Ο πρωθυπουργός, όπως και άλλοι κρίσιμοι υπουργοί της κυβέρνησης, πολύ λογικά και για διάστημα παραπάνω των 15 ημερών, δεν είχαν εμπλακεί στην όλη υπόθεση και στο «γαϊτανάκι» των αποκαλύψεων. Αφήνοντας τον κ. Καμμένο να επιχειρεί να αιτιολογήσει τις πράξεις, τις παραλείψεις και τις μεθοδεύσεις του, σε σχέση με τα «στοκ» των όπλων που διαχειρίζεται. Ομως, μετά την επιλογή Τσίπρα να ζητήσει τη μετάθεση της συζήτησης της επερώτησης των βουλευτών της αντιπολίτευσης, τα δεδομένα αλλάζουν.
Το ζήτημα δεν είναι αν θα έχει κάλυψη ο υπουργός Αμύνης ή αν θα υπάρξει πρόταση μομφής από την αντιπολίτευση. Αυτά είναι δευτερεύοντα ζητήματα. Ως προς το πρώτο, γιατί η κάλυψη θα είναι προσχηματική. Στα ερωτήματα σχετικά με τη διαδικασία πώλησης του πολεμικού υλικού προς την Αραβία δεν υπάρχουν επαρκείς απαντήσεις. Είναι εμφανής η προσπάθεια του κ. Καμμένου να «χειριστεί» τη διακρατική συμφωνία σαν να είναι μια συμφωνία με ενδιάμεση εταιρεία ή ιδιώτη. Τον κ. Παπαδόπουλο. Ως προς τη μομφή, προφανώς δεν προβλέπεται να απολέσει η κυβέρνηση την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Ετσι, το κρίσιμο για τον κ. Τσίπρα είναι αλλού. Είτε, μετά τη συζήτηση της επερώτησης της Δευτέρας ή ακόμα και τη συζήτηση της πρότασης μομφής, εφόσον αυτή προκύψει, θα βρει το «πολιτικό σθένος» να ζητήσει την παραίτηση του υπουργού του για λόγους πολιτικής ευθιξίας και τάξης είτε θα συνεχίσει να κυβερνά εκβιαζόμενος και πληττόμενος πανταχόθεν. Θα καταλήξει στις εκλογές εν μέσω «σκανδαλολογίας», χωρίς κύρος, αλλά και χωρίς προοπτική. Τουλάχιστον ως... πρωθυπουργός.