιο που εισάγεται στη Βουλή πρέπει να απαντά σε δύο βασικά ερωτήματα: Υπήρχε ένα υπαρκτό πρόβλημα που έχρηζε λύσης ή αντιμετώπισης ή πρόκειται μήπως για κάποιο καπρίτσιο ή ακόμα και ρουσφέτι του υπουργού; Αν όντως υπάρχει κάποιο πρόβλημα προς επίλυση, οι συγκεκριμένες διατάξεις το λύνουν επαρκώς;
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας – που προς το παρόν είναι σε δημόσια διαβούλευση – έχει λίγο ως πολύ πέσει στη δημοσιογραφική αφάνεια, λόγω φυσικά της έκτακτης συγκυρίας που ζούμε. Θα συζητηθεί σίγουρα ζωηρά όταν έρθει στη Βουλή, κάτι που δεν αναμένεται να γίνει πριν τα μέσα Μαΐου. Έχει όμως σίγουρα ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, που σχετίζονται με πραγματικά προβλήματα της σχολικής εκπαίδευσης. Ξεχώρισα τρία που έχουν ως εξής:
Ένα είναι το ζήτημα της αξιολόγησης. Πόσοι γονείς δεν έχουν προβληματιστεί από την επάρκεια ενός δασκάλου ή καθηγητή που διδάσκει τα παιδιά τους; Πόσοι δεν πληρώνουν φροντιστήρια ή ιδιαίτερα μαθήματα για να καλύψουν τα κενά διδασκαλίας σε μια τάξη; Υπάρχει όμως κι ένα άλλο σοβαρό ζήτημα. Ποιος και με ποιο τρόπο όμως μπορεί να αξιολογήσει το έργο ενός εκπαιδευτικού; Η απάντηση σίγουρα δεν είναι απλή, γιατί το έργο του εκπαιδευτικού είναι πράγματι πολυσύνθετο.
«Ο Συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου», σημειώνει η σχετική διάταξη του νομοσχεδίου, «αξιολογεί την επιστημονική και διδακτική επάρκεια των εκπαιδευτικών και ιδίως την επάρκεια στα διδασκόμενα γνωστικά αντικείμενα, τον σχεδιασμό και την προετοιμασία της διδασκαλίας, την αξιοποίηση ποικίλου υλικού και πηγών στη διδασκαλία, την εφαρμογή διαφοροποιημένης παιδαγωγικής στη διδακτική πράξη, τη χρήση νέων τεχνολογιών και τη διαχείριση της σχολικής τάξης». Είναι βέβαιο ότι μέσα από τη δημόσια διαβούλευση και τη συζήτηση στην επιτροπή και στην ολομέλεια της Βουλής, η διάταξη αυτή μπορεί να εμπλουτιστεί ακόμα περισσότερο και να δημιουργηθεί έτσι για πρώτη φορά ένα σαφές και ολοκληρωμένο πλαίσιο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
Άλλο ένα ζήτημα που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης είναι ο σχολικός εκφοβισμός (bullying). Ο Εκπαιδευτικός Εμπιστοσύνης, που μπαίνει πλέον σε κάθε σχολείο, «παρεμβαίνει, καθοδηγεί και ενημερώνει μαθητές, γονείς και κηδεμόνες, σε θέματα παιδαγωγικής αντιμετώπισης ζητημάτων σε τομείς που απασχολούν τη σχολική μονάδα» όπως είναι το bullying, καθώς και άλλα ζητήματα όπως η πρόληψη σε θέματα ακραίων συμπεριφορών (ρατσισμός, διαφορετικότητα) η συμπερίληψη και ενσωμάτωση, κ.ά. Είναι ένα πρώτο και σημαντικό πρακτικό βήμα για την καταπολέμηση του bullying στα σχολεία, που τείνει να πάρει μεγάλες διαστάσεις.
Ένα ακόμα πρόβλημα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι τα κενά σε σχολεία σε δυσπρόσιτα ορεινά χωριά ή σε μικρά ακριτικά νησιά. Δύο ρυθμίσεις αποπειρώνται να θεραπεύσουν το χρόνιο αυτό ζήτημα. «Καρότο και μαστίγιο» θα λέγαμε. Το ένα είναι η διπλή μοριοδότηση: «Δύο (2) μονάδες ανά μήνα πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας σε δυσπρόσιτες σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης». Το «μαστίγιο» είναι πως εκπαιδευτικός «που προσλαμβάνεται ως αναπληρωτής σε κενό με την ειδική πρόσκληση, ύστερα από την αίτηση-δήλωση συμμετοχής του, και δεν αναλαμβάνει υπηρεσία ή αναλαμβάνει υπηρεσία και στη συνέχεια παραιτείται, αποκλείεται από τις προσλήψεις κατά το σχολικό έτος που διανύεται κατά την ανακοίνωση της πρόσληψης, καθώς και κατά τα δύο επόμενα σχολικά έτη».
Είναι προφανές ότι οι παθογένειες και τα προβλήματα της σχολικής εκπαίδευσης δεν εξαντλούνται στα τρία αυτά ζητήματα. Είναι επίσης προφανές ότι οι αγωνίες των γονέων μαθητών και των εκπαιδευτικών είναι μεγάλες, κάτι που φαίνεται και από το γεγονός ότι στη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου, τα άρθρα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση συγκεντρώνουν ελάχιστα σχόλια, ενώ αυτά για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια έχουν ήδη ξεπεράσει τις 3.000! Από όσα πρόλαβα να διαβάσω, μάλιστα, δεν είναι καφενειακού επιπέδου, αλλά κάνουν σοβαρές επισημάνσεις και παρατηρήσεις. Το γεγονός ότι για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες έρχεται στη Βουλή ένα νομοσχέδιο που καταπιάνεται συγκροτημένα με τη σχολική εκπαίδευση δείχνει ότι κάτι ίσως μπορεί να αλλάξει στο πολύπαθο ελληνικό σχολείο.
