«Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση είναι ένα βήμα προς τα μπροστά…»

Φθάσαμε μόλις λίγες ημέρες πριν τις εκλογές (τις δεύτερες μέσα στο 2015), προσπαθώντας να κατανοήσουμε για ποιο λόγο έχει οδηγηθεί σε αυτό το σημείο η χώρα, με ευθύνη της πρώτης κυβέρνησης της Αριστεράς του Αλέξη Τσίπρα.

Οι προσδοκίες για τον νέο ηγέτη της χώρας, όπως μας παρουσιαζόταν τον Γενάρη, κατέρρευσαν εκκωφαντικά, με αποτέλεσμα οι πρώην σύντροφοί του να τον εγκαταλείπουν ο ένας μετά τον άλλο αισθανόμενοι προδομένοι, όπως άλλωστε και η πλειοψηφία του Ελληνικού λαού.

Η «ελπίδα», που με τόσο στόμφο θα έφερνε ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο δεν ήρθε αλλά αντίθετα είδαμε οπισθοδρόμηση της χώρας, τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά.

Οι Έλληνες, έστω και δειλά, μέχρι τον Γενάρη είχαν αρχίσει να βλέπουν τα πράγματα να κινούνται σε μία σταθερή τροχιά, μέχρι που ανέλαβε το τιμόνι της χώρας ο κ. Τσίπρας και η παρέα του και επέστρεψε η αβεβαιότητα στα πρόσωπα όλων μας.

Στις 20 Σεπτεμβρίου δίνεται η ευκαιρία να αφήσουμε πίσω αυτή την αβεβαιότητα και να πάμε την Ελλάδα μπροστά.

Χωρίς φρούδες προεκλογικές υποσχέσεις αλλά με ιδέες και προτάσεις που θα οδηγήσουν τη χώρα ένα βήμα μπροστά. Ένα βήμα αργό αλλά σταθερό. Γιατί η Ελλάδα πρέπει να σταθεί και πάλι στα πόδια της.

Ως νέος άνθρωπος και επιχειρηματίας, από την πρώτη στιγμή της ενασχόλησής μου με τα κοινά, προσπαθούσα με προτάσεις μου να προσφέρω λύσεις κυρίως στον δύσκολο χώρο του επιχειρείν, που τόσο έχει πληγεί τα τελευταία χρόνια.

Για αυτό το λόγο σήμερα, στην Ελλάδα του 2015, θεωρώ την επιλογή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης κομβική για την εκάστοτε κυβέρνηση, καθώς έχει ως μοναδικό στόχο τη διευκόλυνση της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού.

Κύριο «συστατικό» της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης αποτελούν τα social codes, η σύνδεση δηλαδή, με ποινικό μητρώο και φορολογικές υποχρεώσεις, του αριθμού ταυτότητας κάθε πολίτη, του φορολογικού αριθμού, του διπλώματος ή της άδειας οδήγησης κτλ.

Εδώ χρειάζεται να γίνει ένας διαχωρισμός.

Από τη μία θα υπάρχουν τα Permanent social codes (μόνιμα) για τους Έλληνες πολίτες και τα non-permanent codes (μη μόνιμα) για τους αλλοδαπούς και τους μακράς διάρκειας επισκέπτες, όπως πχ εκείνων που έρχονται για επαγγελματικούς ή ακαδημαϊκούς λόγους.

Όπως γίνεται αντιληπτό η πρόταση αφορά τη δημιουργία μιας ηλεκτρονικής κρατικής ενημερότητας.

Ως άμεσα αποτελέσματα θα ήταν η μείωση της γραφειοκρατίας, καθώς πλέον θα επικρατήσει η ηλεκτρονική διαχείριση και έκδοση εγγράφων και πιστοποιητικών, ενώ ταυτόχρονα θα μειωθεί το κόστος λειτουργίας των υπηρεσιών, από τη στιγμή που θα υπάρχει εξοικονόμηση υλικών, μέσα από μια «green» διαδικασία, φιλική προς το περιβάλλον, βασισμένη σε διεθνή πρότυπα και εμπνευσμένη από αντίστοιχες -πετυχημένες- εφαρμογές σε άλλες χώρες, όπως πχ η Σλοβενία.

Παράλληλα, το ανθρώπινο δυναμικό θα μπορεί να αξιοποιηθεί σε άλλες θέσεις περισσότερο παραγωγικές για τον ίδιο τον φορέα αλλά και τους πολίτες.

Αυτόματα, η πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες θα γίνεται άμεσα και αποτελεσματικά για το κοινό, ενώ θα επιτευχθεί η διάδραση επιχειρήσεων και κράτους.

