Την Κυριακή έχουμε νέες εκλογές.

Τα κόμματα βρίσκονται σε πλήρη δράση, καλύπτοντας το πλάνο του «φίνις» των περιοδειών τους. Το αποτέλεσμα, σε σχέση με την ευθύνη της διακυβέρνησης, έχει προεξοφληθεί από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Τίποτα όμως δεν είναι οριστικό ως προς τις προϋποθέσεις της διακυβέρνησης, αν δεν δούμε την επερχόμενη ψήφο. Η Νέα Δημοκρατία και ο κυρίαρχα υποστηριζόμενος από την πλειοψηφία των πολιτών πρωθυπουργός της τετραετίας 2019-2023, Κ. Μητσοτάκης, ζητούν ασφαλή αυτοδυναμία. Έδρες δηλαδή στο επόμενο Κοινοβούλιο τόσες που δεν θα αρκούν μόνον για την ψήφιση των νομοσχεδίων, αλλά θα δίνουν σταθερή εντολή για μεγάλες αλλαγές στην πορεία για ένα νέο κράτος και αποφασιστικές πρωτοβουλίες.

Η επόμενη τετραετία λογίζεται άλλωστε ως κρίσιμη για την Ελλάδα του 2030-2035. Η παγκόσμια διάταξη ισχύος και δυνάμεων είναι σε φάση μετάβασης. Υπό την έννοια αυτή, η μεταμνημονιακή Ελλάδα θα πρέπει να πετύχει άλματα, όχι μόνον στο πεδίο της οικονομίας και της διεύρυνσης του πλούτου, αλλά και στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής, της ασφάλειας, της στρατιωτικής ισχύος και της διάρθρωσης του κράτους. Τα «στοιχήματα» για την επόμενη κυβέρνηση, υπό την έννοια αυτή, είναι υψηλά και απαιτητικά. Από την επίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου έγινε εμφανές, όχι σε κάποιους, αλλά στη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, ότι μόνον ένας από τους υποψήφιους πρωθυπουργούς μπορούσε ανταποκριθεί σε αυτές τις συνθήκες και τα δεδομένα. Και αυτός είναι ο Κ. Μητσοτάκης.

Μπορεί πολλοί, ακόμη και τους πρώτους μήνες του 2023, να είχαν πολλές ενστάσεις για επιμέρους πολιτικές ή/και για την αντιμετώπιση ζητημάτων και κρίσεων που προέκυψαν, αλλά τελικά είναι εντυπωσιακό ότι στη βάση του ρεαλισμού και της λειτουργικότητας μόνον ένας από τους πολιτικούς αρχηγούς είχε τα εχέγγυα και τις δυνατότητες να αναλάβει την ευθύνη του πρωθυπουργού για την τετραετία μέχρι το 2027. Το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου υπήρξε εντυπωσιακό ως προς την κατηγορηματικότητα της επιλογής της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών. Οι Έλληνες στην πλειοψηφία τους, όπως άλλωστε συμβαίνει στις δημοκρατίες, έδωσαν ισχυρή θετική ψήφο στην προοπτική της διακυβέρνησης Μητσοτάκη και ταυτόχρονα κατηγορηματικά αρνητική ψήφο στον έτερο πόλο διακυβέρνησης, την αξιωματική αντιπολίτευση της προηγούμενης τετραετίας, τον ΣΥΡΙΖΑ και τον έτερο υποψήφιο πρωθυπουργό, Α. Τσίπρα.

Αυτό είχε αποτέλεσμα η διαφορά των δύο κομμάτων να είναι εντυπωσιακή. Να δημιουργηθούν φιλοδοξίες στο τρίτο κόμμα για τον ρόλο που θα έχει τα επόμενα χρόνια στην αντιπολίτευση και να δημιουργηθεί μια σύγχυση για τον αριθμό των κομμάτων που θα βρεθούν στο επόμενο Κοινοβούλιο. Ο τρόπος που ψήφισαν οι Έλληνες, εξάλλου, έστειλε στο περιθώριο και το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής, που ενθαρρύνει -με τη διανομή των εδρών που προβλέπει- τις συμμαχίες κομμάτων στη διακυβέρνηση. Έτσι, ο καταλληλότερος για την πρωθυπουργία είναι, χωρίς αντίπαλο, ο Κ. Μητσοτάκης. Η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας στη διακυβέρνηση είναι προεξοφλημένη. Μένει να δούμε το εύρος και την ασφάλεια που θα έχει αυτή. Όπως επίσης η δεύτερη ευκαιρία που θα δοθεί στον ΣΥΡΙΖΑ στην αξιωματική αντιπολίτευση και η δυνατότητα στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ να επιστρέψει σε ποσοστά που θα ξεπερνούν μια μεσαία πολιτική δύναμη. Τέλος, πόσο σοβαρό θα είναι το επόμενο Κοινοβούλιο και ποιο το κυρίαρχο ύφος που θα εκπέμπει...

Εν ολίγοις, πολλά έχουν κριθεί, αλλά και άλλα, έστω συμπληρωματικά μεν, ουσιώδη δε, θα προκύψουν από την ψήφο της Κυριακής.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 19/6