Πολύ γρήγορα κόπασαν οι θριαμβολογίες για την περιορισμένη έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, αφού, όπως είναι και λογικό, η πράξη αυτή δεν έχει καμία επίπτωση στην οικονομική καθημερινότητα των πολιτών, που μόλις πήρε την ετήσια ανηφόρα.

Ομως, η ανάγκη «κανονικής» και επαναλαμβανόμενης εξόδου της Ελλάδας στις αγορές παραμένει ψηλά στους προβληματισμούς διεθνών οίκων και αναλυτών για το μέλλον της χώρας μετά το τέλος του παρόντος μνημονίου, το καλοκαίρι του 2018.

Τα δεδομένα είναι πολλά και ανατριχιαστικά: Το 2020 οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα αγγίξουν το ποσό των 20 δισ. ευρώ περίπου. Εξ αυτών, τα 14 δισ. ευρώ «ανήκουν» στο 2019 και περίπου 5 δισ. ευρώ «ανήκουν» στο 2020.

Σύμφωνα με τους υπάρχοντες υπολογισμούς, η Ελλάδα ενδεχομένως θα έχει ρευστότητα περίπου 9 δισ. ευρώ το 2018. Επομένως, τα υπόλοιπα δισεκατομμύρια, για να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας το 2020, μπορούν να εξασφαλιστούν με δύο τρόπους: Είτε με πρόσθετα δανεικά από την Ευρωζώνη -με άλλα λόγια με ένα τέταρτο «λάιτ» μνημόνιο, αλλά φυσικά με όρους και προϋποθέσεις (π.χ., με εκ νέου… μετάθεση της εξέτασης ελάφρυνσης του χρέους)- είτε με δυναμικές εξόδους της χώρας στις αγορές, ώστε να εξασφαλιστούν «ελεύθερα και άνετα» τα απαιτούμενα ποσά με ελεύθερο δανεισμό.

Ουδείς, βεβαίως, ποντάρει αυτή τη στιγμή υπέρ της μίας ή της άλλης λύσης, καθώς η Αθήνα οφείλει προηγουμένως να περάσει μέσα από τα βράχια της τρίτης αξιολόγησης και να τηρεί απαρεγκλίτως τα ετήσια πλεονάσματα του 3,5%, παρά την εμφανή φοροδοτική κόπωση.

Η τρίτη αξιολόγηση θα ξεκινήσει τον Οκτώβριο, μετά τις γερμανικές εκλογές, και θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους, έτσι ώστε να υπάρχει «ελεύθερος χρόνος» για την κυβέρνηση μέχρι το τέλος του προγράμματος.

Αυτή η αξιολόγηση δεν προβλέπεται εύκολη, καθώς, εκτός όλων των άλλων, έχει να κάνει με τα εργασιακά αλλά και τα «κόκκινα» δάνεια, ενώ υπάρχει ένα βουνό «προαπαιτούμενων» που πρέπει να ικανοποιηθούν.

Επί της ουσίας, η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα θα έχει «καθαρό αντίπαλο» το ΔΝΤ, το οποίο έχει δείξει ότι θα είναι πολύ σκληρό και απαιτητικό, προκαλώντας καθυστερήσεις και με νέες απαιτήσεις, όπως το συνηθίζει.