Δίνουμε ραντεβού μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Εκεί κοντά παίρνει μαθήματα εκφοράς λόγου. Προορισμός μας είναι το περίφημο ρακάδικο «Ο Τάκης», εντός της Στοάς Βερανζέρου. Στη διαδρομή μού εξηγεί ότι δεν έχει αυτοκίνητο και πηγαίνει με τα πόδια στο θέατρο «Ιλίσια» από την Αγίου Μελετίου, όπου κατοικεί.

Είναι ακόμη νωπές οι εντυπώσεις της καθηλωτικής ερμηνείας της στην παράσταση «Είσαι σίγουρα άντρας Ορλάντο», μια διασκευή του έργου της Βιρτζίνια Γουλφ και του μονολόγου του Μπομπ Ουίλσον. «Ορλάντο μιγάς;» τη ρωτώ όταν καθόμαστε στο τραπέζι. «Hταν μια πρωτοποριακή ιδέα του σκηνοθέτη Σάκη Παπακωνσταντίνου να διαλέξει για ήρωα-ηρωίδα μια μη λευκή. Αυτή η παράσταση με βοήθησε να ανακαλύψω τον αντρικό μου εαυτό. Πάντως, ένα είναι σίγουρο. Aν ήμουν άντρας, θα ήμουν gay», εξηγεί.

«Κανένας μας δεν είναι αθώος, έστω και εάν δεν συμμετείχαμε όλοι ηθελημένα στη λεηλασία», αναφέρει η πρωταγωνίστρια της θεατρικής παραστάσεως «Ορλάντο»

http://asset.tovima.gr/vimawebstatic//7A8D2F3245EB74ABB43D31DFF9163C3D.jpg

Στην πορεία με ενημερώνει ότι γεννήθηκε στο Βελγικό Κονγκό, από πατέρα Μυτιληνιό μετανάστη και μητέρα αυτόχθονα. Οταν ήταν ενός μηνός εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα και 18 μηνών, λόγω αδυναμίας των γονέων της, υιοθετήθηκε από ένα άτεκνο ζευγάρι. Αυτοί τη μεγάλωσαν με τον δίδυμο αδελφό της, αν και διατήρησε σχέσεις και με τον φυσικό της πατέρα. Ο ρατσισμός, λόγω διαφορετικότητας, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, ήταν ένα από τα ζητήματα της καθημερινότητάς της από την πιο τρυφερή παιδική ηλικία. Τον αντιμετώπισε και στη μετέπειτα επαγγελματική της πορεία, με φωτεινές εξαιρέσεις. Θυμάται χαρακτηριστικώς το ultimatum που της απηύθυνε ο Γιάννης Μπέζος για την τηλεοπτική σειρά «Εκείνες κι εγώ», μετά την άρνησή της να συμμετάσχει επειδή θεωρούσε ότι ήταν πολύ κόντρα ρόλος κι επίσης ήταν άπειρη, μιας και φοιτούσε ακόμη στη δραματική σχολή: «Εάν δεν δεχθείς, δεν κάνω τη σειρά». Το σίριαλ τελικώς έκανε επιτυχία και την απογείωσε στη χώρα των αναγνωρίσιμων ηθοποιών. Ακολούθησαν και άλλες «εμπορικές» δουλειές, όπως τις χαρακτηρίζει, κυρίως στην τηλεόραση, γιατί στο θέατρο καταπιάστηκε από νωρίς με τα ουσιαστικά κι αυτά που μιλούσαν στην ψυχή της.

http://asset.tovima.gr/vimawebstatic//29E8DCF2C4F0EAED3BC1F5181925C1CA.jpg

Ο Τάκης βρίσκει τον τρόπο σε μια ανάπαυλα της χειμαρρώδους συνομιλίας μας για να προτείνει ενθουσιωδώς τις σπεσιαλιτέ του εστιατορίου: πατάτα οφτή, ντοματίνια γεμιστά με πικάντικο τυρί, ντολμαδάκια αμπελόφυλλο με ξύγαλο Σητείας, χοχλιούς μπουμπουριστούς (σαλιγκάρια τηγανητά με δενδρολίβανο), απάκι (χοιρομέρι σφακιανό καπνιστό). Η λίστα των εδεσμάτων είναι ατέλειωτη και του ζητάμε να κάνει κράτει. Είναι υπερήφανος γιατί η γυναίκα του, που δεν είναι Κρητικιά, μαγειρεύει καλύτερα από τους ντόπιους. Ως εναλλακτική της τσικουδιάς μάς προτείνει λευκό βιολογικό οίνο από τη Μονή Τοπλού.
 
Η συζήτηση μεταφέρεται στην πολιτική και οικονομική κατάσταση της χώρας. «Η Ελλάδα νομίζω ότι μοιάζει με μια φωτιά που σιγοσβήνει κι εμείς ζεσταίνουμε ανήμποροι επάνω της το τσαγάκι μας», σχολιάζει. «Δεν πολυασχολούμαι με την πολιτική, αν και ψηφίζω, διότι πρέπει να παίρνουμε θέση στα δημόσια πράγματα. Στις προηγούμενες εκλογές με γοήτευσε ο λόγος του Αλέξη Τσίπρα, αν και τώρα είμαι απογοητευμένη και από αυτόν. Εχω την πεποίθηση ότι μας χρειάζεται ένας νέος ηγέτης τύπου Νέλσον Μαντέλα, ένας ειρηνοποιός, που θα μας βοηθήσει να αποφύγουμε την επερχόμενη αιματοχυσία. Εως ότου να βρεθεί, πρέπει να κάνουμε όλοι κάτι μαζί για να πάψουμε να είμαστε ένα εργοστάσιο τρομαγμένων, ανελεύθερων και υποταγμένων ανθρώπων. Η κρίση είναι μια ευκαιρία να δούμε τον εαυτό μας. Δεν μπορούμε να υποκρινόμαστε εσαεί τους έκπληκτους και τους ανήξερους. Κανένας μας δεν είναι αθώος, έστω και εάν όλοι δεν συμμετείχαμε ηθελημένα στη λεηλασία».


Η Νίκη Σερέτη θεωρεί τον εαυτό της ευλογημένο που κάνει κάτι που της αρέσει, έστω κι αν αυτό, ειδικά στο επάγγελμά της, έχει τεράστιο κόστος. «Το θέατρο είναι μια πολιτική πράξη. Οφείλει να σε κάνει να σκέφτεσαι και να σε αφυπνίζει. Προς το παρόν ξυπνάω και κοιμάμαι με τη Βιρτζίνια Γουλφ, αλλά για αύριο είμαι ανοιχτή για κάθε πρόταση. Ο καθένας μας πρέπει να κυνηγά τα όνειρά του, έστω κι αν αυτά ανατραπούν κάποια στιγμή».

Την ώρα που έρχεται το επιδόρπιο, σκαλτσούνια με μυζήθρα και ψητό αχλάδι με στραγγιστό γιαούρτι, την παρακαλώ να δεχθεί να πάρει τα φαγητά που περίσσεψαν πακέτο στο σπίτι. Αρνείται πεισματικώς. Είναι το νέο savoir vivre, επιμένω για να την πείσω. «Θα δεχθώ υπό έναν όρο», αντιτείνει. «Να τα δώσω στους άστεγους της οδού Κοραή».