Για να συμβεί αυτό θεωρώ ως απαραίτητη προϋπόθεση τη σύμπραξη του δημοσίου με ιδιώτες.

Ο δημόσιος φορέας, για να αποκτήσει επιτέλους και ουσιαστικό ρόλο το Υπουργείο Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, θα είναι υπεύθυνος για την εξασφάλιση της ιδιωτικότητας των στοιχείων των πολιτών, θα

έχει, ως ρυθμιστής, την εποπτεία των διαδικασιών και τέλος θα είναι υπεύθυνος για την ψηφιοποίηση των εγγράφων.

Από την άλλη μεριά, η ιδιωτική εταιρεία, η οποία θα έχει προκύψει έπειτα από διαγωνισμό, θα είναι επιφορτισμένη με την ανάπτυξη και συντήρηση του λογισμού, ενώ θα παρέχει και τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό.

Η υιοθέτηση του συστήματος της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης αφορά άλλωστε τόσο τις επιχειρήσεις μέσω social code (κάθε επιχείρηση ένα μοναδικό ID number (αριθμό ηλεκτρονικής διεύθυνσης) όσο και τους δημόσιους φορείς και τις Μη Κερδοσκοπικές Επιχειρήσεις (ΜΚΟ).

Το σύστημα αυτό θα δίνει τη δυνατότητα να παράγονται δεδομένα για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα σε πραγματικό χρόνο. Δεδομένα που θα αναλύονται, ώστε τα συμπεράσματα που εξάγονται να οδηγούν σε δράσεις βελτιστοποίησης.

Ταυτόχρονα, είναι μείζονος σημασίας, η εξορθολόγηση του κρατικού εισπρακτικού μηχανισμού για πολίτες και επιχειρήσεις. Το κράτος οφείλει να ανταποκρίνεται πραγματικά στις ανάγκες των πολιτών και να λαμβάνει υπόψιν του τις διεθνείς πρακτικές, έναντι του να στέκεται εμπόδιο στην υγιή επιχειρηματικότητα.

Η επανεξέταση των ρυθμίσεων και εξυπηρέτηση οφειλών, αποτελεί - αδιαμφησβήτητα μεν - ανάσα για την κοινωνία, δεν παύει όμως να είναι μέτρο αντιμετώπισης και όχι πρόληψης.

Πιο συγκεκριμένα, η ίδρυση ενός κρατικού, ανεξάρτητου θεσμού, ο οποίος θα ερευνά και αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα πολιτών και επιχειρήσεων – παράλληλα και σε σύνδεση με τις προϋπάρχοντες οφειλές προς το δημόσιο και τις τράπεζες - είναι απαραίτητος για την οικοδόμηση ειλικρινών και ρεαλιστικών σχέσεων μεταξύ κράτους και πολιτών – επιχειρήσεων.

Με αυτό τον τρόπο, το κράτος θα είναι σε θέση να εξετάζει την ικανότητα των φορολογουμένων να εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους, και να βαθμονομεί και αξιολογεί τη πιστοληπτική τους ικανότητα.

Φυσικά, αυτή η πρακτική σκοπό έχει να εξυπηρετεί τους συνεπείς πολίτες και επιχειρήσεις στη μελλοντική αποπληρωμή των χρημάτων που οφείλουν στο κράτος και στις τράπεζες, αφήνοντας μεγαλύτερα περιθώρια αποπληρωμής των υποχρεώσεων, ενώ θα στενεύει τα όρια δανειοδότησης για πολίτες και επιχειρήσεις που – δικαιολογημένα λόγω της οικονομικής κατάστασης - αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.

Με την θέσπιση ενός τέτοιου μηχανισμού, ενισχύεται η αξιοπιστία του χρηματοοικονομικού συστήματος, ενώ οικοδομούνται οι απαραίτητες εκείνες βάσεις για μια ισχυρή οικονομία, προλαμβάνοντας καταστάσεις οικονομικής ασφυξίας όπως οι σημερινές. Την πρακτική αυτή θα αναλύσω περαιτέρω σε επόμενο άρθρο περί πρόληψης και πίστωσης υποχρέωσεων έναντι του κράτους.

Ποιο όμως είναι το σημαντικότερο κομμάτι της πρότασης; Η άμεση εφαρμογή της. Ήδη το μοντέλο εφαρμόζεται με ιδιαίτερη επιτυχία σε χώρες του εξωτερικού. Γιατί όχι και στην Ελλάδα;

* Ο Βασίλης Φοίβος Αξιώτης είναι υποψήφιος Βουλευτής Α’ Αθηνών με τη ΝΔ