του Νίκου Σίμου

Την Κυριακή προσέρχονται οι ψηφοφόροι στις κάλπες για μία ακόμη πιο πολιτικοποιημενη αναμέτρηση, αφού οι Ευρωεκλογές με το αποτέλεσμά τους θα δώσουν την ευκαιρία για πιο σαφή συμπεράσματα. Μπορεί πολλοί να επαναλάμβανουν το κατά τα άλλα σωστό επιχείρημα ότι οι εκλογές για την Ευρωβουλή δεν ανατρέπουν συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στη Βουλή, αλλά κι εμείς από αυτή εδώ τη στήλη θα επαναλάβουμε ότι ένα κακό αποτέλεσμα, για οποιοδήποτε κόμμα, ανατρέπει συσχετισμούς στη συνείδηση του εκλογικού σώματος όσον αφορά στην απήχηση των κομμάτων στην κοινωνία.

Οι Ευρωεκλογές διεξάγονται υπό την σκιά δύο πολύ επιβαρυντικών συνθηκών. Πρώτον την οικονομική κρίση που έχει πλήξει, μέσω των δημοσιονομικών επιβαρύνσεων των πολιτών, όλη την κοινωνία, χωρίς συγχρόνως ο περιορισμός των εισοδημάτων να έχει ωθήσει και σε μείωση του κόστους ζωής. Αυτά καταγράφονται στο μυαλό των πολιτών.

Δεύτερον τον έντονο ευρωσκεπτικισμό που κυριαρχεί σε όλη την Ευρώπη, χωρίς να εξαιρούνται ούτε οι χώρες-κλειδιά όπως η Γαλλία, η Ιταλία αλλά και η ίδια η Γερμανία. Ευρωσκεπτικισμός που οφείλεται σε διαφορετικούς λόγους για κάθε χώρα, ο οποίος όμως υπάρχει και δεν μπορεί να παραγνωρισθεί. Οι Ευρωπαίίοι ηγέτες πληρώνουν τα επίχειρα των επιλογών τους και του τρόπου που διαχειρίζονται τους θεσμούς.

Οι συνθήκες λοιπόν αυτές είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσουν το αποτέλεσμα. Και το αποτέλεσμα αυτό θα επιβεβαιώσει ότι,  η υπόθεση της Ενωμένης Ευρώπης που τείνει να αποτελέσει μία μεγάλη αποτυχία, για να αντιμετωπίσει τη γενικευμένη –και όχι μόνο της Ελλάδας- κρίση που αντιμετωπίζει, δεν χρειάζεται οικονομέτρες αλλά πολιτικούς. Το πρόβλημα διάσωσης των κρατών και των κοινωνιών τους –διότι εκεί πρέπει να στοχεύει η όλη προσπάθεια- είναι πολιτικό και όχι οικονομικό. ’λλωστε η αποτυχία του Μνημονίου, ενός στυγνά οικονομικού μοντέλλου, επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Γιατί στοχεύει σε υγιή δημόσια οικονομία με ασθενείς –αν όχι και νεκρούς- τους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις.