ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Τα οξύτατα προβλήματα και η στρατηγική ανάκαμψης
Οι καταστροφές στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα:Απαιτούνται ριζοσπαστικά μέτρα που να ανταποκρίνονται στις ειδικές συνθήκες
ΟΙ αποδείξεις είναι πολλές για να κάνουμε ότι δεν τις βλέπουμε.
Είναι εξόφθαλμο πλέον πως κάτι δεν πάει καθόλου καλά με το κράτος μας. Πρώτα οι καταστροφικές πυρκαγιές του Ιουλίου, μετά η ανεμπόδιστη από την Αστυνομία επέλαση των Κροατών χούλιγκαν, που κόστισε τη ζωή ενός φίλαθλου της ΑΕΚ, στη συνέχεια οι ακόμα πιο καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου και, τέλος, οι πλημμύρες που βούλιαξαν τη Θεσσαλία προκάλεσαν θανάτους και αφάνταστη καταστροφή σε περιουσίες, αλλά και στην ελληνική οικονομία. Πρόκειται για ένα μπαράζ καταστροφών που δεν έχει προηγούμενο σε πυκνότητα και ένταση. Ακόμα δεν είναι γνωστός ο απολογισμός σε ανθρώπινες ζωές.
Αυτό, ωστόσο, που στοιχειώνει τη ζωή των απλών Ελλήνων πολιτών είναι κυρίως η συνειδητοποίηση ότι η Ελλάδα είναι κάτι χειρότερο από ανοχύρωτη πολιτεία. Είναι μία χώρα που διολισθαίνει συνεχώς, με διαφορετικούς τρόπους και με επιταχυνόμενο ρυθμό στην παρακμή. Τα ίδια τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι η χρεοκοπία και τα επώδυνα για τους Έλληνες πολίτες. Μνημόνια δεν στάθηκαν ικανά να σηματοδοτήσουν μία νέα πορεία ανάκαμψης, όχι στενά στο οικονομικό επίπεδο, αλλά συνολικά στον εθνικό μας βίο. Τότε, οι πολίτες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ωθήσουν προς μία τέτοια πορεία. Διαδήλωσαν, αποκαθήλωσαν εκλογικά άλλοτε πανίσχυρα κόμματα, μετέτρεψαν σε πολιτικούς πρωταγωνιστές άλλοτε περιθωριακές πολιτικές δυνάμεις και έφεραν στη Βουλή μέχρι και τη Χρυσή Αυγή. Ήταν προφανές ότι η απόγνωση για την ανατροπή των σταθερών του βίου εκατομμυρίων μικρομεσαίων Ελλήνων είχε προκαλέσει αντίστοιχες ανατροπές και στο πολιτικό σύστημα. Οι ψηφοφόροι αναζητούσαν απεγνωσμένα -και όπως μπορούσαν- διέξοδο.
Κι αφού κόπηκαν μισθοί και συντάξεις, αφού συρρικνώθηκαν εργασιακά δικαιώματα, προσγειωθήκαμε όλοι με την πάροδο του χρόνου σε μία νέα κανονικότητα, πολύ κατώτερη από την προηγούμενη περίοδο. Ο ελληνικός λαός, ωστόσο, απέφυγε τον δρόμο της τυφλής κοινωνικής έκρηξης, επιδεικνύοντας μία πίστη στο δημοκρατικό πολίτευμα, παρότι δεν έχανε ευκαιρία να ασκεί την πιο σκληρή κριτική στο πολιτικό σύστημα.
Παρ’ όλα αυτά, παρέμεινε στο πλαίσιο της δημοκρατικής νομιμότητας, ελπίζοντας σε καλύτερες ημέρες. Κάπως έτσι φτάσαμε στην κυβέρνηση Τσίπρα και στη συνέχεια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Όλα αυτά τα χρόνια οι πολίτες χόρτασαν από μεγάλα λόγια πολιτικών. Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ πεισματάρα για να την παρακάμψουμε. Ούτε τα επικοινωνιακά κόλπα της εξουσίας ούτε οι αυταπάτες των πολιτών-ψηφοφόρων μπορούν να την αλλάξουν. Και ήρθε ειδικά το 2023 όλο αυτό το μπαράζ ποικίλων κοινωνικών καταστροφών να δείξει με επώδυνο τρόπο ότι συνολικά το πολιτικό σύστημα, με πρώτη την κυβέρνηση, αφού αυτή διαχειρίζεται τις τύχες μας, είναι δραματικά κατώτερο των περιστάσεων.
