ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Τι φοβάται ο κ. Μίμης;
Τι μπορεί να φοβάται ένας «συνταξιούχος» - κατά δήλωσή του- εισαγγελέας, ο οποίος έχει την απόλυτη στήριξη – πάλι κατά δήλωσή του – του κ. Τσίπρα, αλλά και του «απλού λαού» ο οποίος τον χτυπάει συγκαταβατικά στην πλάτη; Κανονικά ο ίδιος έπρεπε, σύμφωνα με τα όσα μας είπε από τηλεοράσεως, να αισθάνεται λαϊκός ήρωας.
Κανονικά με τόση στήριξη θα έπρεπε να αισθάνεται ως ο Δικαστής Ντρεντ της Ελληνικής Δικαιοσύνης, ο οποίος - όπως ακριβώς ο φανταστικός ήρωας – έχει τη λαϊκή εντολή να συλλαμβάνει, να εκδίδει ποινές αλλά και να τις εκτελεί επί τόπου. Γιατί άραγε ο κ. Μίμης βγάζει (προληπτικές) ανακοινώσεις για την κατάθεση του επιχειρηματία κ. Σάμπυ Μιωνή; Είναι δυνατόν ο αδέκαστος συνταξιούχος εισαγγελέας να φοβάται;
Είναι άραγε τυχαίο το γεγονός ότι και ο φίλος του – πάλι κατά δήλωση του - εκδότης κ. Φιλιππάκης αφιερώνει δισέλιδα στην εφημερίδα Δημοκρατία (η οποία καταδικάστηκε με βαρύ πρόστιμο από αγγλικό δικαστήριο) για να «αποδομήσει» τον κύριο Μιωνή;
Μήπως η απάντηση στα ερωτήματα κρύβεται στο γεγονός ότι ο πρώην οικονομικός Εισαγγελέας κ. Παναγιώτης Αθανασίου περιέγραψε με λεπτομέρειες στην επιτροπή ότι με επιστολή του κ. Φιλιππάκη στον κ. Παπαγγελόπουλο – παραμονές των εκλογών του 2015 – οργανώθηκε το περίφημο ταξίδι στο Παρίσι για να συναντήσουν τον Φαλτσιανί και να ανοίξει προεκλογικά η συζήτηση για λίστα Λαγκάρντ, που έκανε σημαία ο ΣΥΡΙΖΑ;
Ο κ. Μίμης δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται, αν πράγματι υπερασπίστηκε την αλήθεια και το δίκαιο και όχι έναν παρακρατικό μηχανισμό που άπλωνε τα πλοκάμια του στη Δικαιοσύνη, όπως κατήγγειλαν τέσσερις εισαγγελείς στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής
Άλλωστε, ως αδέκαστος – καίτοι συνταξιούχος - εισαγγελέας θα πρέπει να νοιώθει ευτυχής που επανήλθε με νόμο η διάταξη του άρθρου 65 του Ν. 4356/2015 που είχε μείνει στην ιστορία ως «διάταξη Παπαγγελόπουλου», καθώς έφερε την υπογραφή του, με την οποία επιτρέπεται η χρήση, υπό προϋποθέσεις, παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων στα λεγόμενα «σκάνδαλα διαφθοράς».
Μια διάταξη που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε φροντίσει να εξαφανίσει με την άρον-άρον ψήφιση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας εν μέσω προεκλογικής περιόδου.
Είναι προφανές ότι ένας αδέκαστος εισαγγελέας θα αισθανόταν απολύτως ασφαλής με τη φράση που και ο ίδιος έχει στο παρελθόν αμέτρητες φορές χρησιμοποιήσει. «Όλα στο φως». ‘Η μήπως όχι;
Κανονικά με τόση στήριξη θα έπρεπε να αισθάνεται ως ο Δικαστής Ντρεντ της Ελληνικής Δικαιοσύνης, ο οποίος - όπως ακριβώς ο φανταστικός ήρωας – έχει τη λαϊκή εντολή να συλλαμβάνει, να εκδίδει ποινές αλλά και να τις εκτελεί επί τόπου. Γιατί άραγε ο κ. Μίμης βγάζει (προληπτικές) ανακοινώσεις για την κατάθεση του επιχειρηματία κ. Σάμπυ Μιωνή; Είναι δυνατόν ο αδέκαστος συνταξιούχος εισαγγελέας να φοβάται;
Είναι άραγε τυχαίο το γεγονός ότι και ο φίλος του – πάλι κατά δήλωση του - εκδότης κ. Φιλιππάκης αφιερώνει δισέλιδα στην εφημερίδα Δημοκρατία (η οποία καταδικάστηκε με βαρύ πρόστιμο από αγγλικό δικαστήριο) για να «αποδομήσει» τον κύριο Μιωνή;
Μήπως η απάντηση στα ερωτήματα κρύβεται στο γεγονός ότι ο πρώην οικονομικός Εισαγγελέας κ. Παναγιώτης Αθανασίου περιέγραψε με λεπτομέρειες στην επιτροπή ότι με επιστολή του κ. Φιλιππάκη στον κ. Παπαγγελόπουλο – παραμονές των εκλογών του 2015 – οργανώθηκε το περίφημο ταξίδι στο Παρίσι για να συναντήσουν τον Φαλτσιανί και να ανοίξει προεκλογικά η συζήτηση για λίστα Λαγκάρντ, που έκανε σημαία ο ΣΥΡΙΖΑ;
Ο κ. Μίμης δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται, αν πράγματι υπερασπίστηκε την αλήθεια και το δίκαιο και όχι έναν παρακρατικό μηχανισμό που άπλωνε τα πλοκάμια του στη Δικαιοσύνη, όπως κατήγγειλαν τέσσερις εισαγγελείς στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής
Άλλωστε, ως αδέκαστος – καίτοι συνταξιούχος - εισαγγελέας θα πρέπει να νοιώθει ευτυχής που επανήλθε με νόμο η διάταξη του άρθρου 65 του Ν. 4356/2015 που είχε μείνει στην ιστορία ως «διάταξη Παπαγγελόπουλου», καθώς έφερε την υπογραφή του, με την οποία επιτρέπεται η χρήση, υπό προϋποθέσεις, παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων στα λεγόμενα «σκάνδαλα διαφθοράς».
Μια διάταξη που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε φροντίσει να εξαφανίσει με την άρον-άρον ψήφιση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας εν μέσω προεκλογικής περιόδου.
Είναι προφανές ότι ένας αδέκαστος εισαγγελέας θα αισθανόταν απολύτως ασφαλής με τη φράση που και ο ίδιος έχει στο παρελθόν αμέτρητες φορές χρησιμοποιήσει. «Όλα στο φως». ‘Η μήπως όχι;