«Ενδεχομένως αυτό που συνέβη στο Χρηματιστήριο και στις διεθνείς αγορές να είναι εικόνα του μέλλοντος, που πρέπει πάση θυσία να αποτρέψουμε», υποστηρίζει ο υπουργός Πολιτισμού.

Διάλεξε ένα παραδοσιακό εστιατόριο, το «Fatsio», που ιδρύθηκε το 1948 από παλιννοστούντα Κωνσταντινουπολίτη. «Γενικώς, είμαι ντεμοντέ», αυτοπροσδιορίζεται, για να αστειευθεί στη συνέχεια σχετικώς με το «αρχαίο» μοντέλο του κινητού του τηλεφώνου: «Το βρήκαν στην Αμφίπολη και το πήρα από εκεί». Ασχέτως πολιτικών πεποιθήσεων ή προσωπικών συμπαθειών, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Κώστας Τασούλας είναι ένας τυχερός άνθρωπος. «Πρώτα η Αμφίπολη και τώρα η κυρία Κλούνεϊ», παρατηρώ την ώρα που παραγγέλνει ένα ποτήρι κόκκινο κρασί Κατώγι Αβέρωφ, υπενθυμίζοντας μια άλλη καλή στιγμή, όταν τον ξεχώρισε σε ηλικία 20 ετών ο Ευάγγελος Αβέρωφ και του ανέθεσε την τιμητική θέση του ιδιαιτέρου γραμματέως του. «Πράγματι, με λένε τυχερό, αν και η κυρία Κλούνεϊ δεν ήρθε τυχαία στην Ελλάδα. Την προσκαλέσαμε». Εν τω μεταξύ, ο μετρ μάς προτείνει να δοκιμάσουμε τη σούπα ημέρας, μια πεντανόστιμη, όπως αποδεικνύεται, κοτόσουπα, και μοσχαράκι νουά με πουρέ ή παγιάρ φιλέτο. Ακολουθούμε τις υποδείξεις του.

«Νομίζω ότι ο Καραγάτσης απέδωσε με μία φράση του την πεμπτουσία της γλυπτικής του Παρθενώνα, δηλαδή ότι είναι η πιο πιστή υλική απεικόνιση της ομορφιάς της ψυχής του ανθρώπου. Αυτήν τη διαμελισμένη γλυπτική θέλουμε να επανενώσουμε και το δικηγορικό γραφείο στο οποίο εργάζεται η κυρία Κλούνεϊ πρότεινε να είναι δίπλα μας στη διεκδίκηση». Τον ερωτώ γιατί δεν ανετέθη η υπόθεση σε ελληνικό δικηγορικό γραφείο. «Συνεργαζόμαστε ήδη με εξαίρετους Ελληνες νομικούς και έχουμε την έκφραση της αμέριστης βοήθειας του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, όμως στο συγκεκριμένο ζήτημα προφανώς είναι χρήσιμη και η έξωθεν συμπαράσταση».

Τριάντα ένα χρόνια μετά την πρώτη υποβολή του αιτήματος για την επιστροφή των «Ελγινείων», όπως αποκαλούνται, από το όνομα του Αγγλου πρέσβη στην Υψηλή Πύλη που αφαίρεσε το 60% του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα, ο συνομιλητής μου φρονεί ότι έχουμε φθάσει σε ένα κομβικό σημείο. «Τον Ιούλιο του 2013 η χώρα μας υπέβαλε ένα αίτημα στην UNESCO για διαμεσολάβηση. Πριν από λίγες ημέρες η διακυβερνητική επιτροπή της UNESCO με θέμα τα παρανόμως εξαχθέντα σε άλλη χώρα πολιτιστικά αγαθά υιοθέτησε το αίτημά μας και έκανε ομόφωνη σύσταση προς το Ηνωμένο Βασίλειο να προσέλθει στη διαμεσολάβηση εντός έξι μηνών. Με τον τρόπο αυτό αίρεται το επιχείρημα των Αγγλων ότι πρόκειται για διαφορά τάχα μεταξύ του Βρετανικού Μουσείου και του ελληνικού Δημοσίου και γίνεται θέμα ευρύτερο, διεθνές, με τη σφραγίδα της UNESCO».

Σε όσους εμφανίζονται αισιόδοξοι για μια αίσια εξέλιξη, ο υπουργός Πολιτισμού συνιστά ψυχραιμία. «Το βρετανικό Δημόσιο έχει φροντίσει ήδη από το 1963 να θωρακίσει το Βρετανικό Μουσείο, απαγορεύοντας στους trustees να διαθέτουν τα εκθέματα. Η δουλειά μας είναι να το αποθωρακίσουμε». Από την άλλη, απαντά ευθαρσώς σε όσους χαρακτηρίζουν ως επικοινωνιακή φάρσα την πρόσφατη επίσκεψη της κυρίας Κλούνεϊ στην Αθήνα. «Είχε ξανασχοληθεί με το θέμα το 2011 και κανείς δεν έδωσε σημασία. Το ότι επανήλθε δύο εβδομάδες μετά τον γάμο της με τον Τζορτζ Κλούνεϊ και απασχόλησε τα διεθνή μέσα ενημέρωσης είναι δώρο για την υπόθεσή μας».

Η συζήτησή μας μεταφέρεται στην πολιτική και οικονομική κατάσταση της χώρας. «Εχοντας κατά τεράστιο ποσοστό ξεμπλέξει, μετά από τις θυσίες των Ελλήνων, με τα μεταρρυθμιστικά και δημοσιονομικά προαπαιτούμενα, απομένει να υλοποιήσουμε και το “έσχατο και μέγιστο” προαπαιτούμενο, που είναι η κατοχύρωση της πολιτικής σταθερότητας. Αυτό δεν μας το ζητάει η τρόικα, αλλά η κοινή λογική και η αυτοκαταστροφική πορεία του παρελθόντος». Για την πρόσφατη μεγάλη πτώση του Χρηματιστηρίου, εξαιτίας της εικόνας πολιτικής αστάθειας που προσπαθεί να επιβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ, θεωρεί ότι «ενδεχομένως να είναι εικόνα του μέλλοντος, που πρέπει πάση θυσία να αποτρέψουμε. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως εκμαυλίζει τον λαό και ξέρουμε πού έχει οδηγήσει ο εκμαυλισμός τη χώρα. Αλλωστε, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η Χρυσή Αυγή και οι Ανεξάρτητοι Ελληνες είναι αποτελέσματα της κρίσεως και όχι κρίσεως, δηλαδή ψύχραιμης σκέψεως», καταλήγει προβληματισμένος.