«Μετά από έντονη σύγκρουση με τους εταίρους και μέσα σε ένα κλίμα αβεβαιότητας και έντονων κοινωνικών αναταραχών , τα ξημερώματα της 16ης Ιουνίου του 2015, διεξήχθη στην ελληνική Βουλή, η κρίσιμη ψηφοφορία, για την χρηματοδότηση της χώρας, όπου τελικά υπερψηφίστηκε με την στήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπου σύσσωμη στήριξε την κυβέρνηση. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν 229 ναι, δίνοντας στη Ελλάδα την δυνατότητα να πάρει ένα νέο δάνειο, που κάλυπτε βασικές χρηματοπιστωτικές ανάγκες. Η κυβερνητική παράταξη σε εκείνη την ψηφοφορία κατέγραψε σοβαρές απώλειες που έφτασαν τις 39».

Αυτή θα μπορούσε να είναι μία παράγραφος, από ένα βιβλίο ιστορίας που θα περιγράφει μετά από μερικά χρόνια, με την απόσταση των ετών που θα το χωρίζει, τα όσα συνέβησαν το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα. Ο ιστορικός εξάλλου από τον δημοσιογράφο, αυτή την διαφορά έχει. Την απόσταση του χρόνου, που κάνει την σκέψη πιο καθαρή, πιο σύντομη και βρίσκει χώρο για τα βασικά και όχι για όλα αυτά τα μικρά και πολλές φορές ασήμαντα που ταλαιπωρούν καθημερινά τους δημοσιογράφους, που αποτελούν αναμφίβολα την πρώτη πηγή της επόμενης ιστοριογραφίας.

Η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση , τα τελευταία 5 χρόνια εκ των οποίων τα 2,5 ήταν κυβέρνηση έκανε πολλά λάθη. Ίσως λιγότερα από όσα νομίζαμε ότι έκανε τότε, καθώς τώρα έχοντας δει και την άλλη όψη του νομίσματος, έχουμε αντιληφθεί περισσότερα και κυρίως τις πιθανές εναλλακτικές που τότε θεωρούσαμε ότι υπήρχαν. Έκανε όμως λάθη.

Όπως αποδείχτηκε στην πράξη , από την διακυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, μαγικές λύσεις δεν υπήρχαν, οι «γερμανοτσολιάδες» , πάλευαν και αυτοί με τα ίδια θηρία που πάλεψε και ο σημερινός πρωθυπουργός και τα έφεραν συμπαθητικά βόλτα, κρατώντας μία χώρα σε ισορροπία. Και πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα, αν είχαν στα στοιχειώδη την τότε αντιπολίτευση και σημερινή κυβέρνηση στο πλευρό τους; Την τότε αντιπολίτευση που τα έβλεπε όλα εύκολα και είχε σίγουρες λύσεις , που τελικά αποδείχτηκαν όνειρα θερινής νυκτός. Και πως τα έφερε έτσι η μοίρα.

Ο βασικός κορμός της τότε κυβέρνησης, η ΝΔ, είναι σήμερα αξιωματική αντιπολίτευση.

Και με την εξέλιξη που πήραν τα πράγματα και το τρίτο βαρύ μνημόνιο που έφερε τελικά η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, εκπλήσσοντας ακόμα και τον πιο φανατικό πολέμιο της, θα μπορούσε πολύ εύκολα να χτυπηθεί από την σημερινή αντιπολίτευση. Όχι μόνο επικοινωνιακά, αλλά επί της ουσίας. Μη ψηφίζοντας, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ για Πρόεδρο της Δημοκρατίας , να οδηγήσει στην πτώση του Αλέξη Τσίπρα. Να εκδικηθεί πολιτικά, για όσα είπε και δεν έκανε , για τις πολλές και βαριές ύβρεις που εκτόξευσε ως αξιωματική αντιπολίτευση και το κλίμα που δυναμίτισε ακόμα και ως κυβέρνηση. Και αν το έκανε τι θα κέρδιζε; Μια Ελλάδα παντελώς διαλυμένη και μία δικαίωση μέσα στα χαλάσματα. Η κεντροδεξιά επέλεξε έναν άλλο δρόμο.

Αυτόν της Εθνικής ευθύνης. Την στήριξη της κυβέρνησης της Αριστεράς, την σταθερότητα και την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προστασία της πατρίδας από τους κινδύνους που θα την έθεταν από μία έξοδο από την Ευρώπη.

Η κεντροδεξιά, πιο συρρικνωμένη από ποτέ, και σχεδόν τελειωμένη με την σημερινή της μορφή, έκανε χτες το ιστορικό της καθήκον.

Η γκρίνια των βουλευτών της , ότι αυτοί στηρίζουν ένα κόμμα που έφερε μία πολύ χειρότερη συμφωνία από την δική τους κυβέρνηση , και ενώ ήταν αντιπολίτευση δεν στήριξε ποτέ ούτε στα αυτονόητα, είναι ίσως δικαιολογημένη. Αλλά είναι η μικρή και πρόσκαιρη πικρία ενός πολιτικού που σκέφτεται και την πολιτική του επιβίωση. Και είναι θεμιτή.  Αλλά θα πρέπει να σκεφτούν πως εδώ παίζεται η πατρίδα. Και σε αυτήν την μάχη οι βουλευτές της ελληνικής κεντροδεξιάς, είναι από χτες νικητές, γιατί έδειξαν πως ανήκουν σε μία παράταξη που διατηρεί αλώβητο το ιστορικό της dna, που προτάσσει την αλήθεια, που βάζει την λογική πάνω από το συναίσθημα και θεωρεί «εθνικόν, το αληθές». Και αυτός είναι ένας δρόμος ευθύνης που θα της πιστωθεί, από τον ιστορικό του μέλλοντος.