Ο τρόπος με τον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας εξαφανίστηκε από το προσκήνιο είναι εντυπωσιακός.

Για πάνω από δέκα χρόνια αποφάσιζε μόνος του, δημιουργώντας ένα καθαρά αρχηγικό κόμμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του και φέρνοντας τους πάντες προ τετελεσμένου. Κυβέρνησε μόνος του, αντιπολιτεύτηκε μόνος του, προήδρευε σε όργανα που -αν και έπειτα από πολύωρες συζητήσεις- τελικά συμφωνούσαν μαζί του. Και αφού τα έκανε όλα λάθος, αφού έχασε και ξανάχασε, σηκώθηκε κι έφυγε, αφήνοντας όλους τους υπόλοιπους μετέωρους να ψάχνουν για αρχηγό, να διαφωνούν, να αλληλοκαταγγέλλονται. Όχι πως δεν έχουν ευθύνη.

Όταν ο κ. Φίλης καταγγέλλει «ροπή προς τον καταγγελτισμό», πρέπει να θυμάται πως το ίδιο έκανε και εκείνος. Στην πανδημία, για παράδειγμα, όταν άνοιγαν τα σχολεία φώναζε «λυπηθείτε τα παιδάκια» και όταν έκλειναν εγκαλούσε την κυβέρνηση πως… τα παιδιά παραδίδονται στον «μεγάλο αδελφό», καταγγέλλοντας την τηλεκπαίδευση. Και όταν ο κ. Σπίρτζης καταγγέλλει τώρα πως τα στελέχη ουδέποτε ρωτήθηκαν ή συμμετείχαν σε κρίσιμες αποφάσεις, επίσης πρέπει να θυμάται πως υπήρξε πάντα βασιλικότερος του βασιλέως. Θα πείτε, υπάρχει πάντα η περίφημη φράση-δικαιολογία του Ρεζί Ντεμπρέ για τα μεγαλοστελέχη του ΚΚΣΕ που διαφωνούσαν με τη γραμμή του κόμματος, αλλά δεν τολμούσαν να μιλήσουν, διότι «έπρεπε να αλυχτάνε μαζί με τους άλλους λύκους».

Παρ'όλα αυτά, ακόμη και αν ο κ. Τσίπρας θεωρεί πως αρκετά ασχολήθηκε μαζί τους, γνωρίζει πολύ καλά πως ο βασικός υπεύθυνος για την ήττα είναι ο ίδιος. Έκανε ό,τι ήθελε, επέβαλε όποια πολιτική ήθελε και όποιο πρόσωπο ήθελε, χωρίς να συμβουλεύεται κανέναν. Έτσι επέβαλε την κυρία Τσαπανίδου, το ίδιο συνέβη και με την κυρία Σβίγκου, το ίδιο και με την επιστροφή Πολάκη. Θα πει κανείς, αφού έχασε, τι να έκανε; Λογικό να παραιτηθεί. Ναι, αλλά ύστερα από τόση κηδεμονία και αρχηγισμό ήταν βέβαιο πως θα άφηνε εντελώς απροστάτευτα τα ορφανά του. Να παραδέρνουν ανάμεσα σε βιασύνες και υπόγειες κριτικές και αυτοκριτικές. Και πάλι θα πει κανείς, μα τι να έκανε; Να συνεχίσει τον παρεμβατισμό του; Μπορούσε να γίνει βασιλιάς χωρίς θρόνο; Προφανώς πρόκειται για αδιέξοδο. Το οποίο όμως προκάλεσε ο ίδιος. Δεν δημιούργησε θεσμούς, πατρονάριζε τα πάντα, έδινε τον τόνο, πρωτοστατούσε στις τοξικές επιθέσεις και, όταν δεν πρωτοστατούσε, τις ανεχόταν. Ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε να σηκωθεί και να φύγει μετά την ήττα που ακολούθησε τη διακυβέρνησή του. Δηλαδή το 2019. Τότε το κόμμα του θα είχε μπροστά του τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να ανασυνταχθεί, να αποκτήσει ταυτότητα, να χαράξει την πορεία του. Δεν το έπραξε.

Βρήκε το άνω του 30% ποσοστό εξαιρετικά εκπληκτικό και σκέφθηκε πως ήταν απλώς μια κακή στιγμή, πως τυχαία ο Μητσοτάκης βρέθηκε στο Μαξίμου. Και επομένως η παραμονή του εκεί θα ήταν προσωρινή, θα του ζέσταινε ο Μητσοτάκης την πολυθρόνα μέχρι να επιστρέψει. Έτσι, ο κ. Τσίπρας αποφάσισε να παραιτηθεί όταν καταδικάστηκε στην κάλπη η αντιπολίτευσή του. Περίμενε δηλαδή να καταδικαστούν και η διακυβέρνηση και η αντιπολίτευσή του. Εξάντλησε όλα τα περιθώρια χωρίς να αλλάξει τίποτε, συνεχίζοντας στην ίδια πορεία που χάραξε από το 2012. Έδινε την εντύπωση πως είναι παντοδύναμος και μετά την ήττα του 2019. Ίσως και να το πίστευε. ΕΙΝΑΙ όμως άλλο πράγμα να φεύγεις μετά την πρώτη ήττα, επειδή απορρίφθηκε ο τρόπος που κυβέρνησες, και άλλο να φεύγεις επειδή απορρίφθηκε ο τρόπος που αντιπολιτεύτηκες. Όταν, σαν άλλος Κικέρων, αποσύρεσαι στα κτήματά σου, πρέπει κάτι να έχεις αφήσει πίσω σου. Διαφορετικά, αφήνεις το κόμμα σου εντελώς παραζαλισμένο και αποπροσανατολισμένο. Και αυτό φαίνεται αυτόν τον καιρό ολοκάθαρα.

Η αλήθεια είναι πως ο κ. Τσίπρας έβλαψε περισσότερο το κόμμα του φεύγοντας με τον τρόπο που έφυγε, σαν να έριξε μαύρη πέτρα πίσω του. Εκτός και αν αποφάσισε πως αν δεν υπάρχει ο ίδιος, δεν έχει κανένα λόγο ύπαρξης και το δημιούργημά του…

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή