Η Ελλάδα είχε πολλές ευκαιρίες από τη δεκαετία του 1980 να συγκροτηθεί, να αναβαθμιστεί, να αυξήσει τον πλούτο της και τελικά να μετατραπεί σε μια ανταγωνιστική δύναμη, αναλόγως με τον όγκο και τις δυνατότητές της, στο «κλαμπ» της Ευρώπης.

Όπου Ευρώπη δεν ήταν ένα σαλόνι που θα έμπαινε με «λασπωμένα παπούτσια», και θα της έδινε κύρος και προφίλ. Είναι ο φυσικός της χώρος. Η ευκαιρία χάθηκε μαζί με τα κονδύλια για τη συγκρότηση και την αναδιάταξη τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Τα εισαγόμενα κεφάλαια σπαταλήθηκαν στον κομματισμό, στη διαφθορά και την πολιτική σκοπιμότητα. Ο πραγματικός «λαϊκισμός» ήταν τότε. Η δεύτερη μεγάλη ευκαιρία δόθηκε και πάλι με πλειάδα εισαγόμενων κεφαλαίων από την Ευρώπη, στον κόσμο που αναδύθηκε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

1996 - 2008. Η προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας την περίοδο αυτή ήταν ένα μείγμα κοσμοπολίτικου λαϊκισμού και οικονομίας των καρτέλ, που καθορίστηκαν από το «πλιάτσικο» της πρώτης περιόδου. Η επονομαζόμενη οικονομική-πολιτική-μιντιακή διαπλοκή. Όλα κατέληξαν σε μια «φούσκα» και σε μια συναλλαγματική «κόκκινων» χρεών. Κράτους και ιδιωτών. Η Ελλάδα κατέρρευσε το 2010-2011 τελικά. Τα εισαγόμενα κεφάλαια από την Ευρώπη για τη συγκρότηση της παραγωγικής της βάσης και την αναβάθμιση του πλούτου της, του ΑΕΠ εν ολίγοις, χάθηκαν μέσα σε κρεσέντο παράλογης «νεοπλουτίστικης» κατανάλωσης. «Μπούκωσαν» οι πεινασμένοι και οι ματαιόδοξοι χωρίς όριο και χωρίς αύριο. Κοινωνικά απωλέσθη κάθε έννοια αξιοσύνης, αξιοπρέπειας και εθνικής ευθύνης. Η χρεοκοπία συνίστατο σε μια παρεξήγηση. Τα κεφάλαια που εισέρρεαν από το ευρωπαϊκό κλαμπ, του οποίου η Ελλάδα αποτέλεσε ιστορικό μέλος, το δέκατο στη σειρά εισδοχής, ήταν επένδυση των Ευρωπαίων συν-εταίρων και όχι δωρεά για κατανάλωση. Η κατανάλωση, από την άλλη, δεν ήταν ανάπτυξη αλλά χρέος.

Στο τέλος των Μνημονίων, αφού η Ελλάδα πλήρωσε τοκογλυφικά τη διάψευση των επενδυμένων προσδοκιών του κλαμπ επί αυτής, τόσο στο επίπεδο της δημόσιας περιουσίας όσο και των ιδιωτικών, οι Έλληνες έκαναν την κίνησή τους. Στήριξαν στην πρωθυπουργία τον Κ. Μητσοτάκη. Έναν πολιτικό ηγέτη διαφορετικών προδιαγραφών. Επένδυσαν σε αυτόν, όπως πριν τα μέλη και οι φίλοι της Κεντροδεξιάς. Έκτοτε δεν απέσυραν υπό καμία συγκυρία, θετική ή αρνητική, την εμπιστοσύνη τους προς αυτόν. Ο κ. Μητσοτάκης ως πρωθυπουργός έχει ένα χαρακτηριστικό: δεν είναι λαϊκιστής. Ως πολιτικός ηγέτης, προσωπικότητα και μεθοδολογία σκέψης ή δράσης δεν μπορεί να είναι λαϊκιστής. Ήρθαν πάλι οι εκλογές και κατέρρευσαν τα πάντα εκτός από τον Μητσοτάκη και το κόμμα του.

Στις 26 Ιουνίου η Ελλάδα θα έχει τη συνέχεια της ευκαιρίας της.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 18/6