ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ο Πούτιν, ο Πριγκόζιν και ο ρόλος των μισθοφόρων
Όπως εξελίχθηκαν τα γεγονότα, δείχνουν πως το Κρεμλίνο δεν είχε υπολογίσει ότι το αφεντικό της Wagner θα έφτανε στα άκρα
Τελικά τι συμβαίνει στη Ρωσία;
Το καθεστώς Πούτιν είναι πανίσχυρο ή εύθραυστο; Η «εκδρομή» της Wagner από το Ροστόφ προς τη Μόσχα ήταν πραγματικά μία απειλή για το καθεστώς ή μία απεγνωσμένη και εκ των προτέρων καταδικασμένη ενέργεια; Κατηγορηματική εκτίμηση δεν υπάρχει για όσους είναι εξωτερικοί παρατηρητές. Ας προσπαθήσουμε, όμως, να εξαγάγουμε κάποια συμπεράσματα. Δεν επρόκειτο για κεραυνό εν αιθρία. Ο Πριγκόζιν, τουλάχιστον 2-3 μήνες πριν, είχε ανοίξει ρητορικό πόλεμο με τον υπουργό Άμυνας Σοϊγκού και τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Γκερασίμοφ. Η μόνιμη επωδός του ήταν πως αυτοί δεν παραχωρούσαν στη Wagner τα οπλικά συστήματα και τα πυρομαχικά που χρειαζόταν για την κατάληψη του Μπαχμούτ, το οποίο είχε αποκτήσει τεράστια συμβολική σημασία και για τις δύο πλευρές.Το πιθανότερο είναι ότι το Γενικό Επιτελείο έδινε στη Wagner τα πολύ αναγκαία. Πρώτον, επειδή έπρεπε να κατανέμει τα όπλα και τα πυρομαχικά, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες σ’ όλη την εκτεταμένη γραμμή του μετώπου.
Δεύτερον, επειδή οι δημόσιες ρητορικές επιθέσεις του Πριγκόζιν είχαν προκαλέσει σκληρή διαμάχη, παρότι οι Σοϊγκού και Γκερασίμοφ απέφευγαν να απαντούν. Από όσα γνωρίζουμε τουλάχιστον, ο Πούτιν είχε αποφύγει να παρέμβει για να τερματίσει τη δημόσια διαμάχη, η οποία δημιουργούσε αρνητική εντύπωση και για τη δική του ηγετική θέση, παρότι ο ιδιοκτήτης της Wagner απέφευγε επιμελώς να στρέφεται και εναντίον του. Προφανώς, η ανοχή που επέδειξε η Μόσχα οφείλεται στο γεγονός ότι η Wagner σήκωνε εκείνες τις ημέρες το μεγάλο βάρος της μάχης για την κατάληψη του Μπαχμούτ, πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος. Η Μόσχα, λοιπόν, ήθελε να τον αφήσει να τελειώσει τη δουλειά στο Μπαχμούτ, όπως και έγινε. Οι απώλειες της Wagner, επειδή επρόκειτο για μισθοφόρους και μάλιστα κατά κανόνα για φυλακισμένους, δεν είχαν σοβαρό κοινωνικοπολιτικό κόστος για το καθεστώς. Άρα, η Μόσχα είχε λόγο να ανέχεται τις ύβρεις του Πριγκόζιν.
Όταν κατελήφθη το Μπαχμούτ και η Wagner αποσύρθηκε για ξεκούραση, είχε έλθει η ώρα για ξεκαθάρισμα των λογαριασμών. Ψηφίστηκε νόμος ότι οι στρατιωτικές εταιρείες θα υπάγονταν από την 1η Ιουλίου στον έλεγχο του υπουργείου Άμυνας, το οποίο και μέχρι τότε πλήρωνε τους μισθούς και παραχωρούσε όπλα και πυρομαχικά. Το υπουργείο, μάλιστα, εξαίρεσε τη Wagner από τη λίστα των εταιρειών με τις οποίες θα υπέγραφε συμβάσεις. Ο Πριγκόζιν συνειδητοποίησε ότι τελείωναν τη Wagner, με ό,τι αυτό σήμαινε για τις φιλοδοξίες του. Στο σημείο εκείνο είχε δύο επιλογές: Ή να αποδεχθεί την απώλεια και να παραμείνει με το «φωτοστέφανο» του νικητή του Μπαχμούτ, που του είχε εξασφαλίσει υψηλή δημοφιλία, ή να αντιδράσει.
