Στις εκλογές του Ιανουαρίου ο –τότε ενωμένος- ΣΥΡΙΖΑ είχε προτάξει ένα ενδιαφέρον στρατήγημα σχετικά με την ύπαρξη του «τρίτου δρόμου». Η θεωρία έλεγε πως ανάμεσα στα μνημόνια και την έξοδο από την Ευρωζώνη υπάρχει η εναλλακτική διέξοδος. Κάτι σαν την πορεία των Ισραηλιτών της Αιγύπτου προς τη Χαναάν.
Αυτό, υποτίθεται πως θα προέκυπτε μέσα από σκληρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές και αφού προηγουμένως η Ευρώπη θα συγκλονιζόταν από την εκλογή της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ.

Προφανώς δεν συνέβη σχεδόν τίποτε απ΄ όλα αυτά. Ο δρόμος προς τη Χαναάν ήταν σπαρμένος με τα Grexit του Σόϊμπλε και τα capital controls του Ντάϊσελμπλουμ και η πολιτική διαπραγμάτευση κατέπεσε σαν χάρτινος πύργος γιατί ο Βαρουφάκης δεν είχε προβλέψει επαρκώς πως οι «Θεσμοί» είναι ένας λαβύρινθος όπου καραδοκεί ο Μινώταυρος που τρέφεται με αριθμούς, στατιστικές, δημοσιονομική προσαρμογή και τιμωρητική διάθεση.

Χρειάστηκαν πέντε μήνες για να υποκύψουν οι «αστικοί μύθοι» σε μια αδυσώπητη πραγματικότητα που θέλει τη «Γερμανική Ευρώπη» να είναι ανθεκτικότερη από τις απλές παραδοχές ότι «η ύφεση σκοτώνει την οικονομία» και πως «η λιτότητα καταστρέφει το έσχατο κοινωνικό πρόσημο της πάλαι ποτέ ευρωπαϊκής ιδέας».
Τι κι αν τα κραυγάζει ο Ζακ Ντελόρ, τι κι αν ψέγει τους Γερμανούς ο Ρομάνο Πρόντι, τι κι αν ωρύεται ο Ντ’  Αλέμα, τι κι αν αρθρογραφούν καθημερινά εκατοντάδες κορυφαίοι ευρωπαίοι διανοητές, τι κι αν εγκαλεί την Μέρκελ ο Χάμπερμας, στο Βερολίνο εξακολουθούν να ακούνε ευλαβικά τις Βαλκυρίες των μνημονίων.
Ο Τσίπρας διαψεύσθηκε παταγωδώς. Και όταν το κατανόησε, έστω και αργά, είδε πως ο «τρίτος δρόμος» δεν υπάρχει και πως η επιλογή ήταν στυγνή: από τη μία ένα 3ο μνημόνιο και από την άλλη η δραχμή.

Και όχι μόνο αυτό: από τη μία η κυβερνώσα Αριστερά που σηκώνει τα μανίκια και το παλεύει, έχοντας, φυσικά, αναδεχθεί την τραγικότητα των εσφαλμένων στρατηγημάτων της και από την άλλη η Αριστερά του βολικού που διακινεί την «ιδεολογική καθαρότητα» της αρνούμενη να αγωνιστεί.
Η δεύτερη είναι η Αριστερά του Λαφαζάνη. Η Αριστερά της δραχμής, η οποία επικαλείται μία θεωρία καθόλου δοκιμασμένη και σε κάθε περίπτωση διόλου πρωτότυπη.

Γιατί, για παράδειγμα, να θέλει κανείς να δοκιμάσει τη μυθολογία του Λαφαζάνη όταν υπάρχει ο αυθεντικός Κουτσούμπας και το ΚΚΕ που, σε κάθε περίπτωση, γνωρίζει καλύτερα να υπερασπίζει τον αντιευρωπαϊσμό του;

Ο Τσίπρας επέλεξε τον δρόμο της κυβερνώσας Αριστεράς και λέρωσε τα χέρια του. Φαίνεται πως έχει, πλέον, πεισθεί πως αυτό που φαίνεται ως ο δυσκολότερος δρόμος – το 3ο μνημόνιο- είναι και ο ορθότερος. Αναδέχεται τα λάθη του και υπόσχεται να προσπαθήσει να ανατάξει τις αρνητικότατες συνέπειες της νέας λιτότητας.
Θεωρώ πως ο λογαριασμός αυτού του νέου προγράμματος είναι εξαιρετικά δύσκολο να βγει. Κατά πολύ δυσκολότερα απ΄ ότι στο πρώτο ή το δεύτερο μνημόνιο. Όμως ακούγεται πειστικότερη η ανάγκη αυτής της μάχης από τη Θερβαντική αναζήτηση των ανεμόμυλων της δραχμής.

Γι αυτό είναι απολύτως λογικό ο καθένας να πάρει το δρόμο του. Ο Τσίπρας να επιχειρήσει να κρατήσει τη χώρα ζωντανή και ο Λαφαζάνης – ή η Ζωή…- να οχυρώσει τη μυθολογία της εναλλακτικής πορείας. Ότι είναι να γίνει, όμως, πρέπει να γίνει τώρα.

Τα κόμματα των συνιστωσών επιβιώνουν επί μακρόν αρκεί να μην κυβερνήσουν. Όταν αναλαμβάνουν τη διακυβέρνηση, πρέπει να κυριαρχεί η συνισταμένη. Και επί του παρόντος, συνισταμένη είναι ο Τσίπρας και όχι οι οπαδοί της δραχμής...