Υπενθυμίζουμε ότι οι ημέρες της δημοσιονομικής χαλάρωσης έχουν παρέλθει. Η Ευρωζώνη επανέρχεται σε δημοσιονομική πειθαρχία. Κατά το κοινώς λεγόμενο, «το διάλειμμα τελείωσε, τα κεφάλια μέσα»! Κι αυτό σε μία περίοδο που η ακρίβεια καλπάζει, το πετρέλαιο έχει υπερβεί τα 90 δολάρια, ενώ τα εισοδήματα της μικρομεσαίας θάλασσας, που αποτελεί τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας κατά κανόνα, παραμένουν καθηλωμένα σε επίπεδα που συχνά δεν επιτρέπουν να βγει ο μήνας με αξιοπρεπείς όρους. Σ’ αυτή την έτσι κι αλλιώς πολύ δύσκολη κατάσταση μας βρήκαν οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες, παροξύνοντας το κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα. Οι αλλεπάλληλες καταστροφές στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα σε πολιτικό σύστημα και πολίτες: δεν μπορούμε να συνεχίσουμε όπως πορευόμασταν μέχρι τώρα. Απαιτούνται ριζοσπαστικά μέτρα που να ανταποκρίνονται στις ειδικές συνθήκες, οι οποίες μπορούν να συγκριθούν σχεδόν με πολεμική κατάσταση.
Ο Μητσοτάκης βρίσκεται τέσσερα και πλέον χρόνια στην εξουσία. Δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από το δίλημμα «εγώ ή ο Τσίπρας» . Ο Τσίπρας είναι εκτός, ο δε ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να παίξει και τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Απέναντί του ο πρωθυπουργός δεν έχει πολιτικούς αντιπάλους, έχει τα οξύτατα προβλήματα. Με αυτά αναμετράται. Και ο μόνος τρόπος για να αναμετρηθεί μαζί τους είναι να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν και να χαράξει μία ξεκάθαρη στρατηγική ανάκαμψης.
Δυστυχώς γι’ αυτόν και για τη χώρα, μέχρι τώρα καταφεύγει σε επικοινωνιακά τερτίπια, γεγονός που προδιαγράφει, εάν συνεχίσει έτσι, δυσοίωνες εξελίξεις…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 13/9
Είναι εξόφθαλμο πλέον πως κάτι δεν πάει καθόλου καλά με το κράτος μας. Πρώτα οι καταστροφικές πυρκαγιές του Ιουλίου, μετά η ανεμπόδιστη από την Αστυνομία επέλαση των Κροατών χούλιγκαν, που κόστισε τη ζωή ενός φίλαθλου της ΑΕΚ, στη συνέχεια οι ακόμα πιο καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου και, τέλος, οι πλημμύρες που βούλιαξαν τη Θεσσαλία προκάλεσαν θανάτους και αφάνταστη καταστροφή σε περιουσίες, αλλά και στην ελληνική οικονομία. Πρόκειται για ένα μπαράζ καταστροφών που δεν έχει προηγούμενο σε πυκνότητα και ένταση. Ακόμα δεν είναι γνωστός ο απολογισμός σε ανθρώπινες ζωές.
Αυτό, ωστόσο, που στοιχειώνει τη ζωή των απλών Ελλήνων πολιτών είναι κυρίως η συνειδητοποίηση ότι η Ελλάδα είναι κάτι χειρότερο από ανοχύρωτη πολιτεία. Είναι μία χώρα που διολισθαίνει συνεχώς, με διαφορετικούς τρόπους και με επιταχυνόμενο ρυθμό στην παρακμή. Τα ίδια τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι η χρεοκοπία και τα επώδυνα για τους Έλληνες πολίτες. Μνημόνια δεν στάθηκαν ικανά να σηματοδοτήσουν μία νέα πορεία ανάκαμψης, όχι στενά στο οικονομικό επίπεδο, αλλά συνολικά στον εθνικό μας βίο. Τότε, οι πολίτες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ωθήσουν προς μία τέτοια πορεία. Διαδήλωσαν, αποκαθήλωσαν εκλογικά άλλοτε πανίσχυρα κόμματα, μετέτρεψαν σε πολιτικούς πρωταγωνιστές άλλοτε περιθωριακές πολιτικές δυνάμεις και έφεραν στη Βουλή μέχρι και τη Χρυσή Αυγή. Ήταν προφανές ότι η απόγνωση για την ανατροπή των σταθερών του βίου εκατομμυρίων μικρομεσαίων Ελλήνων είχε προκαλέσει αντίστοιχες ανατροπές και στο πολιτικό σύστημα. Οι ψηφοφόροι αναζητούσαν απεγνωσμένα -και όπως μπορούσαν- διέξοδο.
