ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Το στοίχημα ενός έθνους
Οι συνθήκες διεθνώς χαρακτηρίζονται από ένα παγκόσμιο «μπρα-ντε-φερ» μεταξύ των δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης των αγορών, του καταναλωτισμού και του «woke δικαιωματισμού» και της επιστροφής των εθνών και των ιδεολογιών.
Οι επόμενοι μήνες μέχρι το καλοκαίρι θα είναι εκλογικοί. Τα κόμματα θα προχωρήσουν σε έναν διαξιφισμό διαρκείας για την εξουσία και την επιρροή που θα έχουν στο επόμενο Κοινο- βούλιο. Σε τέτοιες περιόδους, όπως είναι σύνηθες, δεν μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση, με στρατηγικό ορίζοντα. Οι προεκλογικές εκστρατείες είτε σε κεντρικό επίπεδο, των κομμάτων, είτε σε περιφερειακό, των υποψήφιων βουλευτών, κινούνται στη βάση του πρόσκαιρου. Τις εντυπώσεις. Τις θετικές για το κόμμα ή τον υποψήφιο, τις αρνητικές για τον αντίπαλο. Κι όμως, η συζήτηση θα έπρεπε να είναι ακόμα και την προεκλογική περίοδο πιο ουσιαστική.
Οι συνθήκες διεθνώς χαρακτηρίζονται από ένα παγκόσμιο «μπρα-ντε-φερ» μεταξύ των δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης των αγορών, του καταναλωτισμού και του «woke δικαιωματισμού» και της επιστροφής των εθνών και των ιδεολογιών. Στη βάση αποτελεί έναν βίαιο πόλεμο συμφερόντων, υπεροψίας και απληστίας, αλλά ταυτόχρονα την απαρχή μιας περιόδου επανάκτησης των ιδεολογιών και της ταυτοτικής συνοχής των εθνών. Πρόκειται για μια σύγκρουση, όχι κάπου εκεί μακριά, αλλά «εντός βωμών και εστιών», για την επικρατούσα ηθική στον κόσμο.
Οι σύγχρονες τεχνολογίες και τα social media φέρνουν τον πόλεμο αυτό σε κάθε σπίτι, στην καθημερινότητα του κάθε ανθρώπου, κάνοντάς τον συμμέτοχο ενσυνείδητα ή ασυνείδητα, ειδικά στη ∆ύση, χωρίς μάλιστα να υπάρχουν τα «φίλτρα» των ελίτ που θα μπορούσαν να φέρουν την ευθύνη για τους «κανόνες του παιχνιδιού» την επόμενη ημέρα. Είναι ένας παγκόσμιος πόλεμος, που δείχνει στο εύρος και την κοσμοθεωρία του να συμπυκνώνει πολλούς προηγούμενους παγκόσμιους ή περιφερειακούς πολέμους που έλαβαν χώρα στον πλανήτη. Κανείς δεν μπορεί να περιγράψει την κατάληξη. Είναι πολύ νωρίς γι’ αυτό.
Ο καθοριστικός παράγων είναι ότι από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά η ανθρωπότητα εξελίχθηκε στη βάση του τεχνικού πολιτισμού, περιθωριοποιώντας όλο και περισσότερο την ιδεολογία, την ηθική, τη μεταφυσική. Καταργώντας τη φιλοσοφία, ακόμα και ως μορφή θεοσοφίας, απεδέχθη στα τέλη του 20ού- ως μοναδική αξία την απληστία, την κυριαρχία, την αυτοεπιβεβαίωση. Η έλλειψη ιδεαλισμού οδήγησε τη μαζική κουλτούρα αρχικά στον κυνισμό, τον υλικό πραγματισμό, την υποταγή στην τεχνολογία και σήμερα πλέον, στο πλαίσιο αυτής της παγκόσμιας αναδιάταξης, θα κριθεί η νέα σχέση μεταξύ μηχανών και τεχνολογίας και ανθρώπων.
Ο δημιουργός ή το δημιούργημα θα καθορίσουν τις συνθήκες ζωής στον πλανήτη; Τις εξουσιαστικές σχέσεις, την υπερισχύουσα λογική, την επικρατούσα ηθική, τα όνειρα και τις συνθήκες ζωής των παιδιών που θα γεννηθούν τις επόμενες δεκαετίες; Αρχικά μοιάζει σαν μια σύγκρουση Ανατολής - ∆ύσης. Αυταρχισμού και ∆ημοκρατίας. Ελευθερίας και υποταγής. Παγκοσμιοποίησης των αγορών και του καρτέλ διεθνών εταιρειών - τραπεζών απέναντι σε μια Κοινωνία των Εθνών. Ανεπτυγμένων και υπανάπτυκτων φυλών από πλευράς κατανομής πλούτου και μορφωτικού επιπέδου. Αυτές όμως είναι αναφορές στο παρελθόν.
