Θεόδωρος Φορτσάκης: ''Η χώρα μας βρίσκεται σε πορεία αυτοκαταστροφής''
Συνέντευξη στον Χρήστο Ζαμπούνη
Τόπος συναντήσεώς μας είναι η ξακουστή ψαροταβέρνα της Καισαριανής «Μπόμπενα». Ο Δημήτρης, ο ιδιοκτήτης της, έχει φροντίσει να προμηθευτεί για την περίσταση ένα τεράστιο βασιλικό καβούρι, που μαζί με τα στρείδια, τα κυδώνια, τις φρέσκες καραβίδες, το αυγοτάραχο Τρικαλινού, τις γαρίδες τουρσί, τη λευκή ταραμοσαλάτα και τη λακέρδα συνθέτουν μια γαστρονομική υπερπαραγωγή. «Ωχ, θα νομίσουν ότι είμαι ο Βαρουφάκης», σχολιάζει χαμογελώντας την ώρα που δοκιμάζει με την άκρη της γλώσσας λίγο ούζο Πιτσιλαδή.
Λόγω επικαιρότητας, η πρώτη ερώτηση είναι σχετική με τις καταλήψεις πανεπιστημίων. «Οι καταλήψεις έχουν γίνει μια ρουτίνα, από την οποία δεν ξέρω πώς θα ξεφύγουμε. Ο δημόσιος χώρος γενικά είναι ένας χώρος ο οποίος δεν τυγχάνει σεβασμού στην Ελλάδα. Εάν σε αυτό προστεθεί η αντίληψη της νέας κυβερνήσεως, που στηρίζεται στην εξίσωση της Παιδείας προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω, όπως θα έπρεπε, τότε αντιλαμβάνεσθε την απαισιοδοξία μου για το μέλλον».
Τον ρωτώ γιατί παραιτήθηκε από τη θέση του πρυτάνεως, ενώ είχε γίνει μπροστάρης μιας σειράς μεταρρυθμίσεων στο πανεπιστήμιο, μεταξύ των οποίων κεντρικό θέμα ήταν η κατάργηση του ασύλου. «Εφυγα από το πανεπιστήμιο διότι συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να συμβάλλω στην ανόρθωση της Παιδείας από τη θέση του ακαδημαϊκού. Η Παιδεία είναι το υπ’ αριθμόν 1 πολιτικό πρόβλημα της Ελλάδος, πάνω και από την οικονομία, αφού το πρόβλημα της οικονομίας έχει δημιουργηθεί από την κακή νοοτροπία και τον λανθασμένο τρόπο σκέψεως που δημιουργεί η έλλειψη Παιδείας».
Το επόμενο θέμα σχετίζεται με την πολιτική και οικονομική κατάσταση της Ελλάδας. «Η χώρα μας βρίσκεται σε μια πορεία αυτοκαταστροφής. Η πολύ δύσκολη κατάσταση που δημιουργήθηκε από την έναρξη της κρίσης, το 2009, είχε αισθητά βελτιωθεί στο τέλος του περασμένου έτους. Με πολλές θυσίες και ασφαλώς και με πολλές αδικίες, η χώρα είχε πετύχει στο τέλος του 2014 να βελτιώσει πολύ την οικονομία και τα δημοσιονομικά της. Για πρώτη φορά ύστερα από δεκαετίες ο Προϋπολογισμός της ήταν όχι μόνο ισορροπημένος, αλλά και πλεονασματικός. Βγήκαμε από την ύφεση και εμφανίζαμε μια σταθερή αύξηση του ΑΕΠ, με προοπτική αυτή να σταθεροποιηθεί και να μεγαλώσει. Η έξοδος από το Μνημόνιο είχε σχεδόν επιτευχθεί. Οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου ανέτρεψαν το σκηνικό πλήρως. Μέσα σε δύο μήνες η χώρα χειροτέρεψε σημαντικά σε όλα τα επίπεδα. Πρώτα-πρώτα στην οικονομία. Η αβεβαιότητα για την παραμονή μας στο ευρώ οδήγησε στην απόσυρση σχεδόν 30 δισεκατομμυρίων ευρώ από τις τράπεζες, ποσού υπερδιπλάσιου από εκείνο που είχε αποσυρθεί το 2012. Η οικονομία επέστρεψε σε βαθιά ύφεση. Η αγορά δεν έχει πλέον καθόλου ρευστό και η εμπιστοσύνη έχει πλήρως εξανεμιστεί, μηδενίζοντας τις προοπτικές. Μια κυβέρνηση αδαής, με αντικρουόμενες θέσεις, ανίκανη να προβάλλει μια συνεκτική επιχειρηματολογία, με συγκεκριμένα αιτήματα, κινούμενη καθαρά ιδεοληπτικά, χωρίς καμία βάση σε πρακτική εμπειρία, έχει οδηγήσει τη χώρα στο χείλος του γκρεμού».
Τον ρωτώ πώς θα βγούμε από την κρίση. «Για να βγούμε από το τέλμα, χρειάζεται να πραγματοποιήσουμε γενναίες και βαθιές τομές σε όλα τα επίπεδα της Πολιτείας και της κοινωνίας: Διοίκηση, Δικαιοσύνη, Παιδεία, δημοσιονομία και οικονομικά, Υγεία και εργασία. Το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη επ’ ωφελείαν όλων. Να μην περιοριζόμαστε στην κατανομή της φτώχειας. Η φτώχεια φέρνει μόνο γκρίνια και δυστυχία. Να εγκαταλείψουμε τις ιδεοληψίες που φέρνουν συνεχώς σε στείρα αντιπαράθεση τον σοσιαλισμό και τον φιλελευθερισμό. Να αφήσουμε στην άκρη τις δύο αυτές έννοιες και να συμφωνήσουμε ότι θα ακολουθήσουμε την οδό του Μεταρρυθμιστικού Προοδευτισμού. Αυτό προϋποθέτει ότι θα ξεφύγουμε από τις σωματειακές και συνδικαλιστικές δεσμεύσεις. Ακόμη και αν η κυβέρνηση θα έχει επιτύχει μια συμφωνία με τους εταίρους μέχρι τις 24 Απριλίου, η χώρα θα συνεχίσει να υποφέρει μέχρι την εξεύρεση πιο οριστικής λύσης, που φαίνεται να μετατίθεται για τον Ιούνιο».
Την ώρα του καφέ, θέτω ένα τελευταίο ερώτημα για την επίσκεψη του πρωθυπουργού στη ρωσική πρωτεύουσα. «Η επίσκεψη Τσίπρα στη Μόσχα δείχνει το πόσο άπειρη είναι η κυβέρνηση, ακόμη στα διεθνή θέματα. Επέλεξε τη χειρότερη στιγμή για να αποστασιοποιηθεί από τους εταίρους μας, τη στιγμή που τους έχει περισσότερη ανάγκη».