ΓΙΝΕΤΑΙ φανερό ότι υπάρχει η βούληση τόσο από την ελληνική πλευρά όσο και από την τουρκική να υπάρξουν συζητήσεις σε κλίμα ύφεσης για την αντιμετώπιση των θεμάτων κυριαρχίας, στη θάλασσα, που μας φέρνουν σε αντιπαράθεση.

Η Αθήνα και η Άγκυρα βλέπουν, η καθεμιά από την πλευρά της, ότι υπάρχουν συμφέροντα που θα ικανοποιηθούν στην περίπτωση που κάποια παγιωμένα μέτωπα κλείσουν. Η Τουρκία θέλει να δείξει προς τη Δύση, ΗΠΑ και Ευρώπη, ότι είναι ευνοϊκή στην κατεύθυνση θετικών εξελίξεων και η Ελλάδα τη βολεύει σε αυτό. Για παράδειγμα, σε σχέση με τους εξοπλισμούς της που είναι εξαρτημένοι από το δυτικό οπλοστάσιο ως μέλος του ΝΑΤΟ.

Επίσης για την Άγκυρα είναι σημαντικό να έχουν πολίτες της ευρωπαϊκές βίζες ελεύθερης εισόδου στην Ευρωζώνη, αλλά και η χώρα τελωνειακή ένωση με την Ευρώπη. Επίσης κρίσιμος στόχος της Τουρκίας είναι να σπάσει τον σύνδεσμο μεταξύ Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ - Αιγύπτου στη Μεσόγειο, πριν αυτός γίνει καθεστώς.

Από την πλευρά της η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να χαμηλώσει την ένταση με την Τουρκία, να σταματήσουν οι παραβιάσεις, να πετύχει ένα πιο βελτιωμένο «consensus» στο Μεταναστευτικό. Να μην καταπονεί την αεροπορία και το ναυτικό της, να διαχειρισθεί διαφορετικά και με άλλη στόχευση τις δυνάμεις στην ξηρά. Φυσικά η Ελλάδα, αναβαθμίζοντας τη γεωπολιτική θέση και τον ρόλο της, ακόμη και αν καταλήξει σε μια αρχική συμφωνία με την Τουρκία για τα χωρικά ύδατα και τη χάραξη της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, θα πρέπει να διατηρήσει την εξοπλιστική και στρατιωτική της δεινότητα, γιατί οι παγκόσμιες συνθήκες έχουν αλλάξει και θα παραμένει ζητούμενο το ενισχυμένο status της στο ΝΑΤΟ και τις δυτικές στρατιωτικές συμμαχίες.

Άλλωστε η Τουρκία και έπειτα από μια τέτοιου τύπου ιστορική συμφωνία ή και την τυχόν προσφυγή στη Χάγη θα επανέλθει σε εύλογο χρόνο, αφού θα επιχειρήσει να πετύχει τη διάσπαση της Κύπρου σε Βόρεια και Νότια, με διαπραγματεύσεις και διεθνή αναγνώριση αυτή τη φορά, στις διεκδικήσεις της για στρατιωτική «ουδετεροποίηση» -μπορεί να εξελίξει τη διεκδίκησή της με το πέρασμα του χρόνου σε καθεστώς «ΝΑΤΟϊκής» διοίκησης- και μειωμένη ελληνική εθνική κυριαρχία επί νησιών του Αιγαίου, που «εξαιρούνται» κατά τη γνώμη τους από τη Συνθήκη της Λωζάννης.

Μένοντας στο παρόν και μετά τη συνάντηση προετοιμασίας των επόμενων σταθμών στα ελληνοτουρκικά, στη Νέα Υόρκη στις 18 του μηνός και τον Νοέμβριο στη Θεσσαλονίκη, των υπουργών Εξωτερικών Γεραπετρίτη - Φιντάν, αφήνοντας στην άκρη τα εύκολα, την επονομαζόμενη «θετική ατζέντα», θα πρέπει να μείνουμε στα σοβαρά. Τα 10 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο είναι μια ρεαλιστική συμφωνία, με εμάς να ευθυγραμμίζουμε την έκταση της πλήρους κυριαρχίας μας σε αέρα και θάλασσα με δικαίωμα να ασκήσουμε τα δικαιώματά μας μέχρι τα 12 ν.μ. και τους Τούρκους να δηλώνουν ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα επαναφέρουν το casus belli, που τώρα όμως θα πρέπει να ακυρώσουν με απόφαση της εθνοσυνέλευσής τους.

Στις ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα όμως, που είναι οικονομικές ζώνες αρμοδιότητας, θα πρέπει στο συνυποσχετικό για τη Χάγη ή το Αμβούργο να αφήσουμε στο διαιτητικό δικαστήριο τον ορισμό του εύρους στην επήρεια των νησιών, χωρίς εξαιρέσεις για παράδειγμα στο Καστελλόριζο, τη Ρόδο, την Κάρπαθο, την Κάσο ή την Κρήτη ανατολικά του 28ου μεσημβρινού. Διαφορετικά οι Τούρκοι θα βρουν βάσιμο επιχείρημα στη συνέχεια να διεκδικούν ειδικό καθεστώς για τα νησιά αυτά.

Η όλη διαπραγμάτευση χρειάζεται από την πλευρά μας αξιοπρέπεια και όχι βιασύνη…

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 6/9