Δύο χρονικά παράλληλες ιστορίες, μία αβυσσαλέα αντίφαση. Ένας 88χρονος σκοτώνει την 84 ετών γυναίκα του, με την οποία είχε περάσει μια ολόκληρη ζωή . Η δικαιολογία ανατριχιαστική. «Δεν περνούσα καλά μαζί της». Η άλλη ιστορία: όχι τόσο μεγάλης ηλικίας, μερικά χρόνια μικρότερος από τον δολοφόνο, ο άλλος σύζυγος. Πεθαίνει η γυναίκα του. Δεν το αντέχει. Και συνεχίζει επί τρεις μέρες την καθημερινότητά του, με το πτώμα της αγαπημένης του μέσα στο σπίτι. Το μίσος στέκεται απέναντι στην απέραντη αγάπη. Τι οπλίζει τελικά το δολοφονικό χέρι και τι ξεχειλίζει την καρδιά από αγάπη;

Πόσο συσσωρευμένο μίσος, μίσος τουλάχιστον μισού αιώνα, φώλιαζε στην ψυχή ενός αδύναμου κατά τα άλλα ανθρώπου, που δεν είχε τόσα χρόνια τώρα το σθένος να ανοίξει την πόρτα και να φύγει, αλλά βρήκε τη δύναμη να αφαιρέσει μία ζωή; Τρομακτικά τα όσα φαίνεται να συνέβησαν στην ψυχή του, για να αποχωριστεί με τον φρικιαστικότερο τρόπο αυτό που δεν άντεχε, ενώ ο αναίμακτος αποχωρισμός ήταν ο πιο εύκολος δρόμος. Ή μήπως δεν είναι εύκολος; Διότι πιο δυνατό συναίσθημα από τη συνήθεια δεν υπάρχει. Πόσα ζευγάρια δεν καρκινοβατούν ζώντας στερημένοι από χαρά και ευτυχία και σ’ αυτά μένει προσκολλημένος ο ένας στον άλλον, απλώς γιατί δεν μπορεί να δει τον εαυτό του χωριστά από αυτόν που μισεί! Ο άλλος πάλι δεν θέλησε να την αποχωριστεί. Ούτε νεκρή. Εδώ δεν λειτουργεί η συνήθεια. Εδώ κυριαρχεί το καρμικό δέσιμο δύο αδελφών ψυχών που ήλθαν ξεχωριστά στον κόσμο, αλλά για να πορευθούν μαζί. Αρρωστημένη η αντίδραση; Εξίσου ανατριχιαστική, όταν οι ζωντανοί πρέπει να είναι με τους ζωντανούς και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους; Ασφαλώς ναι. Πώς όμως να αντιπαραθέσεις την απέραντη αγάπη απέναντι στη λογική; Το συναίσθημα άλλωστε δεν είναι αυτό που ακυρώνει κάθε λογική σκέψη και μεταβάλλει σε άβουλο ρομπότ αυτόν που τον διακατέχει; Δεν αναζητείς σε τέτοιες καταστάσεις τα γιατί και τα διότι…

Δύο διαφορετικές ιστορίες στην ελληνική κοινωνία, που ασφαλώς δεν αποτελούν διεθνή πρωτοτυπία, διότι απανταχού της γης ο άνθρωπος αντιδρά με τον ίδιο τρόπο: αγάπη και μίσος. Τα δύο αντίθετα που ενίοτε αλληλοσυμπληρώνονται για να αποτελέσουν ένα εκρηκτικό μείγμα. Θα μπορούσε άραγε ο σύζυγος-φονιάς να είχε αγαπήσει κάποτε το θύμα του; Θα ήταν δυνατόν ο άλλος, που δεν μπορούσε να αποχωριστεί τη νεκρή αγαπημένη του, να την έχει κάποια στιγμή μισήσει; Και τα δύο μπορεί να έχουν συμβεί. Την απάντηση θα μπορούσαν να τη δώσουν μόνο οι δύο νεκρές γυναίκες…

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»