Παραστάσεις από μια συλλογική ιστορική μνήμη. Γιατί τελικά θα μιλήσουμε για το χρονικό όριο βιωσιμότητας της Γαλλικής Επανάστασης (1789) και όλων των άλλων ιστορι- κών επαναστάσεων που καθόρισαν το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι των επονομαζόμενων «μοντέρνων καιρών». Αυτό που ορίσαμε στη ∆ύση ως ατομικές ελευθερίες, βασικά δικαιώματα της δημοκρατίας, ανθρωπιστική προσέγγιση που διαχωρίζει την αστική ∆ημοκρατία από τον απολυταρχισμό, τη σατραπεία, τη φεουδαρχία, τον βαρβαρισμό. Με όρους Ανατολής, οι μηχανές και οι τεχνολογίες θα ισοσκελίσουν ταυτόχρονα σε δυνατότητες, παραγωγή και ένοπλη βία τους τεράστιους πληθυσμούς τύπου Κίνας ή Ινδίας. Μιλώντας για την Ελλάδα, υπό τις παρούσες και επόμενες συνθήκες, θα πρέπει να την ορίσουμε ως κράτος-βάση του παγκόσμιου Ελληνισμού, αλλά και ως «κιβωτό» του ανθρωποκεντρικού κοσμοπολιτισμού, που λογίζεται (δομικά) ως ∆ύση, αλλά κινείται ανατολικά, έχοντας στη βάση της αρχαίας παράδοσης την εμπειρία όλων των γνωστών μορφών εξουσιαστικής διοίκησης και όχι μόνον της ∆ημοκρατίας, όπως συνήθως αναφέρεται.
Και ποια μπορεί να είναι η μετεξέλιξη αυτής της Ελλάδας, που θα πρέπει άμεσα και με αφορμή το σκάσιμο της «φούσκας» της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας να ανακτήσει τις εθνοκεντρικές της δομές και τη συλλογική της κουλτούρα; Το κράτος είναι η δική μας κοινή «εταιρεία», στην οποία εί- μαστε όλοι «μέτοχοι». Με το κράτος που πρέπει να ανακτήσουμε ως ενότητα και λειτουργία και όχι απλοϊκά διατυπωμένο ως δημόσιο τομέα θα προχωρήσουμε στο μέλλον και θα διεκδικήσουμε ως Ελληνες το δικαίωμα στην επιβίωση, την περιουσία και την προοπτική. Αυτό το κράτος, ως επικράτεια, λοιπόν δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι μια πανσπερμία «ιδιωτών», και μάλιστα διεφθαρμένων, ανόητων και άπληστων, αλλά μια «οντότητα» της κοινότητας των υπαρξιακών συμφερόντων μας, όπου Γης.
Οι συνθήκες διεθνώς χαρακτηρίζονται από ένα παγκόσμιο «μπρα-ντε-φερ» μεταξύ των δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης των αγορών, του καταναλωτισμού και του «woke δικαιωματισμού» και της επιστροφής των εθνών και των ιδεολογιών. Στη βάση αποτελεί έναν βίαιο πόλεμο συμφερόντων, υπεροψίας και απληστίας, αλλά ταυτόχρονα την απαρχή μιας περιόδου επανάκτησης των ιδεολογιών και της ταυτοτικής συνοχής των εθνών. Πρόκειται για μια σύγκρουση, όχι κάπου εκεί μακριά, αλλά «εντός βωμών και εστιών», για την επικρατούσα ηθική στον κόσμο.
Οι σύγχρονες τεχνολογίες και τα social media φέρνουν τον πόλεμο αυτό σε κάθε σπίτι, στην καθημερινότητα του κάθε ανθρώπου, κάνοντάς τον συμμέτοχο ενσυνείδητα ή ασυνείδητα, ειδικά στη ∆ύση, χωρίς μάλιστα να υπάρχουν τα «φίλτρα» των ελίτ που θα μπορούσαν να φέρουν την ευθύνη για τους «κανόνες του παιχνιδιού» την επόμενη ημέρα. Είναι ένας παγκόσμιος πόλεμος, που δείχνει στο εύρος και την κοσμοθεωρία του να συμπυκνώνει πολλούς προηγούμενους παγκόσμιους ή περιφερειακούς πολέμους που έλαβαν χώρα στον πλανήτη. Κανείς δεν μπορεί να περιγράψει την κατάληξη. Είναι πολύ νωρίς γι’ αυτό.