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας – που προς το παρόν είναι σε δημόσια διαβούλευση – έχει λίγο ως πολύ πέσει στη δημοσιογραφική αφάνεια, λόγω φυσικά της έκτακτης συγκυρίας που ζούμε. Θα συζητηθεί σίγουρα ζωηρά όταν έρθει στη Βουλή, κάτι που δεν αναμένεται να γίνει πριν τα μέσα Μαΐου. Έχει όμως σίγουρα ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, που σχετίζονται με πραγματικά προβλήματα της σχολικής εκπαίδευσης. Ξεχώρισα τρία που έχουν ως εξής:
Ένα είναι το ζήτημα της αξιολόγησης. Πόσοι γονείς δεν έχουν προβληματιστεί από την επάρκεια ενός δασκάλου ή καθηγητή που διδάσκει τα παιδιά τους; Πόσοι δεν πληρώνουν φροντιστήρια ή ιδιαίτερα μαθήματα για να καλύψουν τα κενά διδασκαλίας σε μια τάξη; Υπάρχει όμως κι ένα άλλο σοβαρό ζήτημα. Ποιος και με ποιο τρόπο όμως μπορεί να αξιολογήσει το έργο ενός εκπαιδευτικού; Η απάντηση σίγουρα δεν είναι απλή, γιατί το έργο του εκπαιδευτικού είναι πράγματι πολυσύνθετο.
«Ο Συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου», σημειώνει η σχετική διάταξη του νομοσχεδίου, «αξιολογεί την επιστημονική και διδακτική επάρκεια των εκπαιδευτικών και ιδίως την επάρκεια στα διδασκόμενα γνωστικά αντικείμενα, τον σχεδιασμό και την προετοιμασία της διδασκαλίας, την αξιοποίηση ποικίλου υλικού και πηγών στη διδασκαλία, την εφαρμογή διαφοροποιημένης παιδαγωγικής στη διδακτική πράξη, τη χρήση νέων τεχνολογιών και τη διαχείριση της σχολικής τάξης». Είναι βέβαιο ότι μέσα από τη δημόσια διαβούλευση και τη συζήτηση στην επιτροπή και στην ολομέλεια της Βουλής, η διάταξη αυτή μπορεί να εμπλουτιστεί ακόμα περισσότερο και να δημιουργηθεί έτσι για πρώτη φορά ένα σαφές και ολοκληρωμένο πλαίσιο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
Άλλο ένα ζήτημα που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης είναι ο σχολικός εκφοβισμός (bullying). Ο Εκπαιδευτικός Εμπιστοσύνης, που μπαίνει πλέον σε κάθε σχολείο, «παρεμβαίνει, καθοδηγεί και ενημερώνει μαθητές, γονείς και κηδεμόνες, σε θέματα παιδαγωγικής αντιμετώπισης ζητημάτων σε τομείς που απασχολούν τη σχολική μονάδα» όπως είναι το bullying, καθώς και άλλα ζητήματα όπως η πρόληψη σε θέματα ακραίων συμπεριφορών (ρατσισμός, διαφορετικότητα) η συμπερίληψη και ενσωμάτωση, κ.ά. Είναι ένα πρώτο και σημαντικό πρακτικό βήμα για την καταπολέμηση του bullying στα σχολεία, που τείνει να πάρει μεγάλες διαστάσεις.
Ένα ακόμα πρόβλημα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι τα κενά σε σχολεία σε δυσπρόσιτα ορεινά χωριά ή σε μικρά ακριτικά νησιά. Δύο ρυθμίσεις αποπειρώνται να θεραπεύσουν το χρόνιο αυτό ζήτημα. «Καρότο και μαστίγιο» θα λέγαμε. Το ένα είναι η διπλή μοριοδότηση: «Δύο (2) μονάδες ανά μήνα πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας σε δυσπρόσιτες σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης». Το «μαστίγιο» είναι πως εκπαιδευτικός «που προσλαμβάνεται ως αναπληρωτής σε κενό με την ειδική πρόσκληση, ύστερα από την αίτηση-δήλωση συμμετοχής του, και δεν αναλαμβάνει υπηρεσία ή αναλαμβάνει υπηρεσία και στη συνέχεια παραιτείται, αποκλείεται από τις προσλήψεις κατά το σχολικό έτος που διανύεται κατά την ανακοίνωση της πρόσληψης, καθώς και κατά τα δύο επόμενα σχολικά έτη».
Είναι προφανές ότι οι παθογένειες και τα προβλήματα της σχολικής εκπαίδευσης δεν εξαντλούνται στα τρία αυτά ζητήματα. Είναι επίσης προφανές ότι οι αγωνίες των γονέων μαθητών και των εκπαιδευτικών είναι μεγάλες, κάτι που φαίνεται και από το γεγονός ότι στη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου, τα άρθρα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση συγκεντρώνουν ελάχιστα σχόλια, ενώ αυτά για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια έχουν ήδη ξεπεράσει τις 3.000! Από όσα πρόλαβα να διαβάσω, μάλιστα, δεν είναι καφενειακού επιπέδου, αλλά κάνουν σοβαρές επισημάνσεις και παρατηρήσεις. Το γεγονός ότι για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες έρχεται στη Βουλή ένα νομοσχέδιο που καταπιάνεται συγκροτημένα με τη σχολική εκπαίδευση δείχνει ότι κάτι ίσως μπορεί να αλλάξει στο πολύπαθο ελληνικό σχολείο.