Αν ρωτήσεις έναν Έλληνα στην τύχη, είτε ιδιωτικό ή δημόσιο υπάλληλο είτε αυτοαπασχολούμενο ή βουλευτή ή υπουργό, «πώς θα πρέπει να είναι η Ελλάδα το 2030, το 2040, το 2050, σε μία ή δύο γενιές από τώρα», το πιθανότερο είναι ότι δεν θα πάρεις απάντηση διότι δεν το έχει σκεφθεί. Χώρες και έθνη όμως που δεν έχουν εθνικό στόχο και όραμα δύσκολα διανύουν επιτυχή πορεία ακόμα και αν τους ευνοήσουν οι ιστορικές συνθήκες. 

Μια ευνοϊκή συγκυρία, αν δεν ξέρεις τι να την κάνεις, αν δεν έχεις στρατηγική για την επίτευξη ενός εθνικού στόχου και οράματος για να την εντάξεις, θα παρέλθει και δεν θα αφήσει τίποτα πίσω της. Όσο και αν μπορεί να μη συμπαθούμε τον συγγραφέα για άλλους λόγους, ο Τούρκος πρώην πρωθυπουργός και ΥΠΕΞ, Αχμέτ Νταβούτογλου, στο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος» ορθώς επισημαίνει ότι έθνη που δεν έχουν ισχυρή εθνική ταυτότητα και συγκεκριμένους εθνικούς και γεωπολιτικούς στόχους για να συστρατεύονται δεν θα επιβιώσουν σε ένα ταραγμένο διεθνές περιβάλλον.

 Αν γνωρίζουμε τους δικούς μας, από Θουκυδίδη μέχρι Κονδύλη, ή άλλους σύγχρονους Δυτικούς δεν χρειάζεται ο Νταβούτογλου, αλλά τον αναφέρουμε διότι η Τουρκία ακολουθεί την προτροπή του. Όσο σκοπίμως ενοχοποιημένη και αν είναι η έννοια, τα έθνη δεν προοδεύουν δίχως «Μεγάλη Ιδέα».  Στην καλύτερη περίπτωση κάνουν μια επιτυχημένη διαχείριση.  Η «Μεγάλη Ιδέα» δεν είναι απαραίτητα εδαφική επέκταση. Μπορεί να είναι πολιτισμική λάμψη, οικονομική κυριαρχία, γεωπολιτικό εκτόπισμα, εξάλειψη εθνικών απειλών, ώστε να διασφαλιστεί η ειρήνη και η ευημερία του έθνους. Στην ιδιαίτερη περίπτωσή μας η δημιουργία λειτουργικού, αποτελεσματικού κράτους είναι ταυτόχρονα μέρος και προϋπόθεση μιας «Νέας Μεγάλης Ιδέας».

Οι περισσότεροι λαοί έχουν μεγάλους εθνικούς στόχους και ας μην τους διαλαλούν όλοι. Το βλέπει κάποιος από τις κινήσεις τους. Στις συμμαχίες που κάνουν, στις συμφωνίες που κλείνουν, στους εξοπλισμούς που υλοποιούν, στα μέτωπα που ανοίγουν, στις κόκκινες γραμμές τους, στις προτεραιότητές τους.  Η Ελλάδα εν μέσω ενός αποσταθεροποιούμενου γεωπολιτικού περιβάλλοντος έχει ευκαιρία να διατυπώσει τη «Νέα Μεγάλη Ιδέα». Και αυτή δεν μπορεί να είναι ο γεωπολιτικός συμβιβασμός με την Τουρκία ή τον όποιον άλλο στον χαμηλότερο παρονομαστή. Η οικονομική διαχείριση και η προσπάθεια μεταρρυθμίσεων που έχει κάνει η κυβέρνηση αναγνωρίζονται διεθνώς. Η επενδυτική βαθμίδα, η οποία μπορεί να καθυστερεί λόγω της επιβάρυνσης του οικονομικού κλίματος διεθνώς, αλλά εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα έρθει, θα «ξεκλειδώσει» κεφάλαια τα οποία μπορούν να αλλάξουν το status της ελληνικής οικονομίας και αγοράς.  Οι διεθνείς οίκοι ξεχωρίζουν την Ελλάδα ως success story εν μέσω σκοτεινού ορίζοντα στην παγκόσμια οικονομία. Αυτή η επιτυχία δεν μπορεί να αφεθεί ως αυτοτελές στοιχείο και να μην ενταχθεί σε ευρύτερο γεωπολιτικό σχεδιασμό.

Εν μέσω πλανητικής κρίσης ασφαλείας, η οποία θα επεκταθεί και στον Ινδοειρηνικό, αναδεικνύεται η αξία της Ελλάδας ως βατήρα ασφαλείας και σταθερότητας, αλλά πρέπει να συμπληρωθεί από τη συνιστώσα της ενεργητικής ισχύος. Στρατιωτικής και ευρύτερης. Η ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, του δεύτερου ελληνικού κράτους στην περιοχή, μέλους της ΕΕ και μαζί με την Ελλάδα σταθερού κορμού των τριμερών και άλλων συνεργασιών, η δυνητική Ελλαδική και η οριοθετημένη Κυπριακή ΑΟΖ, ο έλεγχος του Αιγαίου, η εξοπλιστική προσπάθεια εφόσον ενισχυθεί και δεν μετριαστεί, η γεμάτη δυνατότητες πανίσχυρη πλανητική ομογένεια δημιουργούν προϋποθέσεις ανάδειξης του ελληνικού παράγοντα σε περιφερειακή δύναμη.

Επίσης, δεν περνά απαρατήρητη η αυθόρμητη ανάδυση και προβολή της ελληνικής ταυτότητας σε κοινότητες από τη Μέση Ανατολή μέχρι τη Σικελία έπειτα από αιώνες αφάνειας, όπως και το ηχηρό «παρών» του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Ήπια ισχύς που ξεχειλίζει. Η «Νέα Μεγάλη Ιδέα» εμφανίζεται σταδιακά μπροστά μας με όλα τα στοιχεία. Η Ιστορία καλεί για ακόμη μια φορά. Όχι για συμβιβασμούς.