Η Ελλάδα δεν είναι ένα κλειστό σύνολο εντός των ορίων της εθνικής επικράτειάς της. Είναι ένας διάχυτος κοσμοπολιτισμός Ελλήνων και φιλελλήνων σε ολόκληρο τον κόσμο, που μοιράζονται είτε την ίδια εθνική καταγωγή και αναφορά, παράδοση, ήθη και έθιμα και τελικά ταυτότητα, ή και την ίδια αντίληψη για τη ζωή, την Ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας ανά τους αιώνες.

Αν η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως κλειστό σύνολο είναι κάτι πολύ περιορισμένο. Αν Ελλάδα είναι και οι παροικίες και οι φίλοι της στον κόσμο, ασχέτως φυλής, θρησκείας και εθνικής ταυτότητας, είναι κάτι πολύ σημαντικό, διευρυμένο και ισχυρό, εντός της Δύσης αλλά και πέραν αυτής. Δεν είναι τυχαίο, ούτε μεγαλοϊδεατισμός, το ιστορικό γεγονός ότι το νέο εθνικό κράτος των Ελλήνων σχεδιάσθηκε και υποστηρίχθηκε από τις παροικίες πριν από την εθνική επανάσταση και αναγνωρίσθηκε ως ανεξάρτητο κράτος στην εξέλιξη αυτής με τη συνδρομή φιλελλήνων.

Στην παρούσα φάση και λαμβάνοντας υπόψη τα «στοιχήματα» που έχουμε μπροστά μας, ως έθνος αλλά και ως κράτος, θα πρέπει σε πολιτικό επίπεδο να λύσουμε μια σειρά πρακτικών ζητημάτων. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε σαν ντόπιοι «φτωχοδιάβολοι» να απορρίπτουμε την ψήφο των ομογενών μας σε όλο τον κόσμο. Ή να την περιορίζουμε με τόσες προϋποθέσεις που την καθιστούν προνόμιο για λίγους. Όπως συνέβη με τον συμβιβασμό των κομμάτων πριν από λίγα χρόνια, όταν με πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη ετέθη το ζήτημα της ψήφου των ομογενών. Είναι δε γελοίο με τις σύγχρονες τεχνολογίες να τίθεται ακόμη προς προβληματισμό το κριτήριο της απόστασης, όχι μόνο από την εθνική επικράτεια αλλά και από το τοπικό προξενείο.

Η πολιτική, η οικονομία, η επιστήμη, η παραγωγή, η τεχνολογική ανάπτυξη θα μεγιστοποιηθούν στην περίπτωση που οι παροικούντες εντός των συνόρων του εθνικού κράτους επιτρέψουν τη «συνάντηση» με τις παροικίες του Ελληνισμού. Δεν είναι δυνατόν πλέον ο ιδιότυπος αυτός «τοπικισμός» των επονομαζόμενων Ελλαδιτών να συνεχίσει για λόγους προσωπικούς, συντεχνιακούς και πρόσκαιρους να εμποδίζει την υπέρβαση του «επαρχιωτισμού» του εθνικού κράτους. Είναι τεράστιες οι δυνάμεις του κοσμοπολίτικου Ελληνισμού, που μένουν αναξιοποίητες και αποκομμένες από τη συμμετοχή και τη συνδρομή στη «μητέρα-πατρίδα», που μας συνδέει όλους πέρα από τον χρόνο, τις γενιές και τη συγκυρία.

Εκτός αυτών, αν θελήσουμε να οραματισθούμε μια Ελλάδα κέντρο πολιτισμού, πνευματικότητας, έρευνας, επιστημών και φιλοσοφίας, διπλωματίας και γεωπολιτικής επιρροής, δεν μπορεί να μην υπολογίσουμε τις παροικίες και τις δυνατότητές τους. Για παράδειγμα, να δούμε τι συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην Αμερική: όπου οι Έλληνες (Ελλαδίτες και Κύπριοι), οι Εβραίοι και οι Αρμένιοι με τα λόμπι τους εκεί συνέκλιναν στις δράσεις τους, το αποτέλεσμα είναι θεαματικό. Όχι μόνο σε σχέση με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς της Τουρκίας και τους εύλογους όρους που της τίθενται, αλλά και με γενικότερες πολιτικές στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Τα επόμενα χρόνια, εντός και εκτός Κοινοβουλίου, θα ανοίξει ένα «παράθυρο» ευκαιρίας υπό την ηγεσία Μητσοτάκη να αποκτήσουμε συνεκτικές σχέσεις με τις παροικίες μας και τα λόμπι υπέρ της χώρας μας, που δεν ανήκει μόνο στους «ντόπιους» αλλά στην ολότητα των Ελλήνων, όπου Γης. 

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 10/6