Κι αφού κόπηκαν μισθοί και συντάξεις, αφού συρρικνώθηκαν εργασιακά δικαιώματα, προσγειωθήκαμε όλοι με την πάροδο του χρόνου σε μία νέα κανονικότητα, πολύ κατώτερη από την προηγούμενη περίοδο. Ο ελληνικός λαός, ωστόσο, απέφυγε τον δρόμο της τυφλής κοινωνικής έκρηξης, επιδεικνύοντας μία πίστη στο δημοκρατικό πολίτευμα, παρότι δεν έχανε ευκαιρία να ασκεί την πιο σκληρή κριτική στο πολιτικό σύστημα.
Παρ’ όλα αυτά, παρέμεινε στο πλαίσιο της δημοκρατικής νομιμότητας, ελπίζοντας σε καλύτερες ημέρες. Κάπως έτσι φτάσαμε στην κυβέρνηση Τσίπρα και στη συνέχεια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Όλα αυτά τα χρόνια οι πολίτες χόρτασαν από μεγάλα λόγια πολιτικών. Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ πεισματάρα για να την παρακάμψουμε. Ούτε τα επικοινωνιακά κόλπα της εξουσίας ούτε οι αυταπάτες των πολιτών-ψηφοφόρων μπορούν να την αλλάξουν. Και ήρθε ειδικά το 2023 όλο αυτό το μπαράζ ποικίλων κοινωνικών καταστροφών να δείξει με επώδυνο τρόπο ότι συνολικά το πολιτικό σύστημα, με πρώτη την κυβέρνηση, αφού αυτή διαχειρίζεται τις τύχες μας, είναι δραματικά κατώτερο των περιστάσεων.
Υπενθυμίζουμε ότι οι ημέρες της δημοσιονομικής χαλάρωσης έχουν παρέλθει. Η Ευρωζώνη επανέρχεται σε δημοσιονομική πειθαρχία. Κατά το κοινώς λεγόμενο, «το διάλειμμα τελείωσε, τα κεφάλια μέσα»! Κι αυτό σε μία περίοδο που η ακρίβεια καλπάζει, το πετρέλαιο έχει υπερβεί τα 90 δολάρια, ενώ τα εισοδήματα της μικρομεσαίας θάλασσας, που αποτελεί τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας κατά κανόνα, παραμένουν καθηλωμένα σε επίπεδα που συχνά δεν επιτρέπουν να βγει ο μήνας με αξιοπρεπείς όρους. Σ’ αυτή την έτσι κι αλλιώς πολύ δύσκολη κατάσταση μας βρήκαν οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες, παροξύνοντας το κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα. Οι αλλεπάλληλες καταστροφές στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα σε πολιτικό σύστημα και πολίτες: δεν μπορούμε να συνεχίσουμε όπως πορευόμασταν μέχρι τώρα. Απαιτούνται ριζοσπαστικά μέτρα που να ανταποκρίνονται στις ειδικές συνθήκες, οι οποίες μπορούν να συγκριθούν σχεδόν με πολεμική κατάσταση.
Ο Μητσοτάκης βρίσκεται τέσσερα και πλέον χρόνια στην εξουσία. Δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από το δίλημμα «εγώ ή ο Τσίπρας» . Ο Τσίπρας είναι εκτός, ο δε ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να παίξει και τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Απέναντί του ο πρωθυπουργός δεν έχει πολιτικούς αντιπάλους, έχει τα οξύτατα προβλήματα. Με αυτά αναμετράται. Και ο μόνος τρόπος για να αναμετρηθεί μαζί τους είναι να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν και να χαράξει μία ξεκάθαρη στρατηγική ανάκαμψης.
Δυστυχώς γι’ αυτόν και για τη χώρα, μέχρι τώρα καταφεύγει σε επικοινωνιακά τερτίπια, γεγονός που προδιαγράφει, εάν συνεχίσει έτσι, δυσοίωνες εξελίξεις…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 13/9