Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας τυχερός άνθρωπος. Ζήτησε ισχυρή εντολή από τον ελληνικό λαό, τον Ιανουάριο, για να τον απαλλάξει από το μνημόνιο, και οι πολίτες του την έδωσαν απλόχερα. Ζήτησε εξουσιοδότηση μέσω δημοψηφίσματος, τον Ιούλιο, για να διαπραγματευθεί με λυμένα χέρια, και την έλαβε σε βαθμό θριάμβου. Παρότι αντί για απαλλαγή από τη λιτότητα έφερε ένα επώδυνο νέο μνημόνιο, ζήτησε «δεύτερη- πρώτη ευκαιρία» και το εκλογικό σώμα του χάρισε μια απρόσμενη ως προς τις διαστάσεις της εκλογική νίκη.
Δυσκολεύομαι να θυμηθώ άλλον πολιτικό μετά την μεταπολίτευση –με εξαίρεση, ίσως, τον Ανδρέα Παπανδρέου- που να τύχει τόσο πηγαίας και ανεπιτήδευτης εμπιστοσύνης από την κοινωνία όσο ο Αλέξης Τσίπρας. Πράγματι, όπως και ο ίδιος είπε, «πολύ σκληρός για να πεθάνει».
Το ζητούμενο, πλέον, είναι πως θα διαχειριστεί αυτή τη δεύτερη ευκαιρία. Θα την μετουσιώσει σε ευκαιρία για την επανεκκίνηση της εθνικής ανασυγκρότησης που έχει ανάγκη η χώρα ή θα την αφήσει να εκπέσει ανάμεσα σε ιδεοληψίες, εσφαλμένες επιλογές προσώπων και διαχειριστικές αδυναμίες, όπως συνέβη κατά το πρώτο επτάμηνο της πρώτης του διακυβέρνησης;
Πλέον, δεν έχει καμία δικαιολογία για το δεύτερο. Οι εμμονικοί της δραχμής βρίσκονται όχι μόνο εκτός Σύριζα αλλά και εκτός νέας Βουλής. Η αξιωματική αντιπολίτευση εισέρχεται εκ των πραγμάτων σε φάση εσωστρέφειας και αναστοχασμού για την «ταυτότητα» της κεντροδεξιάς, η δε ελάσσονα αντιπολίτευση μοιραία οφείλει να τον συνδράμει τουλάχιστον σε ότι έχει να κάνει με την εφαρμογή του μνημονίου.
Παράλληλα, αναδεικνύεται σε έναν ισχυρό ηγέτη στο ευρωπαϊκό στερέωμα, την καλή τύχη του οποίου ζηλεύει η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και το παράδειγμά του σπεύδουν να ακολουθήσουν πολιτικά κόμματα και κινήματα στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία. Το πολιτικό ειδικό βάρος του αναγνωρίζεται διεθνώς, κάτι που πιστοποιεί η αναγνώριση από τον Φρανσουά Ολάντ και η επικείμενη συνάντησή του με τον Μπάρακ Ομπάμα.
Αυτά, όμως, δεν πρέπει να οδηγήσουν σε εφησυχασμό. Η λαϊκή εντολή που έλαβε αφορά αναμφισβήτητα στο γεγονός ότι η κοινωνία πίστεψε ότι μπορεί πράγματι να εγγυηθεί το «ξεμπερδεύουμε από το παλιό». Το «παλιό», ωστόσο, δεν αφορά μόνο το παλαιό παθογενές πολιτικό σύστημα. Παλιό είναι οτιδήποτε αναχρονιστικό κρατά τη χώρα στην ευρωπαϊκή οπισθοφυλακή. Παλιό είναι ακόμα και οι εστίες παρωχημένων νοοτροπιών και ισορροπιών που υπάρχουν ακόμα στο ίδιο του το κόμμα.
Έγραφα και έλεγα από τον Ιανουάριο πως οι πολίτες εμπιστεύτηκαν τον Αλέξη Τσίπρα και όχι τον θολό Σύριζα. Τότε δεν το κατάλαβε ή δεν μπόρεσε να κάνει πράξη την υπέρβαση. Τώρα δεν έχει καμία δικαιολογία και εάν επαναλάβει τα ίδια λάθη η αποδόμησή του θα είναι ταχεία. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν κατόρθωσαν να τον κάνουν «παρένθεση». Ας ελπίσουμε πως δεν θα το κάνει ο ίδιος στον εαυτό του…