Οι επερχόμενες εκλογές σε περίπου είκοσι ημέρες είναι διαφορετικές από τις συνηθισμένες. Όχι μόνο γιατί θα δοκιμασθεί στην πράξη ένα πιο αναλογικό σύστημα ενισχυμένης αναλογικής . Αλλά γιατί έχει κριθεί από τις εκλογές του Μαΐου το κόμμα διακυβέρνησης. Είναι η Νέα Δημοκρατία με πρωθυπουργό τον κ. Μητσοτάκη. Αυτό που έχουν να προκρίνουν με την ψήφο τους οι πολίτες είναι το εύρος της αυτοδυναμίας της. Δηλαδή πόσο ισχυρή και σταθερή κοινοβουλευτικά θα είναι η διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Το πιθανότερο είναι απολύτως και με ευρεία παρουσία στον επόμενο Κοινοβούλιο. Στο δεύτερο επίπεδο δίνουν μάχη δύο πολιτικοί σχηματισμοί, ως προς την ισχύ τους στην αντιπολίτευση. Και οι δύο από την πλευρά της Κεντροαριστεράς - Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ για να διατηρήσει την ηγεμονική θέση του στην αξιωματική αντιπολίτευση και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για να καταλάβει μια πιο πλεονεκτική θέση έναντι του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση. Ουσιαστικά, αν θα έχει κάποια αρχικά εχέγγυα στην επόμενη πενταετία για να διεκδικήσει θέση στην αξιωματική αντιπολίτευση. Άρα κάποια στιγμή να διεκδικήσει και πάλι ρόλο κόμματος διακυβέρνησης. Σε ένα τρίτο επίπεδο, στην «ουρά» των εκλογικών συσχετισμών δίνεται μια άλλου τύπου μάχη. Αυτή της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Εκεί βρίσκουμε την, προσωποκεντρική, Ελληνική Λύση του Βελόπουλου να δίνει μάχη επιβίωσης με τον ανερχόμενο πολιτικό σχηματισμό των «θρησκόληπτων», ΝΙΚΗ, και την επίσης προσωποκεντρική, προερχόμενη από τα αριστερά, τώρα πλέον sui generis, Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, που απομυζά εκλογικά όπως όλα δείχνουν το ΜέΡΑ25 του ατυχήσαντα, μέσα στη ματαιοδοξία του, Γιάνη Βαρουφάκη. Στο τοπίο υπάρχει και το παλαιο-κουμμουνιστικής αντίληψης ΚΚΕ που παραμένει σταθερό με τάση ανερχόμενη ως προς τα ποσοστά του.

Ουσιαστικά, μετά τις πρώτες εκλογές ο δικομματισμός «έσπασε». Είναι ενδιαφέρον ότι στο «τραπέζι» της συζήτησης βρίσκεται μόνο μία πρόταση διακυβέρνησης. Αυτή του κ. Μητσοτάκη και της αυτοδύναμης Κεντροδεξιάς. Είναι μία πρόταση που αποτελεί συνέχεια της διακυβέρνησης της πρώτης τετραετίας, επικαιροποιημένης σε σχέση με εκείνη του 2018-2019, λιτής και συγκεκριμένης ως προς τους δεδηλωμένους στόχους: Συνέχεια στη μείωση φόρων. Αύξηση μισθών. Νέες θέσεις εργασίας. Επενδύσεις, ισχυροποίηση επιπλέον της θέσης και του ρόλου της χώρας, με σταθερή ένταξη στη Δύση. Πέραν αυτών υπάρχει μια γενικότερη κουλτούρα που διαχέεται από τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη για ένα νέο κράτος, μια νέα Πολιτεία ευθύνης και αξιοσύνης, μια επιπλέον εθνικού τύπου «συναίνεση» ως προς την ευημερία, τη διάχυση των μεριδίων του παραγόμενου πλούτου, με δημοσιονομική συνέπεια και προσήλωση στους στόχους που τίθενται και ανακοινώνονται.

Παρακολουθώντας τις πρώτες δημοσκοπήσεις μετά τις εκλογές του Μαΐου, η τάση για τη Νέα Δημοκρατία είναι ενισχυτική, οι εκτιμήσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και την Ελληνική Λύση επί του παρόντος στάσιμες και καθόλου ασφαλείς, η θέση του ΚΚΕ ενισχυμένη και το κλίμα για την Πλεύση Ελευθερίας και τη ΝΙΚΗ θετικό για την είσοδό τους στο Κοινοβούλιο. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης επιχειρούν όλα μαζί να πλήξουν την επιρροή της Νέας Δημοκρατίας, χωρίς όμως να μπορούν, αφού ο κυβερνητισμός της είναι θετικά λειτουργικός και εθνικά συνεκτικός. Από την άλλη πλευρά, και στο επίπεδο του ΣΥΡΙΖΑ, που θα έχει ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι εμφανής η στρατηγική αμηχανία. Περιμένοντας το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουνίου μπορούμε να ανησυχούμε ότι στο επόμενο Κοινοβούλιο θα δούμε μια συγκροτημένη κυβέρνηση και μια αντιπολιτευτική «χάβρα» που θα μας εκπλήξει δυσάρεστα...

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 7/6