Υπάρχουν προβλήματα και δυσχέρειες χρονίζουσες, που απασχολούν σε βαθμό βασανιστικό συγκεκριμένες κατηγορίες των πολιτών.

Ένα από αυτά, που πολλές φορές έχουμε δει να εξελίσσεται σε δράμα στους χώρους δουλειάς μας ή και τον κοινωνικό περίγυρο, είναι ότι άνθρωποι που έχοντας δουλέψει όλη τους τη ζωή με συνέπεια και επιτυχία, αλλά ευρισκόμενοι σε μια ηλικία 55 ετών και άνω, χωρίς να σπανίζουν αυτοί οι ηλικίας 60 ετών και άνω, βρέθηκαν άνεργοι και δεν μπορούν να πάρουν τη σύνταξή τους. Αιτία ότι τους λείπουν κάποια ένσημα για να συμπληρώσουν τις προϋποθέσεις. Ακόμη και πριν από την εποχή των μνημονίων, πολύ περισσότερο κατά τη διάρκεια αυτών, αλλά και σήμερα τα επίσημα στατιστικά στοιχεία δείχνουν αυξημένη ανεργία σε αυτές τις ηλικίες. Αυτό είναι κάτι λογικό, αφού οι περισσότεροι επιλέγουν στις επιχειρήσεις τους πιο νέους ανθρώπους, ούτως ώστε να έχουν εργασιακό ορίζοντα, να τους κοστίζουν λιγότερο και να διακρίνονται από σωματικές και ψυχικές αντοχές και φιλοδοξία. Έτσι, άνδρες και γυναίκες άνω των 55 ετών αναγκάζονται να ζουν μια περιπέτεια και μια βαθιά δυστυχία, ψάχνοντας ευκαιριακά εργασία για λίγα ένσημα υπό οποιουσδήποτε όρους.

Πολλοί από τα κόμματα όλου του φάσματος αλλά και κάθε τύπου δημοσιολογούντες συνηθίζουν να μιλάνε για «ηλικιακό ρατσισμό» που πρέπει να εκλείψει. Τέτοιου τύπου όμως ευχολόγια και σλόγκαν δεν δίνουν λύση στους ανθρώπους και συμπολίτες μας που δοκιμάζονται. Λύση και μάλιστα δραστική έδωσε όμως ρύθμιση και απόφαση του υπουργού Εργασίας κ. Γεωργιάδη, που καθιερώνει το προνόμιο μακροχρόνια άνεργοι 55 έως 74 ετών να μπορούν να διοριστούν για μια τριετία στο Δημόσιο. Σχετικό πρωτοσέλιδο θέμα χθες στην «Α». Η υπουργική απόφαση αφορά συνολικά 21.500 θέσεις εργασίας, αποκλειστικά για ανθρώπους αυτής της ηλικιακής κατηγορίας, με στόχο τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Αφορά φορείς του Δημοσίου, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τις αποκεντρωμένες διοικήσεις.

Για το πρόγραμμα διατίθενται συνολικά 135.600.000 ευρώ. Ένα ποσό που υπό άλλους όρους θα μπορούσε να διοχετευτεί σε επιδόματα ανεργίας, που δεν θα έδιναν όμως ουσιαστική και τελική λύση στο πρόβλημα αυτών των ανθρώπων. Τι δείχνει η απόφαση Γεωργιάδη; Ότι στην κυβέρνηση υπουργοί και έμπειροι υπηρεσιακοί παράγοντες θα πρέπει να καταγράφουν χρονίζοντα προβλήματα που απασχολούν κοινωνικές κατηγορίες και να προσαρμόζουν τη διαχείριση κονδυλίων για τις συγκεκριμένες πολιτικές σε λύσεις ουσιαστικές και μόνιμες. Όπως σε αυτή την περίπτωση, που θα πρέπει να ορισθεί ως «μοντέλο» για τέτοιου τύπου δράσεις. Γιατί το Δημόσιο θα βάζει πράγματι με τρόπο αδιαπραγμάτευτο και σταθερό τα ένσημα των ανθρώπων. Αυτοί θα εργάζονται με αξιοπρέπεια στην υπηρεσία και τον φορέα που θα διορισθούν, απαλλαγμένοι από το άλγος της ανασφάλειας του πώς θα συμπληρώσουν τα συντάξιμα χρόνια τους. Οι υπηρεσίες ή οι φορείς και οι μόνιμοι συνάδελφοί τους θα μπορούν ταυτόχρονα να στηριχθούν σε αυτούς και την εμπειρία τους ως προς την αποτελεσματικότητα της δουλειάς που έχει ανατεθεί.

Είναι πολλά τα ζητήματα που χρειάζονται έξυπνες και γρήγορες λύσεις. Οι λίστες των ανέργων από τη μία θα πρέπει να ελεγχθούν, αλλά από την άλλη να αξιολογηθούν οι επιλογές που τους δίδονται. Ειδικά στα θέματα κατάρτισής τους, μια παλιά και παγιωμένη μέθοδος, που όμως δεν αποδίδει κάτι ιδιαίτερο στους άνεργους, πέραν των αμοιβών υπό τύπον επιδόματος. Αντίθετα στις εταιρείες που οργανώνουν τα σεμινάρια, όχι ευκαταφρόνητα έσοδα. Ο χώρος εμπλοκής του υπουργείου Εργασίας είναι πολύ σημαντικός και ο υπουργός κ. Γεωργιάδης έχει εμπειρία αγοράς και πραγματικής ζωής για να αναδείξει λύσεις και να εντοπίσει πρακτικά αλλά ζωτικά ζητήματα όπως το συγκεκριμένο. 

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 10/11