Και βεβαίως ο μόνος τρόπος να αντιδράσει ήταν να χρησιμοποιήσει το στρατιωτικό εργαλείο που κατείχε (τη Wagner) για να εκβιάσει τον Πούτιν, ή ακόμα και να τον ανατρέψει. Επέλεξε το δεύτερο και έτσι κατέλαβε την έδρα της στρατιωτικής διοίκησης στο Ροστόφ και μία ένοπλη μηχανοκίνητη φάλαγγα (υπολογίζεται πάνω από 5.000 άνδρες) ξεκίνησε για τη Μόσχα. Πίστευε άραγε ο Πριγκόζιν ότι θα την καταλάμβανε, θα ανέτρεπε τον Πούτιν και θα αναλάμβανε την εξουσία, ή ότι απλώς θα τον υποχρέωνε να διαπραγματευθεί μαζί του και να ενδώσει στις απαιτήσεις του; Κατηγορηματική απάντηση δεν υπάρχει. Ξέρουμε, όμως, ότι επιχείρησε αγωνιωδώς να επικοινωνήσει με το Κρεμλίνο, αλλά ο Ρώσος πρόεδρος αρνήθηκε να του μιλήσει. Μπορούμε, επίσης, βασίμως να υποθέσουμε πως το αφεντικό της Wagner, όταν ξεκίνησε η στρατιωτική φάλαγγα για τη Μόσχα, δεν πίστευε πως πραγματοποιεί μία ειρηνική διαμαρτυρία. Είναι, επίσης, καθαρό ότι ο Πριγκόζιν δεν έβλεπε την κίνησή του μόνο ως μία στρατιωτική ενέργεια. Προφανώς, ποντάροντας και στην υψηλή δημοφιλία του, θεωρούσε ότι η πορεία προς τη Μόσχα θα πυροδοτούσε λαϊκή κινητοποίηση εναντίον των «διεφθαρμένων ελίτ». Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να είχε διαβεβαιώσεις από κάποιους στρατιωτικούς διοικητές και πολιτικούς παράγοντες ότι θα υποστηρίξουν το πραξικόπημά του. Με άλλα λόγια, ίσως υπολόγιζε ότι η στρατιωτική δύναμη θα ήταν ο καταλύτης για να επέλθει μία αλλαγή ηγεσίας ή τουλάχιστον για να τεθεί ο Πούτιν υπό κηδεμονία.
Προφανώς, ο Ρώσος πρόεδρος δεν θα επέτρεπε ποτέ η Wagner να φτάσει στη Μόσχα. Είναι ενδεικτικό ότι χρησιμοποίησε την αεροπορία για να βομβαρδίσει την αρχή της φάλαγγας και έτσι να στείλει ένα μήνυμα, αλλά οι άνδρες του Πριγκόζιν απάντησαν με αντιαεροπορικά πυρά και κατέρριψαν απροσδιόριστο αριθμό ρωσικών αεροσκαφών. Το γεγονός δείχνει ότι η Wagner είχε διαταγές να εμπλακεί σε μία εμφύλια σύγκρουση. Το ερώτημα που εγείρεται είναι το εξής: Η κυβέρνηση Πούτιν στρίμωξε τον Πριγκόζιν, έχοντας προϋπολογίσει την πιθανή αντίδρασή του και έχοντας προετοιμαστεί για να την καταστείλει, ή πίστευε ότι δεν θα τολμούσε να αντιδράσει στρατιωτικά; Το λογικό είναι το πρώτο, αφού και το ταμπεραμέντο του Πριγκόζιν τον έσπρωχνε προς τον τυχοδιωκτισμό. Από την άλλη πλευρά, όμως, μία εμφύλια σύγκρουση εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία θα ήταν καίριο πολιτικό κι όχι μόνο πλήγμα για το καθεστώς Πούτιν και συνολικά για τη Ρωσία, ακόμα κι αν ο ρωσικός στρατός συνέτριβε τη Wagner.