Ο καθοριστικός παράγων είναι ότι από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά η ανθρωπότητα εξελίχθηκε στη βάση του τεχνικού πολιτισμού, περιθωριοποιώντας όλο και περισσότερο την ιδεολογία, την ηθική, τη μεταφυσική. Καταργώντας τη φιλοσοφία, ακόμα και ως μορφή θεοσοφίας, απεδέχθη στα τέλη του 20ού- ως μοναδική αξία την απληστία, την κυριαρχία, την αυτοεπιβεβαίωση. Η έλλειψη ιδεαλισμού οδήγησε τη μαζική κουλτούρα αρχικά στον κυνισμό, τον υλικό πραγματισμό, την υποταγή στην τεχνολογία και σήμερα πλέον, στο πλαίσιο αυτής της παγκόσμιας αναδιάταξης, θα κριθεί η νέα σχέση μεταξύ μηχανών και τεχνολογίας και ανθρώπων.
Ο δημιουργός ή το δημιούργημα θα καθορίσουν τις συνθήκες ζωής στον πλανήτη; Τις εξουσιαστικές σχέσεις, την υπερισχύουσα λογική, την επικρατούσα ηθική, τα όνειρα και τις συνθήκες ζωής των παιδιών που θα γεννηθούν τις επόμενες δεκαετίες; Αρχικά μοιάζει σαν μια σύγκρουση Ανατολής - ∆ύσης. Αυταρχισμού και ∆ημοκρατίας. Ελευθερίας και υποταγής. Παγκοσμιοποίησης των αγορών και του καρτέλ διεθνών εταιρειών - τραπεζών απέναντι σε μια Κοινωνία των Εθνών. Ανεπτυγμένων και υπανάπτυκτων φυλών από πλευράς κατανομής πλούτου και μορφωτικού επιπέδου. Αυτές όμως είναι αναφορές στο παρελθόν.
Παραστάσεις από μια συλλογική ιστορική μνήμη. Γιατί τελικά θα μιλήσουμε για το χρονικό όριο βιωσιμότητας της Γαλλικής Επανάστασης (1789) και όλων των άλλων ιστορι- κών επαναστάσεων που καθόρισαν το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι των επονομαζόμενων «μοντέρνων καιρών». Αυτό που ορίσαμε στη ∆ύση ως ατομικές ελευθερίες, βασικά δικαιώματα της δημοκρατίας, ανθρωπιστική προσέγγιση που διαχωρίζει την αστική ∆ημοκρατία από τον απολυταρχισμό, τη σατραπεία, τη φεουδαρχία, τον βαρβαρισμό. Με όρους Ανατολής, οι μηχανές και οι τεχνολογίες θα ισοσκελίσουν ταυτόχρονα σε δυνατότητες, παραγωγή και ένοπλη βία τους τεράστιους πληθυσμούς τύπου Κίνας ή Ινδίας. Μιλώντας για την Ελλάδα, υπό τις παρούσες και επόμενες συνθήκες, θα πρέπει να την ορίσουμε ως κράτος-βάση του παγκόσμιου Ελληνισμού, αλλά και ως «κιβωτό» του ανθρωποκεντρικού κοσμοπολιτισμού, που λογίζεται (δομικά) ως ∆ύση, αλλά κινείται ανατολικά, έχοντας στη βάση της αρχαίας παράδοσης την εμπειρία όλων των γνωστών μορφών εξουσιαστικής διοίκησης και όχι μόνον της ∆ημοκρατίας, όπως συνήθως αναφέρεται.
Και ποια μπορεί να είναι η μετεξέλιξη αυτής της Ελλάδας, που θα πρέπει άμεσα και με αφορμή το σκάσιμο της «φούσκας» της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας να ανακτήσει τις εθνοκεντρικές της δομές και τη συλλογική της κουλτούρα; Το κράτος είναι η δική μας κοινή «εταιρεία», στην οποία εί- μαστε όλοι «μέτοχοι». Με το κράτος που πρέπει να ανακτήσουμε ως ενότητα και λειτουργία και όχι απλοϊκά διατυπωμένο ως δημόσιο τομέα θα προχωρήσουμε στο μέλλον και θα διεκδικήσουμε ως Ελληνες το δικαίωμα στην επιβίωση, την περιουσία και την προοπτική. Αυτό το κράτος, ως επικράτεια, λοιπόν δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι μια πανσπερμία «ιδιωτών», και μάλιστα διεφθαρμένων, ανόητων και άπληστων, αλλά μια «οντότητα» της κοινότητας των υπαρξιακών συμφερόντων μας, όπου Γης.