Ο τρόπος που εξελίχθηκαν τα γεγονότα δείχνει ότι το Κρεμλίνο δεν είχε υπολογίσει ότι ο Πριγκόζιν θα έφτανε στα άκρα. Γι’ αυτό και επιστρατεύθηκε ως μεσολαβητής ο Λουκασένκο. Αλλά και ο Πριγκόζιν συνειδητοποίησε ότι η κίνησή του είχε πάρει πολύ επικίνδυνο δρόμο για τον ίδιο και έτσι αποδέχθηκε τη λύση που του έδωσε ο Λευκορώσος πρόεδρος με τη γνωστή κατάληξη. Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι ανεξαρτήτως της θετικής γι’ αυτόν έκβασης, ο Πούτιν όχι μόνο δεν είχε διδαχθεί από την Ιστορία για τον ρόλο των μισθοφόρων, αλλά και στην κρίσιμη στιγμή έδειξε ότι δεν είχε ορθή κρίση για το πώς θα εξελιχθούν τα γεγονότα.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 2/7
Το καθεστώς Πούτιν είναι πανίσχυρο ή εύθραυστο; Η «εκδρομή» της Wagner από το Ροστόφ προς τη Μόσχα ήταν πραγματικά μία απειλή για το καθεστώς ή μία απεγνωσμένη και εκ των προτέρων καταδικασμένη ενέργεια; Κατηγορηματική εκτίμηση δεν υπάρχει για όσους είναι εξωτερικοί παρατηρητές. Ας προσπαθήσουμε, όμως, να εξαγάγουμε κάποια συμπεράσματα. Δεν επρόκειτο για κεραυνό εν αιθρία. Ο Πριγκόζιν, τουλάχιστον 2-3 μήνες πριν, είχε ανοίξει ρητορικό πόλεμο με τον υπουργό Άμυνας Σοϊγκού και τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Γκερασίμοφ. Η μόνιμη επωδός του ήταν πως αυτοί δεν παραχωρούσαν στη Wagner τα οπλικά συστήματα και τα πυρομαχικά που χρειαζόταν για την κατάληψη του Μπαχμούτ, το οποίο είχε αποκτήσει τεράστια συμβολική σημασία και για τις δύο πλευρές.Το πιθανότερο είναι ότι το Γενικό Επιτελείο έδινε στη Wagner τα πολύ αναγκαία. Πρώτον, επειδή έπρεπε να κατανέμει τα όπλα και τα πυρομαχικά, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες σ’ όλη την εκτεταμένη γραμμή του μετώπου.
Δεύτερον, επειδή οι δημόσιες ρητορικές επιθέσεις του Πριγκόζιν είχαν προκαλέσει σκληρή διαμάχη, παρότι οι Σοϊγκού και Γκερασίμοφ απέφευγαν να απαντούν. Από όσα γνωρίζουμε τουλάχιστον, ο Πούτιν είχε αποφύγει να παρέμβει για να τερματίσει τη δημόσια διαμάχη, η οποία δημιουργούσε αρνητική εντύπωση και για τη δική του ηγετική θέση, παρότι ο ιδιοκτήτης της Wagner απέφευγε επιμελώς να στρέφεται και εναντίον του. Προφανώς, η ανοχή που επέδειξε η Μόσχα οφείλεται στο γεγονός ότι η Wagner σήκωνε εκείνες τις ημέρες το μεγάλο βάρος της μάχης για την κατάληψη του Μπαχμούτ, πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος. Η Μόσχα, λοιπόν, ήθελε να τον αφήσει να τελειώσει τη δουλειά στο Μπαχμούτ, όπως και έγινε. Οι απώλειες της Wagner, επειδή επρόκειτο για μισθοφόρους και μάλιστα κατά κανόνα για φυλακισμένους, δεν είχαν σοβαρό κοινωνικοπολιτικό κόστος για το καθεστώς. Άρα, η Μόσχα είχε λόγο να ανέχεται τις ύβρεις του Πριγκόζιν.
Όταν κατελήφθη το Μπαχμούτ και η Wagner αποσύρθηκε για ξεκούραση, είχε έλθει η ώρα για ξεκαθάρισμα των λογαριασμών. Ψηφίστηκε νόμος ότι οι στρατιωτικές εταιρείες θα υπάγονταν από την 1η Ιουλίου στον έλεγχο του υπουργείου Άμυνας, το οποίο και μέχρι τότε πλήρωνε τους μισθούς και παραχωρούσε όπλα και πυρομαχικά. Το υπουργείο, μάλιστα, εξαίρεσε τη Wagner από τη λίστα των εταιρειών με τις οποίες θα υπέγραφε συμβάσεις. Ο Πριγκόζιν συνειδητοποίησε ότι τελείωναν τη Wagner, με ό,τι αυτό σήμαινε για τις φιλοδοξίες του. Στο σημείο εκείνο είχε δύο επιλογές: Ή να αποδεχθεί την απώλεια και να παραμείνει με το «φωτοστέφανο» του νικητή του Μπαχμούτ, που του είχε εξασφαλίσει υψηλή δημοφιλία, ή να αντιδράσει.
Και βεβαίως ο μόνος τρόπος να αντιδράσει ήταν να χρησιμοποιήσει το στρατιωτικό εργαλείο που κατείχε (τη Wagner) για να εκβιάσει τον Πούτιν, ή ακόμα και να τον ανατρέψει. Επέλεξε το δεύτερο και έτσι κατέλαβε την έδρα της στρατιωτικής διοίκησης στο Ροστόφ και μία ένοπλη μηχανοκίνητη φάλαγγα (υπολογίζεται πάνω από 5.000 άνδρες) ξεκίνησε για τη Μόσχα. Πίστευε άραγε ο Πριγκόζιν ότι θα την καταλάμβανε, θα ανέτρεπε τον Πούτιν και θα αναλάμβανε την εξουσία, ή ότι απλώς θα τον υποχρέωνε να διαπραγματευθεί μαζί του και να ενδώσει στις απαιτήσεις του; Κατηγορηματική απάντηση δεν υπάρχει. Ξέρουμε, όμως, ότι επιχείρησε αγωνιωδώς να επικοινωνήσει με το Κρεμλίνο, αλλά ο Ρώσος πρόεδρος αρνήθηκε να του μιλήσει. Μπορούμε, επίσης, βασίμως να υποθέσουμε πως το αφεντικό της Wagner, όταν ξεκίνησε η στρατιωτική φάλαγγα για τη Μόσχα, δεν πίστευε πως πραγματοποιεί μία ειρηνική διαμαρτυρία. Είναι, επίσης, καθαρό ότι ο Πριγκόζιν δεν έβλεπε την κίνησή του μόνο ως μία στρατιωτική ενέργεια. Προφανώς, ποντάροντας και στην υψηλή δημοφιλία του, θεωρούσε ότι η πορεία προς τη Μόσχα θα πυροδοτούσε λαϊκή κινητοποίηση εναντίον των «διεφθαρμένων ελίτ». Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να είχε διαβεβαιώσεις από κάποιους στρατιωτικούς διοικητές και πολιτικούς παράγοντες ότι θα υποστηρίξουν το πραξικόπημά του. Με άλλα λόγια, ίσως υπολόγιζε ότι η στρατιωτική δύναμη θα ήταν ο καταλύτης για να επέλθει μία αλλαγή ηγεσίας ή τουλάχιστον για να τεθεί ο Πούτιν υπό κηδεμονία.
Προφανώς, ο Ρώσος πρόεδρος δεν θα επέτρεπε ποτέ η Wagner να φτάσει στη Μόσχα. Είναι ενδεικτικό ότι χρησιμοποίησε την αεροπορία για να βομβαρδίσει την αρχή της φάλαγγας και έτσι να στείλει ένα μήνυμα, αλλά οι άνδρες του Πριγκόζιν απάντησαν με αντιαεροπορικά πυρά και κατέρριψαν απροσδιόριστο αριθμό ρωσικών αεροσκαφών. Το γεγονός δείχνει ότι η Wagner είχε διαταγές να εμπλακεί σε μία εμφύλια σύγκρουση. Το ερώτημα που εγείρεται είναι το εξής: Η κυβέρνηση Πούτιν στρίμωξε τον Πριγκόζιν, έχοντας προϋπολογίσει την πιθανή αντίδρασή του και έχοντας προετοιμαστεί για να την καταστείλει, ή πίστευε ότι δεν θα τολμούσε να αντιδράσει στρατιωτικά; Το λογικό είναι το πρώτο, αφού και το ταμπεραμέντο του Πριγκόζιν τον έσπρωχνε προς τον τυχοδιωκτισμό. Από την άλλη πλευρά, όμως, μία εμφύλια σύγκρουση εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία θα ήταν καίριο πολιτικό κι όχι μόνο πλήγμα για το καθεστώς Πούτιν και συνολικά για τη Ρωσία, ακόμα κι αν ο ρωσικός στρατός συνέτριβε τη Wagner.
Ο τρόπος που εξελίχθηκαν τα γεγονότα δείχνει ότι το Κρεμλίνο δεν είχε υπολογίσει ότι ο Πριγκόζιν θα έφτανε στα άκρα. Γι’ αυτό και επιστρατεύθηκε ως μεσολαβητής ο Λουκασένκο. Αλλά και ο Πριγκόζιν συνειδητοποίησε ότι η κίνησή του είχε πάρει πολύ επικίνδυνο δρόμο για τον ίδιο και έτσι αποδέχθηκε τη λύση που του έδωσε ο Λευκορώσος πρόεδρος με τη γνωστή κατάληξη. Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι ανεξαρτήτως της θετικής γι’ αυτόν έκβασης, ο Πούτιν όχι μόνο δεν είχε διδαχθεί από την Ιστορία για τον ρόλο των μισθοφόρων, αλλά και στην κρίσιμη στιγμή έδειξε ότι δεν είχε ορθή κρίση για το πώς θα εξελιχθούν τα γεγονότα.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 2/7